Η περίπτωση καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ενός μισθωτού χωρίς ή με σημαντική καθυστέρηση της καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης είναι ένα φαινόμενο πολύ συνηθισμένο σήμερα, είτε γιατί μπορεί να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα ρευστότητας σε μια επιχείρηση είτε γιατί οι εργοδότες – χωρίς να έχουν στ’ αλήθεια τέτοιο πρόβλημα – εκλαμβάνουν την οικονομική κρίση ως ένα καλό άλλοθι για καθυστερήσεις ή ακόμα και για τη ματαίωση των υποχρεώσεών τους. Βέβαια, η μη καταβολή αποζημίωσης απόλυσης και μάλιστα ταυτόχρονα με την εγχείριση του εγγράφου της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας στο μισθωτό, συνιστά τυπικό λόγο ακυρότητας της καταγγελίας και ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να προσβάλει το κύρος μιας τέτοιας απόλυσης ενώπιον των αρμοδίων πολιτικών δικαστηρίων (περισσότερα εδώ). Ωστόσο, η επίκληση αυτής της ακυρότητας – επειδή ακριβώς έχει τεθεί προς το συμφέρον του μισθωτού – είναι σχετική, με την έννοια ότι μπορεί να την επικαλεστεί μόνο ο τελευταίος και εφόσον το επιθυμεί. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο μισθωτός μπορεί – ακόμα κι αν δεν έχει καταβληθεί η αποζημίωσή του – να θεωρήσει την καταγγελία της σύμβασης εργασίας έγκυρη και απλώς να διεκδικήσει την αποζημίωση απόλυσης που δικαιούται. Αυτό το τελευταίο μπορεί να γίνει φυσικά με την άσκηση σχετικής αγωγής ή με άλλους λιγότερο δαπανηρούς τρόπους. Αυτοί οι τρόποι που κοστίζουν λιγότερο ή καθόλου είναι:
α) Η Καταγγελία στην Επιθεώρηση Εργασίας: Το ΣΕΠΕ, βέβαια, δεν είναι δικαιοδοτικό όργανο. Αυτό σημαίνει ότι δεν εκδίδει δεσμευτικές για τον εργοδότη απόφασεις και δεν διαθέτει μέσα εξαναγκασμού προς συμμόρφωση. Είναι μία διοικητική υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας που απλώς διαμεσολάβει για την επίτευξη συμβιβαστικής επίλυσης των διαφορών που ανακύπτουν μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, με αφορμή τις μεταξύ τους συμβάσεις ή σχέσεις εργασίας. Ωστόσο, υποχρεούται να διατυπώνει την απόψή του στο Δελτίο Εργατικής Διαφοράς που συντάσσεται μετά την προσφυγή του μισθωτού και τη συζήτηση, αλλά σε περίπτωση μη συμμόρφωσης του εργοδότη περιορίζεται συνήθως σε μία σύσταση προς τον εργαζόμενο να προσφύγει “στα αρμόδια πολιτικά δικαστήρια”. Βέβαια, το ΣΕΠΕ μπορεί να επιβάλει διοικητικές κυρώσεις (πρόστιμα) στον εργοδότη ή ακόμα να υποβάλει για λογαριασμό του μισθωτού μηνυτήρια αναφορά ενώπιον του αρμόδιου Εισαγγελέα, για τη μη καταβολή της αποζημίωσης του. Η προσφυγή στο ΣΕΠΕ πολλές φορές μπορεί να φέρει αποτελέσματα, τις περισσότερες φορές όμως όχι. Το σίγουρο είναι ότι δεν χάνετε κάτι (ούτε σε κόπο ούτε σε χρήμα). Αντιθέτως, σε περίπτωση που αποφασίσετε να προσφύγετε στα δικαστήρια για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης, έχετε στα χέρια σας ακόμη ένα έγγραφο (το “Δελτίο Εργατικής Διαφοράς”), από το οποίο μπορεί να προκύπτουν – έστω και εμμέσως – οι οφειλές του εργοδότη σας.
β) Η Υποβολή μήνυσης κατά του εργοδότη για μη καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης (Μπορείτε να την υποβάλετε μόνος/η ή μέσω του ΣΕΠΕ). Το εν λόγω αδίκημα προβλέπεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 28 του Ν. 3996/2011. Σύμφωνα με αυτό “κάθε εργοδότης, που παραβαίνει τις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας τις σχετικές με τους όρους και τις συνθήκες εργασίας και συγκεκριμένα τα χρονικά όρια εργασίας, υπό την επιφύλαξη των παραγράφων 5 και 6 του άρθρου 31 του ν. 3904/2010 (Α’ 218), την καταβολή δεδουλευμένων, την αμοιβή, την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων ή την καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι μηνών ή με χρηματική ποινή τουλάχιστον εννιακοσίων (900) ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές”. Η ποινική απόφαση που θα εκδοθεί ΔΕΝ θα σας επιδικάσει χρήματα. Θα επιβάλλει ποινή φυλάκισης και χρηματική ποινή στον εργοδότη σας. Υπό το φόβο μίας ποινικής καταδίκης (ακόμα κι αν δεν μπει φυλακή), είναι πολύ πιθανό να πληρώσει. Στο ποινικό δικαστήριο για παράβαση του παραπάνω νόμου δεν επιτρέπεται παράσταση πολιτικής αγωγής, δηλαδή δεν επιτρέπεται να παρασταθείτε με δικηγόρο. Εξάλλου, δεν σας χρειάζεται δικηγόρος (αυτό σημαίνει ότι γλιτώνετε τα έξοδα παράστασης).
ΠΡΟΣΟΧΗ: Η προθεσμία για την καταβολή της αποζημίωσης απόλυσης είναι εξάμηνη και ξεκινά από την επομένη της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας. Οι παραπάνω δυνατότητες που σας παρέχει ο νόμος ΔΕΝ αναστέλλουν την αποσβεστική προθεσμία για τη δικαστική διεκδίκηση της αποζημίωσης.