Της Δήμητρας Β. Μουσιώλη, Δικηγόρου – Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας*
Όταν πρωτοδιάβασα τους όρους: “Restorative Justice” (Επανορθωτική ή Αποκαταστατική Δικαιοσύνη) και “Victim-Offender Mediation” (Διαμεσολάβηση μεταξύ θύματος και θύτη) κάτι με έκανε να ψάξω λίγο περισσότερο την έννοια και τη θέση τους σε αυτό που ονομάζουμε: “Εναλλακτικοί Τρόποι Επίλυσης των Διαφορών (Alternative Dispute Resolution.)” Κι αυτό που διάβασα, άκουσα αλλά και προσωπικά διαπίστωσα ως παρατηρητής μιας τέτοιας διαδικασίας, οφείλω να ομολογήσω ότι με ξεπέρασε τόσο ως άνθρωπο αλλά και ως επαγγελματία, που ήδη γνωρίζει τη σπουδαιότητα που οι εξωδικαστικοί τρόποι επίλυσης μιας διαφοράς έχουν στις ζωές και στις σχέσεις των ανθρώπων που εμπλέκονται σε αυτήν. Το μεγαλείο που η διαδικασία αυτή κρύβει μέσα της είναι θεωρώ η βάση για την πολιτισμένη, ανθρωπιστική κοινωνία που όλοι οραματιζόμαστε. Όπου τα θύματα δεν επαναπαύονται στην συμπονετική ανοχή μας να μισούν τον θύτη τους (και μάλιστα να γίνονται και οι εφαρμοστές του “μωσαϊκού νόμου” σε κάποιες των περιπτώσεων) αλλά συνεχίζουν τη ζωή τους, συγχωρώντας τον και δίνοντάς του μια ευκαιρία επανένταξης χωρίς περαιτέρω στιγματοποίησή του.
Ήδη, από τη δεκαετία του ’70, ήταν ιδιαίτερα έντονη η αμφισβήτηση για την αποτελεσματικότητα των σωφρονιστικών συστημάτων και των προγραμμάτων επανένταξης των αποφυλακισμένων, που εφαρμόζονταν μέχρι εκείνη τη στιγμή, με αποτέλεσμα να βρουν πρόσφορο έδαφος ανάπτυξης οι εναλλακτικές μορφές μεταχείρισης για τους παραβάτες του ποινικού δικαίου και να εξαπλωθούν έτσι τα αποκαταστατικά προγράμματα.
Το πρώτο βήμα έγινε στην πόλη Οντάριο του Καναδά, όταν ο επιμελητής ανηλίκων έπεισε τον εκεί δικαστή να μην τιμωρήσει τους ανήλικους που κατηγορούνταν για βανδαλισμό αλλά να τους φέρει σε επαφή με τα θύματά τους. Αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης ήταν να συνειδητοποιήσουν οι ανήλικοι θύτες το μέγεθος της ζημιάς που
προκάλεσαν και να βοηθήσουν με προσωπική εργασία στην αποκατάστασή της.
Τι είναι λοιπόν η Επανορθωτική Δικαιοσύνη και ειδικότερα η Διαμεσολάβηση μεταξύ Θύματος και Θύτη?
Είναι η ευκαιρία που δίνεται στα θύματα μιας άδικης ενέργειας να έρθουν σε επαφή (ή να επικοινωνήσουν με άλλον τρόπο ) με τον δράστη αυτής, προκειμένου να εκφράσουν τα συναισθήματα τους για την άδικη πράξη που υπέστησαν ώστε να βρεθεί ένας τρόπος επανόρθωσης. Η συνάντηση γίνεται σε ελεγχόμενο περιβάλλον με τη βοήθεια ενός έμπειρου διαμεσολαβητή, ο οποίος προετοιμάζει και στηρίζει τα μέρη καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.
Όπως και σε κάθε διαδικασία διαμεσολάβησης έτσι και στη συγκεκριμένη θα πρέπει τα μέρη να έχουν συμφωνήσει οικειοθελώς να ακολουθήσουν αυτήν την προσέγγιση. Αν η συνάντηση “πρόσωπο με πρόσωπο” είναι δύσκολη συναισθηματικά για κάποιο από τα μέρη, η επικοινωνία μπορεί να γίνει μέσω κάποιου βίντεο ή μέσω αλληλογραφίας.
Η διαδικασία έχει ως πυρήνα και αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα τις ανάγκες και τις επιθυμίες του θύματος, ενώ σαν δεύτερο μέλημα της είναι η μείωση της πιθανότητας υποτροπής ή η επανένταξη του δράστη.
Για το λόγο αυτό το θύμα αποφασίζει ελεύθερα για το αν η συγκεκριμένη διαδικασία είναι η κατάλληλη για να ικανοποιήσει τις προσδοκίες του, για το αν θα ζητήσει αποκατάσταση, αποζημίωση ή απλή επαφή με το δράστη καθώς και για τον τόπο και τον χρόνο της συνάντησης.
