Την ώρα που οι Ελληνες εξοντώνονται φορολογικά, με φωτογραφική διάταξη που πέρασε από τη Βουλή άλλαξαν νόμο που ίσχυε επί 20 χρόνια και τώρα οι ξένοι ζητούν πίσω τους φόρους που πλήρωσαν
Απίστευτο! Με νόμο-έκτρωμα που έφερε η κυβέρνηση και ψήφισε η Βουλή πριν από τέσσερις μήνες το Ελληνικό Δημόσιο είναι αναγκασμένο πλέον να επιστρέψει -και αναδρομικά- ό,τι φόρους πλήρωναν ως τώρα δικηγορικές εταιρείες του εξωτερικού για τα κέρδη που είχαν όλα τα προηγούμενα χρόνια από τη δραστηριότητά τους στη χώρα μας.
Στην εποχή της μεγάλης κρίσης, όπου οι πολίτες πλήττονται από τα «τυφλά» μέτρα και τις άδικες θυσίες, και ενώ το ένα μετά το άλλο τα μέτρα του Μνημονίου καταπίπτουν ως αντισυνταγματικά, η κυβέρνηση φρόντισε να περάσει από τη Βουλή μια φωτογραφική διάταξη για να εξυπηρετήσει μια χούφτα αλλοδαπές δικηγορικές εταιρείες, με την οποία τους χαρίζει εκατομμύρια χωρίς μάλιστα να υποχρεώνεται από τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις, όπως π.χ. για τους ένστολους και τους δικαστικούς!
Στην 101η από τις 107 σελίδες του νόμου 4254 (ψηφίστηκε στις 30 Μαρτίου 2014), σε μία παράγραφο με ρυθμίσεις για τους φόρους στα αγροτικά προϊόντα και στις γουνοποιητικές επιχειρήσεις (!) περιελήφθη και διάταξη 60 λέξεων, με την οποία άλλαξε αναδρομικά νόμος που ίσχυε 20 χρόνια (Ν.2238/1994) και, μάλιστα, τρεις μήνες αφότου ο συγκεκριμένος νόμος είχε ήδη καταργηθεί από άλλο νόμο (τον νόμο 4172 που ισχύει από 1.1.2014)!
Για ποιον λόγο χρειάστηκε να αλλάξει νόμος που είχε ήδη καταργηθεί; Μόνο και μόνο για να μπορέσουν να ακυρωθούν άμεσα όλοι οι φόροι που κάποιες δικηγορικές εταιρείες του εξωτερικού είχαν πληρώσει τα προηγούμενα χρόνια στη χώρα μας -και θα πλήρωναν και φέτος για τα περσινά τους κέρδη- με βάση τον Ν.2238 του 1994.
Χαριστική διάταξη
Αν μη τι άλλο, πρόκειται για τον ορισμό της έννοιας «φωτογραφική διάταξη νόμου».
Στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος Επιχειρήσεων (ν.2238/1994), που καθορίζει γενικές διατάξεις σχετικές με τη φορολόγηση των κερδών τους, κρίθηκε σκόπιμο να προστεθεί μια «ειδική περίπτωση» η οποία δεν είχε προβλεφθεί ποτέ στο παρελθόν. Ετσι, στον νόμο του 1994 (που αποτελεί όμως ήδη παρελθόν) και στο τέλος του άρθρου 10, το οποίο ορίζει, γενικώς, πώς διενεργείται η «φορολόγηση του εισοδήματος των εταιρειών, κοινοπραξιών και κοινωνιών που ασκούν επιχείρηση ή επάγγελμα» στη χώρα μας, περιλαμβάνεται πλέον μία και μοναδική εξαίρεση: οι δικηγορικές εταιρείες του εξωτερικού!
Στην αιτιολογική έκθεση που συνοδεύει το νομοσχέδιο δεν υπάρχει καμία εξήγηση γιατί πρέπει να έρθει τέτοια διάταξη πέραν της φράσης «προκειμένου να μην τίθενται ερμηνευτικά ζητήματα» (σαν να μην αρκούσε να εκδοθεί μια διευκρινιστική εγκύκλιος). Το κυριότερο, όμως, στην Εκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους δεν υπάρχει καμία αναφορά στο κόστος που θα έχει η διάταξη και πώς αυτό θα καλυφθεί!
