Γιατί όποιος ξεχνά την ιστορία του, είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει …!
Η εκδίκηση 1.500.000 θυμάτων μετά από 100 χρόνια…
της Φανούλας Αργυρού*
Ο διακεκριμένος δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δικαστικός, ακαδημαϊκός και συγγραφέας Βρετανός (με αυστραλιανή καταγωγή) Geoffrey Robertson QC, στο βιβλίο του «Μια άβολη Γενοκτονία – Ποιος τώρα θυμάται τους Αρμενίους;» (το οποίο εξασφάλισα) στο Κεφάλαιο 7 αναφέρεται εκτεταμένα σε μια σειρά από επίσημα βρετανικά έγγραφα του Φόρεϊν Όφις, τα οποία ανάγκασε το τελευταίο να αποδεσμεύσει, μετά από μια δύσκολη και επίμονη αίτηση βάσει του περί Ελευθερίας της Πληροφόρησης Νόμου (Freedom of Information Act).
Τα έγγραφα είναι πρόσφατα. Των χρόνων πρωθυπουργίας Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν, και αποκαλύπτουν την υποκρισία και απάτες που χρησιμοποίησε το Φόρεϊν Όφις για να αποφεύγει να ενοχλεί την Τουρκία. Το 1999, με πρωτοβουλία ορισμένων λόρδων, είχε γίνει κατορθωτό το ξεκίνημα συζήτησης στη Βουλή των Λόρδων της Αρμενικής Γενοκτονίας (με 1.500.000 θύματα), οπόταν το Φόρεϊν Όφις προέβη σε «συμβουλές» προς τους υπουργούς του πώς να χειρίζονται το θέμα και πώς να απαντούν, αποφεύγοντας
πάση θυσία να κατηγορήσουν την Τουρκία για Γενοκτονία.
πάση θυσία να κατηγορήσουν την Τουρκία για Γενοκτονία.
Και ξεκινά ο συγγραφέας το κεφάλαιο 7:
«Με περισσότερη επιρροή από τους αρνητές της Γενοκτονίας είναι εκείνοι που συγκαλύπτουν με διάφορους τρόπους την αλήθεια – εκείνοι οι αξιωματούχοι που χαράσσουν πολιτική στη Δύση, που δεν γνωρίζουν, και στην πραγματικότητα δεν τους ενδιαφέρει κατά πόσο έγινε Γενοκτονία, των οποίων οι πρώτιστες έγνοιες είναι να αποφύγουν να ενοχλήσουν την Τουρκία.
Γι’ αυτόν τον λόγο, αξίζει σοβαρής μελέτης η στρατηγική που ετοίμασαν οι μανδαρίνοι του Υπουργείου Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας του Ηνωμένου Βασιλείου για να εξαπατήσουν τους πολιτικούς μάστορές τους (και μέσω αυτών και τους Βρετανούς πολίτες), στο να νομίζουν πως το κατά πόσο υπήρξε Αρμενική Γενοκτονία είναι θέμα σοβαρής διαφωνίας.
Το 2009 εξασφάλισα ένα Mνημόνιο, που ετοιμάστηκε από το Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας (Φόρεϊν Όφις) κατά την περίοδο των Εργατικών Κυβερνήσεων μεταξύ 1997-2009 πρωθυπουργίας Τόνι Μπλερ και Γκόρντον Μπράουν, παρόλο που η στρατηγική αυτή ξεκίνησε από τον καιρό του καθεστώτος Θάτσερ, όταν η Τουρκία έγινε σημαντική εμπορικά για τη Βρετανία και τη γεωστρατηγική της πολιτική…».
