Αντισυνταγματικό και αντίθετο στην Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έκρινε το Μονομελές Εφετείο Ιωαννίνων το παράβολο των 200 ευρώ που απαιτείται για την άσκηση έφεσης.
Η εφετειακή απόφαση θεωρεί τις επίμαχες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (άρθρο 495 παρ. 4 του ΚΠολΔ όπως προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 του νόμου 4055/2012) «καθαρά εισπρακτικό μέτρο», το οποίο εμποδίζει την πρόσβαση στη δικαιοσύνη, ειδικά στις σημερινές οικονομικές συνθήκες.
Δικάζοντας έφεση κατά αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου, για την οποία δεν είχε καταβληθεί το παράβολο, το δικαστήριο δέχθηκε την έφεση και κήρυξε ανίσχυρες και επομένως ανεφάρμοστες τις εν λόγω διατάξεις με το σκεπτικό ότι «θίγουν τον πυρήνα του ατομικού δικαιώματος προσφυγής στη δικαιοσύνη και είναι αντίθετες προς τις αυξημένης ισχύος διατάξεις που θεσπίζουν το εν λόγω δικαίωμα, ήτοι τις διατάξεις του άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ οι οποίες έχουν υπερνομοθετική ισχύ και εκείνες του άρθρου 20 παρ. 1 του Συντάγματος» (δικαίωμα παροχής δικαστικής προστασίας).
Επίσης, το Εφετείο θεωρεί ότι οι επίμαχη διάταξη συνιστά διάκριση εναντίον όσων δεν έχουν τη δυνατότητα να καταβάλουν το παράβολο.
«Το ποσό των 200 ευρώ της αξίας του παραβόλου που αξιώνει για να μην απορριφθεί ως απαράδεκτη η έφεση, συνιστά με τις σημερινές οικονομικές συνθήκες της χώρας οικονομικό βάρος στο οποίο αδυνατεί αντικειμενικά να ανταποκριθεί σημαντικό μέρος των Ελλήνων πολιτών, με συνέπεια να αποκλείονται αυτοί από τη δυνατότητα προσφυγής στη δικαιοσύνη» αναφέρεται στην εφετειακή απόφαση.
Επισημαίνεται επίσης ότι «πρόκειται για καθαρά εισπρακτικό μέτρο, με το οποίο επιδιώκεται, μέσω του θεσμού της απονομής της δικαιοσύνης, αύξηση των δημόσιων εσόδων».
ΣΧΕΤΙΚΑ