Όπως είναι γνωστό, με τον Νόμο 3883/2010 αναμορφώθηκε το σύστημα ιεραρχίας και εξέλιξης των Αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, προκειμένου να εναρμονιστεί με τις πρόσφατες αλλαγές στο συνταξιοδοτικό θεσμικό πλαίσιο, αλλά και να ενσωματώσει τις σύγχρονες αντιλήψεις για τη δράση της διοίκησης και των διοικητικών οργάνων και τα δικαιώματα των διοικουμένων, πεδίο από το οποίο δεν εξαιρούνται οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις.
Έτσι καθιερώθηκε για πρώτη φορά το δικαίωμα ενδικοφανούς προσφυγής κατά των μεταθέσεων και των κρίσεων για προαγωγή στο πλαίσιο εφαρμογής των αρχών της προηγούμενης ακρόασης, της διαφάνειας και της αμεροληψίας.
Ταυτόχρονα, τέθηκε φραγμός στα όποια λανθάνοντα ψήγματα «ηγεμονισμού», εμπεριέχονται στους προϊσχύσαντες κανόνες δικαίου, οι οποίοι άφηναν περιθώρια αντιμετώπισης βασικών δικαιωμάτων του προσωπικού (μεταθέσεις και προαγωγές) ως στρατιωτικές εντολές που δεν επιδέχονται αμφισβήτησης, για λόγους «δημοσίου συμφέροντος».
Τέσσερα έτη μετά τη θέση σε ισχύ του Νόμου 3883/2010,διαπιστώθηκε η ανάγκη, όχι απλώς να αντιμετωπιστούν οι διαφαινόμενες λειτουργικές και ερμηνευτικές δυσχέρειες που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του, αλλά κυρίως να αξιοποιηθεί ο νόμος αυτός, ως εφαλτήριο για τη συνολική αναβάθμιση του σταδιοδρομικού πλαισίου των Ενόπλων Δυνάμεων με μακρόπνοη προοπτική και επικαιροποίηση.
Έτσι, το ΓΕΕΘΑ ανέλαβε πρωτοβουλία εκπόνησης ενός νέου σχεδίου νόμου το οποίο αξιοποιεί τα στοιχεία υπεροχής του Νόμου 3883/2010 και εισάγει νέα, με γνώμονα όχι μόνο τις επικαιροποιημένες ανάγκες της υπηρεσίας, αλλά και αφουγκραζόμενο αυτές των στελεχών, όπως έχουν πλέον διαμορφωθεί στο νέο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον.
Αδήριτη πλέον ανάγκη καθίσταται η κατάργηση των διακρίσεων των στελεχών με την υπαγωγή τους σε ένα και μόνο θεσμικό πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό εξαλείφεται η πολυνομία και τα διαδικαστικά αλλά και νομικής φύσης προβλήματα από την ταυτόχρονη παρακολούθηση και εφαρμογή διαφορετικού θεσμικού πλαισίου για τα στελέχη (Νόμος 2439/1996 και Νόμος 3883/2010) με μόνο κριτήριο τα έτη υπηρεσίας.
Στη βάση των ανωτέρω, το ΓΕΕΘΑ συνέταξε προσχέδιο Νόμου και το οποίο διαβίβασε στα Επιτελεία με σκοπό την υποβολή από πλευράς τους προτάσεων σχολίων και επισημάνσεων.
Λόγω της σοβαρότητας και της σπουδαιότητας του θέματοςζητήθηκε από τα Επιτελεία τα οποία έχουν και την εμπειρία από την εφαρμογή του Νόμου, η σύνταξη και αποστολή έως τις 20 Οκτωβρίου 2014, μίας όσο το δυνατόν πληρέστερης πρότασης, ώστε αυτή να προωθηθεί για έγκριση στα αρμόδια προς τούτο όργανα της Πολιτείας.
Τα κυριότερα σημεία της πρότασης αυτής είναι:
>Στο πλαίσιο της ισονομίας και της ανάδειξης των πλέον ικανών στελεχών, εισάγεται και στα στελέχη του Νόμου 2439/1996 ο θεσμός της κρίσης «κατ’ απόλυτη εκλογή». Παρέχεται δε εξουσιοδότηση για την έκδοση κανονιστικών πράξεων με σκοπό τη συγκεκριμενοποίηση των θέσεων ευθύνης των ανώτατων αξιωματικών ως προσόν για τη κρίση αυτή, αλλά και των κριτηρίων που οδηγούν στον ανώτερο αυτό είδος κρίσης.
Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η ασφάλεια δικαίου των στελεχών και η αντικειμενική κρίση των συμβουλίων κρίσεων. Αυτό επιτυγχάνεται με την οριοθέτηση ευκρινούς και πλήρους σταδιοδρομικής οδού με συγκεκριμένα βήματα υπηρεσιακής εξέλιξης και κατάρτισης, με αποτέλεσμα αφενός τα στελέχη να γνωρίζουν έγκαιρα τα απαιτούμενα για την εξέλιξή τους προσόντα και αφετέρου να διευκολύνεται η διαπίστωση από τα αρμόδια συμβούλια κρίσεων της κτήσης των προσόντων αυτών.
>Το σύνολο του στρατιωτικού προσωπικού δύναται να τίθεται εκτός οργανικών θέσεων (ΕΟΘ), ούτως ώστε να συμπληρώνεται, ΕΦΟΣΟΝ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΤΟ ΕΠΙΘΥΜΕΙ, το σχήμα:35 χρόνια υπηρεσίας (κατά κανόνα όταν το στέλεχος θα είναι 53 ετών) – 40 χρόνια υπηρεσίας (58 ετών). Η δυνατότητα αυτή σε καμία περίπτωση δεν συνδέεται με τις ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ούτε τα ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα.
ΚΑΤΑΡΓΕΙΤΑΙ η άμεση και υποχρεωτική αποστρατεία των στελεχών (πλην Αρχηγών και Αντιστρατήγων και αντιστοίχων) και αντιμετωπίζεται μια χρόνια παθογένεια στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, η οποία οδηγούσε στην αποστρατεία ικανά και παραγωγικά στελέχη και μάλιστα αιφνίδια, προκαλώντας αναστάτωση όχι μόνο στην επαγγελματική τους κατάσταση αλλά τόσο στην προσωπικού τους ζωή όσο και στον οικογενειακό τους προγραμματισμό. Πλέον ουδείς αποστρατεύεται, ΕΦΟΣΟΝ ΔΕΝ ΤΟ ΕΠΙΘΥΜΕΙ, πριν το 58ο έτος της ηλικίας του.