Έγραφε το εν λόγω Μνημόνιο προς τους υπουργούς:
«…Όμως δεδομένων των σχέσεών μας (πολιτικών, στρατηγικών και εμπορικών) με την Τουρκία, και ότι αναγνωρίζοντας τη Γενοκτονία δεν θα υπάρξει κανένα πρακτικό όφελος προς το Ηνωμένο Βασίλειο ή στους ελάχιστους διασωθέντες από τις δολοφονίες που είναι ακόμα σήμερα ζωντανοί, ούτε θα βοηθήσει την επαναπροσέγγιση μεταξύ Αρμενίας και Τουρκίας, η σημερινή γραμμή (πολιτικής) είναι η μόνη εφικτή εκλογή…
Η Τουρκία είναι νευραλγική και αμύνεται σε κατηγορίες γενοκτονίας, παρόλο που τα γεγονότα έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, εις αντίθεση με τη μοντέρνα Τουρκία…» (Σελίδες, 159, 160, 163, 173). «[But given the importance of our relations (political, strategic and commercial) with Turkey, and that recognising the genocide would provide no practical benefit to the UΚ or the few survivors of the killing still alive today, nor would it help a reapprochement between Armenia and Turkey, the current line is the only feasible option… Turkey is neuralgic and defensive about the charge of genocide, despite the fact that the events occurred at the time of the Ottoman Empire, as opposed to modern day Turkey…]».
Το Φόρεϊν Όφις, στην απάτη του αυτή, της ενσυνείδητης και υποκριτικής συγκάλυψης των τουρκικών εγκλημάτων, δεν δίσταζε, γράφει ο συγγραφέας, να χρησιμοποιεί τις προπαγανδιστικές υπέρ των Τούρκων θέσεις τριών «ιστορικών» αρνητών της Γενοκτονίας παρά τα δικά του πλούσια αρχεία των χρόνων της Γενοκτονίας.
Τα βρετανικά έγγραφα φανέρωσαν ότι ο Τούρκος Πρέσβης στο Λονδίνο, με την έναρξη της συζήτησης στη Βουλή των Λόρδων το 1999, ξεκίνησε και ο ίδιος μια έντονη αλληλογραφία προς το Φόρεϊν Όφις, η οποία συνεχίστηκε για τα επόμενα χρόνια μεταξύ των υφυπουργών Keith Vaz, Joyce Quin και Βαρόνης Scotland. Ο Keith Vaz, μάλιστα, υπερηφανεύτηκε στον Τούρκο Πρέσβη ότι το Φ.Ο. αρνήθηκε να περιλάβει τις σφαγές των Αρμενίων στην ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος.
Τελικά η στάση του Φόρεϊν Όφις άρχισε να αλλάζει σύμφωνα με το πιο πρόσφατο έγγραφο του Φ.Ο. με οδηγία William Hague και David Liddigton (της νέας Συντηρητικής κυβέρνησης), οι οποίοι έλαβαν πλέον υπ’ όψιν τη νομική γνώμη που εξέδωσε ο G. Robertson για το θέμα το 2009, καταρρίπτοντας πλήρως τόσο την τουρκική άρνηση όσο και τη βρετανική στάση. (Σύνδεσμος εδώ ).
Οι William Hague και David Liddigton αποφάνθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2013 ότι «πρέπει να καταστήσουμε βέβαιο ότι η προσέγγισή μας δεν παρεξηγείται ως έλλειψη αναγνώρισης για τις άθλιες συνθήκες των γεγονότων 1915-1916. Θα είναι ορθό να συμμετέχουμε πιο ενεργά στα 100χρονα των γεγονότων το 2015». (Η ημερομηνία Μνήμης της Αρμενικής Γενοκτονίας είναι η 24η Απριλίου).
Και κλείνει το κεφάλαιο 7 ο συγγραφέας επισημαίνοντας ότι τώρα το Φ.Ο. εγκατέλειψε την ψεύτικη δικαιολογία, ότι δεν υπάρχει αρκετή μαρτυρία, και περιορίζεται στην αποφυγή της χρήσης της λέξης Γενοκτονία. «Πρέπει να πάει πιο πέρα. Πρέπει να σταματήσει να μιλά για τραγωδία. Να χρησιμοποιεί τη σωστή λέξη, τα γεγονότα του 1915 δεν ήταν τραγωδία αλλά έγκλημα. Ένα έγκλημα εναντίον της ανθρωπότητας – όπως είχε πει η Βρετανία το 1915 και πρέπει να το επαναλάβει το 2015».