Φυσικά μπορεί ο θύτης να μη συμφωνήσει στα όσα το θύμα ζητά αλλά επειδή ακριβώς το θύμα είναι εκείνο που έχει πληγεί, είναι σημαντικό κατά τη διαδικασία να νιώθει ασφάλεια ότι δεν θα υπάρξει περίπτωση επανα-θυματοποίησης του από τυχόν επιθετική ή ανάρμοστη συμπεριφορά του δράστη.
Η επανορθωτική δικαιοσύνη στηρίζεται στην ιδέα ότι επειδή ακριβώς το έγκλημα προκαλεί πόνο η δικαιοσύνη θα πρέπει να είναι εκεί για να τον θεραπεύσει.
Και ενώ το παραδοσιακό ποινικό σύστημα απονομής δικαιοσύνης ζητά απαντήσεις στο:
Ø ποιος νόμος έχει παραβιαστεί,
Ø ποιος είναι ο ένοχος και
Ø ποια ποινή πρέπει να του επιβληθεί,
η επανορθωτική δικαιοσύνη (σύμφωνα και με το βιβλίο “Changing Lenses”, του Αμερικανού εγκληματολόγου Howard J. Zehr,) ενδυναμώνει το θύμα δίνοντάς του φωνή και παράλληλα δίνει την ευκαιρία στον δράστη να συνειδητοποιήσει τις επιπτώσεις των πράξεων του ρωτώντας:
Ø Ποιος έχει υποστεί βλάβη;
Ø Ποιες ανάγκες δημιουργήθηκαν στο θύμα από την άδικη πράξη;
Ø Ποιος υποχρεούται να αποκαταστήσει αυτές τις ανάγκες;
Ø Ποιες είναι οι συνέπειες της άδικης πράξης;
Ø Ποια είναι η κατάλληλη διαδικασία στην οποία θα συμμετέχουν τα μέρη για να αποκατασταθεί η αδικία και να επανέλθουν τα πράγματα στην πρότερη κατάσταση;
Κοινό αίσθημα όλων των θυμάτων μιας άδικης πράξης είναι η απώλεια ελέγχου πάνω στο σώμα τους, στην περιουσία τους, στο μέλλον τους. Αυτή η απώλεια ελέγχου προκαλεί φόβο (= οργή), ανασφάλεια (= απώλεια της αυτοπεποίθησης και της αίσθησης ανεξαρτησίας, ανησυχία για πιθανή θυματοποίηση και στο μέλλον) αλλά και ντροπή ( =ενοχή ότι φέρουν ευθύνη για το γεγονός).
Έχοντας όμως την ευκαιρία να συναντηθούν με το δράστη και να τον αντιμετωπίσουν για να πάρουν απαντήσεις ξανακερδίζουν ότι πολυτιμότερο είχαν χάσει: την αξιοπρέπεια τους.
Σας παραθέτω την πραγματική μαρτυρία ενός θύματος βιασμού που επέλεξε τη διαδικασία της διαμεσολάβησης μεταξύ θύματος και θύτη .
” Από την ημέρα του βιασμού κι έπειτα δεν ζούσα…. απλά υπήρχα!
Επειδή ομολόγησε την ενοχή του δεν χρειάστηκε να παρευρεθώ στο δικαστήριο αλλά εγώ ήθελα να τον ξαναδώ και να του πω τι μου προκάλεσε. Ήθελα να μάθω γιατί επέλεξε εμένα, σε τι έφταιξα!
Όταν συναντηθήκαμε δεν μπορούσε να σηκώσει τα μάτια του πάνω μου, εγώ όμως είχα την δύναμη να τον κοιτάξω. Του μίλησα για τον πόνο που μου προκάλεσε και για το πόσο φοβόμουν ότι θα με σκοτώσει εκείνη την ημέρα…. ότι δεν θα ξαναέβλεπα τα παιδιά μου. Έδειξε να σοκάρεται…. δεν του είχε περάσει ποτέ από το μυαλό ότι μπορεί να είχε προκαλέσει τέτοιο κακό. Μου είπε ότι εγώ δεν έφταιξα σε τίποτα….
Στο τέλος του είπα ότι τον συγχώρεσα. Δεν πίστευε αυτό που άκουγε και ξέσπασε σε κλάματα.
Μετά τη συνάντηση αυτή δεν έβλεπα πια τον εαυτό μου ως θύμα βιασμού αλλά ως μια γυναίκα που επέζησε από έναν βιασμό!”