Η διάταξη που προστέθηκε (ισχύει από 7-4-2014 και αναδρομικά) ορίζει επί λέξει ότι:
«Οι δικηγορικές εταιρείες, που έχουν συσταθεί και λειτουργούν νόμιμα στην Ελλάδα κατά τις διατάξεις του άρθρου 12 του Π.Δ. 152/2000, ως παράρτημα δικηγορικής εταιρείας, που είναι εγκατεστημένη και λειτουργεί νόμιμα σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, για εισοδήματα που έχουν αποκτήσει ή αποκτούν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια ισχύος των διατάξεων του ν.2238/1994, όπως εκάστοτε ισχύουν, φορολογούνται όπως οι αντίστοιχες ελληνικές δικηγορικές εταιρείες».
Σε απλά ελληνικά, ενώ οι εταιρείες αυτές πλήρωναν ή όφειλαν να πληρώνουν ως τώρα τους φόρους τους στην Ελλάδα ως αλλοδαπές, τώρα απαλλάσσονται αναδρομικά και φορολογούνται πλέον με τις γενικές διατάξεις όπως οι ελληνικές, με φόρο στα μερίσματα 26% και 33% για τα κέρδη του 2013 ή όπως ίσχυε κάθε φορά στα 10-15 χρόνια που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας.
Αλλα μέτρα και άλλα σταθμά
Μετά την ψήφιση του νόμου κινήθηκαν άμεσα οι περισσότερες απ’ αυτές τις εταιρείες για να ζητήσουν πίσω τα λεφτά που είχαν πληρώσει για τα κέρδη που είχαν τα γραφεία τους στην Αθήνα. Το Δημόσιο θα υποχρεωθεί έτσι, βάσει του νέου νόμου, να τους επιστρέψει έως 20 εκατ. ευρώ – και χωρίς στην περίπτωση αυτή να ζητούνται «ισοδύναμα μέτρα» που θα τα πληρώσει η ίδια ομάδα φορολογουμένων που πέτυχε την ευνοϊκή μεταχείριση, όπως απαιτείται όταν καταρρίπτονται μνημονιακά μέτρα ως αντισυνταγματικά και πρέπει να επιστρέψει χρήματα το Δημόσιο.
Και όλα αυτά, χωρίς τελεσίδικες (ή πρωτόδικες έστω) δικαστικές αποφάσεις που να υποχρεώνουν το Δημόσιο, όπως αναμένει π.χ. για τις καθαρίστριες του υπουργείου Οικονομικών ή τα αναδρομικά των ενστόλων κ.λπ., χωρίς να αναζητούν άλλα ισοδύναμα μέτρα και χωρίς τουλάχιστον ένα επιχείρημα, λόγου χάρη, για «υπέρτατη ανάγκη» ή σκοπό, όπως η διάσωση των ελληνικών τραπεζών.
Με… έξωθεν πιέσεις
Το πιο περίεργο όμως είναι πώς και πότε ακριβώς η ελληνική Πολιτεία κατάλαβε ότι έπρεπε να αλλάξει ο τρόπος φορολόγησης αυτών των εταιρειών, που επί χρόνια πλήρωναν τους φόρους τους στη χώρα μας. Στελέχη της πλατείας Συντάγματος μιλούν καθαρά για «εκβιασμό» εκ μέρους των εταιρειών αλλά και των κυβερνήσεων των χωρών τους!
Οπως είχε αποκαλύψει πριν από έναν χρόνο το «ΘΕΜΑ», ενώ οι περισσότερες ξένες δικηγορικές εταιρείες πλήρωναν κανονικά τους φόρους τους, οι υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών κατάφεραν να ρίξουν «στο καναβάτσο» έξι δικηγορικά γραφεία του εξωτερικού που το απέφευγαν και εφάρμοζαν «δικό τους νόμο» ώστε να φορολογούνται στη χώρα όπου έχουν έδρα (Αγγλία, Αυστρία, Γερμανία, Γαλλία κ.λπ.).