Παραλληλισμός με ίδια πολιτική έναντι του Κυπριακού
Όμως, τα έγγραφα που εξασφάλισε ο συγγραφέας έχουν και μιαν άλλη διάσταση σε σχέση με το Κυπριακό. Οι άνθρωποι στο Φόρεϊν Όφις την περίοδο εκείνη ήσαν: Geoff Hoon, Κeith Vaz, Joyce Quin, βαρόνη Scotland και βαρόνη Kinnock. Οι ίδιοι, κατά τη διάρκεια της απόφασης του Αγγλικού Εφετείου υπέρ του Μ. Αποστολίδη εναντίον των Όραμς.
Στις 20 Ιουλίου 2009, λοιπόν, η υφυπουργός Ευρώπης Βαρόνη Κλένις Κίνοκ έστειλε επιστολή στους δικαστές του Αγγλικού Εφετείου, με σκοπό να τους επηρεάσει ως προς την απόφασή τους στην υπόθεση Μελέτη Αποστολίδη εναντίον του ζεύγους Όραμς και αυτό κατόπιν τουρκικών απαιτήσεων. Επιτροπή, αποτελούμενη από οργανώσεις των Τουρκοκυπρίων Λονδίνου σε συνεργασία με το λεγόμενο τουρκοκυπριακό εμπορικό επιμελητήριο στα κατεχόμενα, είχε καταθέσει στον Βρετανό πρωθυπουργό Γκόρντον Μπράουν υπόμνημα με 12.000 υπογραφές, ζητώντας βρετανική επέμβαση στη δικαστική απόφαση!
Η επιστολή Κίνοκ εξόργισε τόσο πολύ τους Δικαστές για το θράσος να τολμήσουν να επηρεάσουν την απόφαση του Δικαστηρίου, που αποκάλυψαν την απαράδεκτη προσπάθεια του Φόρεϊν Όφις σε δύο παραγράφους της Απόφασης.
(Σχετικές δημοσιεύσεις της γράφουσας στην «Ελευθερία Λονδίνου» 25 Ιουνίου 2009 σελ. 2 «Τ/κ ζητούν από τους Βρετανούς να ανατρέψουν την απόφαση εναντίον των Όραμς!» και 29 Ιανουαρίου 2010 σελ.25 «Το Foreign office προσπάθησε να παρέμβει πολιτικά στο Εφετείο προς όφελος των Τούρκων» – αρχείο εφημερίδας www.eleftheria.co.uk).
*Ερευνήτρια/συγγραφέας, Λονδίνο
ΠΗΓΗ: http://www.sigmalive.com/simerini/analiseis/226159/i-ekdikisi-1500000-thymaton-meta-apo-100-xronia
——————————–
Ανοικτή επιστολή του Αρμιντ Βέγκνερ όπως αυτή δημοσιεύτηκε στις 19 Ιανουαρίου 1919 προς τον Αμερικανό Πρόεδρο Ουίλσον.
«Ως αυτόπτης μάρτυς της φοβερής καταστροφής του Αρμενικού έθνους, από της απαρχής της στις εύφορες πεδιάδες της Ανατόλια, μέχρι της τελικής εξοντώσεως των θλιβερών επιζησάντων στις όχθες του Ευφράτη, θεωρώ χρέος μου να εκθέσω τις απαίσιες εκείνες σκηνές που είδα με τα ίδια μου τα μάτια κατά την διάρκεια δύο περίπου ετών και οι οποίες δεν πρόκειται ποτέ ν’ απαλειφθούν από την μνήμη μου.