Η παραπάνω μαρτυρία επιβεβαιώνει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες που, σύμφωνα με τον Zehr, το θύμα οποιασδήποτε άδικης πράξης έχει. Tην ανάγκη δηλαδή:
Ø της πληροφόρησης ( γιατί συνέβη ότι συνέβη),
Ø της παράθεσης της αλήθειας (ακούγεται η ιστορία και των δυο πλευρών),
Ø της ενδυνάμωσης του θύματος (έχει ξανά τον έλεγχο),
Ø της δικαίωσης (ο δράστης αναγνωρίζει το κακό που προκάλεσε και αναλαμβάνει την ευθύνη.)
Το έγκλημα επαναπροσδιορίζεται. Πια δεν θεωρείται ως πράξη προσβολής του κράτους αλλά ως ιδιωτική διαφορά την οποία τα μέρη πρέπει να λύσουν. Το θύμα είναι αυτό που ζημιώνεται άρα και αυτό είναι που πρέπει και να αποκατασταθεί. Το αγαθό που πλήττεται είναι οι διαπροσωπικές σχέσεις και στόχος είναι η ανάληψη της ατομικής ευθύνης από πλευράς του δράστη, η μεταμέλεια και η συγγνώμη προς το θύμα. Μέσα από την επανορθωτική αυτή διαδικασία το αίσθημα ντροπής που βιώνει ο δράστης δεν είναι ένα ταπεινωτικό, στιγματιστικό αίσθημα αλλά μετουσιώνεται σε λύτρωση που οδηγεί στην επανένταξη.
Είναι αυτονόητο ότι πρόκειται για μια διαδικασία που, ακριβώς επειδή ισορροπεί σε ένα τεντωμένο και εύθραυστο συναισθηματικά σχοινί, γίνεται με προσεκτικό σχεδιασμό και χρονοβόρα προετοιμασία των μερών που μπορεί να φτάσει και τα 2 χρόνια.
Συμπλήρωση ερωτηματολογίων, κοινωνιολογική έρευνα, καταγραφή των σκέψεων και συναισθημάτων του θύματος αλλά και του θύτη σε προσωπικό ημερολόγιο, έρευνα και αξιολόγηση των κινήτρων τους, ανάλυση της επίδρασης που το έγκλημα είχε στις ζωές τους, είναι μερικά από τα στάδια προετοιμασίας των μερών πριν την τελική συνάντηση.
Ο δράστης από τη μια μεριά θα πρέπει να έχει παραδεχθεί τη διάπραξη της πράξης, θα πρέπει να ξέρει ότι η αποδοχή της συνάντησης με το θύμα δεν θα επηρεάσει θετικά ή αρνητικά την ποινή του ενώ το θύμα από την άλλη μεριά θα πρέπει πια να βρίσκεται σε ένα στάδιο επαναπροσδιορισμού της ζωής του και αποδοχής της άδικης εις βάρος του πράξης.
“Η συνάντηση με τον δολοφόνο του πατέρα μου με έκανε να συνειδητοποιήσω ότι είχα κάθε δικαίωμα να αισθάνομαι μίσος και οργή για τον άνθρωπο αυτό. Μου είχε κλέψει όλη την χαρά των παιδικών μου χρόνων. Δεν επέλεξα εγώ να συμβεί αυτό στη ζωή μου. Όμως μέσα από αυτήν την διαδικασία κατάλαβα ότι το αν αυτά τα συναισθήματα θα συνέχιζαν να την δηλητηριάζουν ήταν μια απόφαση που εγώ μπορούσα να πάρω για μένα. ”
Δεν υπάρχουν απαντήσεις για τη θέση και τη φύση που η Επανορθωτική/Αποκαταστατική Δικαιοσύνη έχει στο ποινικό δίκαιο οποιασδήποτε χώρας.
Είναι ένα κοινωνικό κίνημα; Ένα συμπληρωματικό μοντέλο απονομής της δικαιοσύνης; Ένα νέο μοντέλο δικαιοσύνης;
Όπως όμως σημειώνει και ο διακεκριμένος καθηγητής εγκληματολογίας John Braithwaite : “υπάρχει ακόμη πολύς δρόμος πριν αποδείξουμε ποιο από τα χρώματα του ουράνιου τόξου της αποκαταστατικής δικαιοσύνης εμπλουτίζει πραγματικά τη δικαιοσύνη. Έχουμε ακόμη να ταξιδέψουμε μακρύτερα για να ανακαλύψουμε μακρύτερα εάν αυτά τα χρώματα μπορούν να συνδυαστούν για να σχηματίσουν το φωτεινό λευκό φως που θα μας βγάλει έξω από το Guadanamo και τις πολιτικές αποκλεισμού αυτού του κόσμου…”
Όπως και να έχει, με ή χωρίς απαντήσεις, για όποιον τολμήσει αυτό το ταξίδι, το τόσο σκληρά λυτρωτικό, του οφείλεται απεριόριστος και ειλικρινής σεβασμός.
* Η Δήμητρα Β. Μουσιώλη είναι Δικηγόρος-Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια, εξειδικευμένη στην Οικογενειακή Διαμεσολάβηση και στη Διαχείριση Διαζυγίου