Σε μια καλά συντονισμένη επιχείρηση τότε, με τη συμμετοχή της Διεύθυνσης Οικονομικών Σχέσεων του υπουργείου Οικονομικών, διαπιστώθηκε πως μισή ντουζίνα ξένες δικηγορικές εταιρείες που αναλαμβάνουν δουλειές στη χώρα μας για τράπεζες, ναυτιλιακές, αποκρατικοποιήσεις κ.λπ. δεν είχαν αποδώσει τον αναλογούντα φόρο μερισμάτων για τα κέρδη τους στην Ελλάδα, τα οποία, να σημειωθεί, έστελναν στο εξωτερικό.
Παρά το νομικό τους οπλοστάσιο και το καλά αμειβόμενο εξειδικευμένο προσωπικό που διαθέτουν, οι ελληνικές αρχές τις ανάγκασαν να πληρώσουν και αυτές για τα κέρδη που έκρυβαν από τα γραφεία τους στην Ελλάδα. Οι έρευνες έφτασαν μέχρι το Λονδίνο και αφού οι υποθέσεις ελέγχθηκαν, καταλογίστηκαν φόροι 6 εκατ. ευρώ, ενώ δεσμεύτηκαν οι τραπεζικοί λογαριασμοί των εταιρειών στη χώρα μας.
Ακολούθησε πανδαιμόνιο στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, αλλά και στα τραπεζικά ιδρύματα, καθώς οι εταιρείες προσπαθούσαν να ξεμπλοκάρουν τα λεφτά τους, πιέζοντας την Αθήνα και προσφεύγοντας στη φορολογική διατησία για να αναστείλουν τα μέτρα.
Πρέσβεις σε ρόλο αρχιλογιστή φοροφυγάδων
Στο σημείο εκείνο πλέον (πριν από έναν χρόνο) απειλήθηκε και διπλωματικό επεισόδιο, καθώς ο Αγγλος Πρέσβης στην Αθήνα ζήτησε να έχει συνάντηση με τον τότε υπουργό Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, θεωρώντας «εξοντωτική και άδικη» τη λήψη των αναγκαστικών μέτρων εις βάρος των ξένων δικηγορικών εταιρειών με έδρα τη χώρα που εκπροσωπεί.
Και οι ίδιες οι εταιρείες όμως, λένε στην Καραγεώργη Σερβίας, «απείλησαν» τις ελληνικές αρχές πως, αν δεν περάσει «το δικό τους», θα φύγουν από την Ελλάδα και θα εγκατασταθούν στην Κωνσταντινούπολη!
Ωστόσο, οι εισαγγελικές αρχές έδειξαν από την πρώτη στιγμή μεγάλο ενδιαφέρον για την υπόθεση και ζήτησαν να ασκηθούν διώξεις κατά των υπευθύνων των εταιρειών στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα εκείνες να φοβηθούν και να αναδιπλωθούν.
Οταν κατάλαβαν πως δεν θα ξέμπλεκαν εύκολα και, παρότι οι ίδιες συνήθως προσφέρουν νομική στήριξη και συμβουλές σε ξένες πολυεθνικές σχετικά με το πώς να γλιτώνουν φόρους στη χώρα μας, σύρθηκαν τελικά να πληρώσουν αυτά που όφειλαν στο ελληνικό κράτος, παραιτούμενες από τις προσφυγές τους στη διαιτησία, ώστε να λήξει εκεί το θέμα.
Φαίνεται όμως πως οι ξένες κυβερνήσεις, που συχνά κατηγορούν τους Ελληνες για φοροφυγάδες και ζητούν διαρκώς νέες θυσίες από τον λαό, επέμειναν να πιέζουν παρασκηνιακά. Στις υπηρεσίες του υπουργείου Οικονομικών μιλούν για έξωθεν πιέσεις και απειλές για προσφυγές στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ετσι, για ακόμη μία φορά επιβεβαιώνεται επιτελικό στέλεχος των διωκτικών αρχών που έδινε καθημερινές μάχες με τη μεγάλη φοροδιαφυγή, αλλά προ ημερών ζήτησε και αποσύρθηκε με σύνταξη, καθώς, όπως έλεγε στο «ΘΕΜΑ», «σχεδόν πάντα όταν γίνεται έλεγχος σε πολυεθνικές, διαπιστώνουμε ότι αποδίδουν ελάχιστους φόρους στη χώρα μας. Το ερώτημα είναι γιατί δεν εισπράττονται επί χρόνια οι φόροι ακόμα και όταν αυτές οι επιχειρήσεις συλλαμβάνονται να φοροδιαφεύγουν».