Όταν η τουρκική κυβέρνηση την άνοιξη του 1915 άρχισε την εκτέλεση του διαβολικού της σχεδίου για την εξάλειψη ενός εκατομμυρίου Αρμενίων, όλα τα έθνη της Ευρώπης αιμορροούσαν ακόμη από το πρόσφατο πλήγμα το οφειλόμενο στην τραγική και κοινή παρεξήγηση και δεν υπήρχε κανείς που να ήταν σε θέση να εμποδίση τους Τούρκους τυράννους στην εκτέλεση μέχρις εσχάτων αυτού του σχεδίου που μπορεί να συγκριθή μόνο με τις πράξεις ενός σχιζοφρενούς. Και έσυραν όλους αυτούς τους ανθρώπους — άνδρες, γυναίκες, ανήμπορους γέρους, παιδιά, εγκύους μητέρες και άκακα μωρά— στην Αραβική έρημο με κανένα άλλον σκοπόν παρά να τους αφήσουν να πεθάνουν από την πείνα.
Πήραν τους Αρμενίους από τις κατοικίες όπου είχαν ζήσει για περισσότερο από δύο αιώνες, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Αυτοκρατορίας, από τις ορεινές περιοχές μέχρι τις ακτές της θάλασσας του Μαρμαρά και την εύφορη γη του Νότου και τους ανάγκασαν να προχωρήσουν μέχρι αυτή την έρημο,με τον απώτερον σκοπό να τους μεταφυτέψουν κυριολεκτικά στην παράξενη αυτή γη. Ακόμη και αν ήταν ο σκοπός αυτός ο πραγματικός, είναι αντίθετος σε κάθε ανθρώπινο αίσθημα. Κτυπούσαν τους άνδρες με τα ρόπαλα, τους έδεναν μεταξύ τους με σχοινιά και αλυσίδες και τους έρριχναν στα ποτάμια ή τους
γκρέμιζαν στις χαράδρες με σπασμένα μέλη. Τα γυναικόπαιδα τα πουλούσαν στις αγορές των σκλάβων. Έσερναν τους γέρους και τα αγόρια με φοβερές απειλές στα καταναγκαστικά έργα. Ούτε όμως αυτά ήταν αρκετά. Κάνοντας το έγκλημά τους ακόμη πιο ανεξίτηλον, έσερναν τους ανθρώπους αυτούς, αφού τους είχαν πάρει τους αρχηγούς και τους εμψυχωτάς τους, έξω από τις πόλεις που ζούσαν, σε οποιαδήποτε ώρα της μέρας ή της νύχτας, μισόγυμνους. Λεηλατούσαν μπροστά στα μάτια τους τα σπίτια τους, έκαιγαν τα χωριά τους, κατάστρεφαν τις εκκλησιές ή τις έκαναν τζαμιά, άρπαζαν τα κοπάδια τους, τα αμάξια τους, και το ψωμί από τα χέρια των θυμάτων τους και τα ρούχα από πάνω τους. Οι αξιωματούχοι —στρατιωτικοί, πολίτες, ακόμη και βοσκοί— παράβγαιναν ο ένας τον άλλον στο όργιό τους αυτό της σφαγής και της καταστροφής, τραβώντας έξω από τα σχολεία ορφανά κορίτσια για να τα χρησιμοποιήσουν στον κορεσμό των κτηνωδών επιθυμιών τους, έδερναν με ρόπαλα γυναίκες που πέθαιναν ή που περίμεναν παιδί, οι οποίες ούτε να συρθούν δεν ήταν ικανές. Τις χτυπούσαν, μέχρι που έπεφταν οι ταλαίπωρες στο δρόμο και πέθαιναν εκεί, μετατρέποντας το χώμα σε ματωμένη λάσπη. Οι ταξιδιώται που περνούσαν από το δρόμο γύριζαν τα μάτια τους αλλού για να μη βλέπουν αυτό το απαίσιο κοπάδι που ήταν συνέχεια σε κίνηση με τόσο άγριες φοβέρες. Και στα χάνια που σταματούσαν εύρισκαν νεογέννητα μωρά που μόλις είχαν ταφή στην αυλή και οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από κομμένα κεφάλια αγοριών, που τα είχαν σηκώσει σε διαμαρτυρία για τα μαρτύριά
τους.
Ομάδες που όταν ξεκίνησαν από την πατρική τους γη στην ορεινή Αρμενία αποτελούνταν από χιλιάδες, μόλις που έφταναν μερικές εκατοντάδες στο Αλέππο, ενώ οι περιοχές που ήσαν πάνω στο δρόμο τους ήταν σκεπασμένες από πρησμένα, μαυρισμένα πτώματα, που μόλυναν την ατμόσφαιρα έτσι όπως ήσαν αφημένα, βιασμένα, γυμνά. Άλλα τα πετούσαν στον Ευφράτη για να θρέψουν τα πεινασμένα ψάρια. Καμμιά φορά οι χωροφύλακες τους ρίχναν για να διασκεδάσουν μερικά ξεροκόμματα, που δεν έκαναν τίποτ’ άλλο παρά να παρατείνουν το μαρτύριό τους.
Ακόμα και μπροστά στις πύλες του Αλέππο δεν τους άφηναν να ξεκουραστούν. Για λόγους σκοπιμότητας οι ομάδες αυτές σέρνονταν συνεχώς, ξυπόλυτες, επί χιλιάδες μίλια, κάτω από ένα καυτερό ήλιο, μέσα από τους βράχους και τις στέππες, εξαντλημένες απ’ τον πυρετό και τις αρρώστειες, μέσα από τροπικά έλη, στην αγριάδα της ερήμου. Πέθαιναν εκεί, κατακρεουργημένοι από τους Κούρδους, λεηλατημένοι απ’ τους χωροφύλακες, τουφεκισμένοι, δηλητηριασμένοι, στραγγαλισμένοι, θερισμένοι απ’ τις επιδημίες, πνιγμένοι, θύματα της πείνας και της δίψας. Τα πτώματά τους έμεναν εκεί για να σαπίσουν ή για να φαγωθούν απ’ τα τσακάλια.
Τα παιδιά πέθαιναν από το κλάμα, άντρες έρριχναν τα κορμιά τους στους βράχους, μάνες πετούσαν τα παιδιά τους ή έπεφταν μαζί τους στον Ευφράτη, τραγουδώντας. Πέθαναν όλους τους θανάτους του κόσμου, τους θανάτους όλων των εποχών… Λόφοι ολόκληροι από σώματα ήσαν στιβαγμένα στο καραβανσεράι, μισοπεθαμένα, περιμένοντας το τέλος τους, χωρίς να βρεθή κανένας να τους λυπηθή. Πόσον καιρό μπορούσαν να κρατήσουν ακόμα την ταλαίπωρη ύπαρξή τους, ψάχνοντας για κανένα κόκκο καλαμπόκι μέσ’ στις τροφές των ζώων ή τρώγοντας ωμά τα ξεραμένα χόρτα; Όλα αυτά, όμως, είναι ελάχιστα παραδείγματα απ’ όσα έχω δει και απ’ όσα έχω ακούσει.
Η Τουρκία έχει απαρνηθή για πάντα το δικαίωμα να αυτοκυβερνάται».
υ.γ η φωτογραφία που απεικονίζει Γερμανούς και Τούρκους στρατιωτικούς, με κεφάλια άτυχων Αρμενίων τραβήχτηκε από τον Αρμίντ Βέγκνερ… Το ίδιο ακριβώς έκαναν και οι Ναζί που πόζαραν πίσω από τα θύματα του ολοκαυτώματος
—————————————–
ΤΡΕΙΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΕΣ, ΜΙΑ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ
Γράφει ο Νίκος Χειλαδάκης
Στις αρχές του εικοστού αιώνα διαπράχτηκε η φρικτή γενοκτονία των χριστιανών της Μικράς Ασίας, των χριστιανών της Ανατολής, Αρμενίων, Ελλήνων και Ασσυρίων. Σχεδόν εκατό χρόνια μετά ο καιρός ωρίμασε ώστε με μια κοινή στρατηγική να προωθηθεί η διεθνής αναγνώριση αυτής της γενοκτονίας συνολικά.
«Δεν είχε ακόμα χαράξει, έλεγε ο πατέρας μου, όταν όλο το χωριό ξεκίνησε με θρήνους συνοδεία μερικών ζαπτιέδων, (Τούρκων χωροφυλάκων), παίρνοντας τον δρόμο της εξορίας, με πολύ λίγα από τα υπάρχοντά τους, αφού τα πάντα έπρεπε να τα εγκαταλείψουν, γυναίκες, παιδιά και γέροι. Οι άνδρες είχαν συλληφθεί τις προηγούμενες μέρες και είχαν οδηγηθεί μακριά από το χωριό, στη γειτονική Kαισάρεια. Ύστερα από πορεία μερικών ωρών φτάσαμε στην Kαισάρεια και εκεί που πλησιάζαμε στην πλατεία της πόλης, από την κεφαλή της πορείας άρχισε ένας σπαρακτικός θρήνος που σε λίγο έφτασε και σε μας και μας κάλυψε. Αντικρίσαμε ένα φοβερό θέαμα. H πλατεία είχε μετατραπεί σε ένα δάσος με αγχόνες με τα άψυχα σώματα των αγαπημένων μας να κρέμονται. O θρήνος ξέσκιζε τον ουρανό, γυναίκες σφιχταγκάλιαζαν τα μικρά τους και περνούσαν μπροστά από τις κρεμάλες χωρίς να τους επιτρέπεται να σταματήσουν έστω και λίγο. Άλλες έπεφταν λιπόθυμες, κλαίγοντας σπαρακτικά τραβώντας τα μαλλιά τους. Οι ζαπτιέδες τις χτυπούσαν βάναυσα υποχρεώνοντάς τις να προχωρήσουν. Αδιάφορο για τον θρήνο των γυναικών, ένα χαμίνι, τουρκόπαιδο, ξυπόλυτο, τριγυρνούσε μέσα στις αγχόνες, καγχάζοντας και τραβώντας από τα πόδια τα σώματα των κρεμασμένων, τα έφτυνε, τα κουνούσε πέρα δώθε, και φώναζε χλευαστικά, -Που είναι η Αρμενία σας;. Το πρωινό αεράκι φυσούσε κάνοντας τα άψυχα αθώα σώματα να αιωρούνται μέσα σε μια μακάβρια μελωδία που δημιουργούσαν οι τριγμοί από τα σχοινιά και τις αγχόνες».
Από το βιβλίο, «Η Αρμενική Γενοκτονία» του Kαραμπέτ Kαλφαγιάν, (Αρμένιος ιστορικός συγγραφέας)
«Στην διάρκεια της νύχτας οι οργανωμένες συμμορίες εξακολούθησαν την λεηλασία της πόλεως και κατά την αυγή εξακολουθούσαν να ρίχνονται πολύ δυνατοί πυροβολισμοί μπροστά στα σπίτια. Βγήκαμε αμέσως έξω οι τέσσερις μας και είδαμε το πιο φρικτό θέαμα που θα μπορούσε να ονειρευτεί κανείς. Η ορδή που είχε μπει στην πόλη ήταν οπλισμένη με γκράδες και τυφέκια του ιππικού. Ένα σπίτι ήταν μέσα στις φλόγες. Από όλες τις διευθύνσεις οι χριστιανοί έτρεχαν προς την παραλία προσπαθώντας να βρουν βάρκες για να φύγουν με αυτές αλλά από την νύχτα κιόλας δεν είχε μείνει καμία. Άκουγε κανείς κραυγές τρόμου ανακατεμένες με τους κρότους των πυροβολισμών. Ο πανικός ήταν τέτοιος ώστε μια γυναίκα με το παιδί της πνίγηκε σε νερό βάθους εξήντα εκατοστών. Ο κ. Carlier είδε ένα φρικτό θέαμα. Ένας Έλληνας στέκονταν μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του μέσα στο οποίο ήταν η γυναίκα του και η κόρη του και όπου ήθελαν να μπουν οι ληστές. Η χειρονομία αυτή του στοίχισε την ζωή γιατί τον πυροβόλησαν στο στομάχι. Ενώ έτρεχε τρικλίζοντας προς την θάλασσα τον πυροβόλησαν ξανά από πίσω και το πτώμα του κείτονταν εκεί επί δυο μέρες. Ευτυχώς υπήρχαν στο λιμάνι δύο ατμόπλοια και κατορθώσαμε να επιβιβάσουμε σε αυτά τους δυστυχείς χριστιανούς σε μικρές ομάδες. Παρά όμως τις προσπάθειες μας οι ταλαίπωροι αυτοί άνθρωποι είχαν τέτοια βία να φύγουν ώστε αναποδογύρισαν τις μικρές βάρκες. Μιας αποκρουστική λεπτομέρεια απέδειξε τον κυνισμό της ορδής εκείνης, η οποία με την πρόφαση του αφοπλισμού των φευγόντων λήστευε αδιάντροπα τους κακόμοιρους και τρομοκρατημένους αυτούς ανθρώπους από τα τελευταία τους υπάρχοντα. Οι ληστές άρπαζαν με την βία από γριές δέματα και κλινοσκεπάσματα. Με κατάβαλε αγανάκτηση και τόσο σιχάθηκα βλέποντας αυτές τις ελεεινές σκηνές, ώστε έπιασα ένα αξιωματικό της χωροφυλακής και του κραύγασα ότι αν δεν σταματήσουν αυτό το πράγμα θα έπαιρνα ο ίδιος ένα όπλο και θα πυροβολούσα επάνω στους ληστές. Αυτό έφερε το αποτέλεσμα που ήθελα και οι δυστυχείς εκείνοι μπόρεσαν αν επιβιβαστούν με ότι είχαν μπορέσεις να σώσουν από την καταστροφή πράγμα που δείχνει ότι η όλη επιχείρηση θα μπορούσες εύκολα να αποφευχθεί. Η λεηλασία όμως είχε σταματήσει μόνο στην δική μας γειτονιά. Παραπέρα είδαμε πόρτες να σπάζονται και άλογα και γαϊδούρια να φορτώνονται με λάφυρα. Αυτό συνεχίστηκε όλη την μέρα και κατά το βράδυ ανέβηκα σε ένα μικρό λόφο και είδα καμιά εκατοστή καμήλες φορτωμένες με τα λάφυρα της πόλεως. Περάσαμε εκείνη την νύχτα μέσα σε αγωνία αλλά δεν συνέβη τίποτα. Την άλλη μέρα ξανάρχισε η μεθοδική λεηλασία της πόλης. Και τότε άρχισαν να φτάνουν οι πληγωμένοι. Επειδή δεν υπήρχε γιατρός ανέλαβα εγώ να τους δώσω τις πρώτες βοήθειες προτού τους επιβιβάσουμε σε πλοία για την Μυτιλήνη. Βεβαιώνω ότι όλοι εκείνοι οι πληγωμένοι με εξαίρεση δυο ή τρεις ήταν επάνω από εξήντα ετών. Ανάμεσα τους υπήρχαν και γριές επάνω από ενενήντα ετών που είχαν πυροβοληθεί και είναι δύσκολο να φανταστεί κάνεις ότι είχαν τραυματιστεί υπερασπιζόμενες τα αγαθά τους. Επρόκειτο απλούστατα περί σφαγής». ( Από την σφαγή το 1914 της μικρασιατικής Φώκαιας, της μητρόπολης της γαλλικής Μασσαλίας, περιγραφή από το βιβλίο, «Η κατάρα της Ασίας» του γενικού προξένου των ΗΠΑ στην Εγγύς Ανατολή, George Horton, Εκδόσεις The BOBBS-MERRIL COMPANY)
«Στις 25 Φεβρουαρίου 1915, οι τουρκικές και κουρδικές δυνάμεις επιτέθηκαν στο χωριό της Gulpashan, ένα από τα πιο ευημερούντα ασσυριακά χωριά της περιοχής της Urmia. Σχεδόν όλοι οι άνδρες του χωριού πυροβολήθηκαν και σκοτώθηκαν ενώ οι περισσότερες από τις γυναίκες είχαν βιαστεί από τις τουρκικές ορδές. Στις 5 Μάρτη 1915 περίπου 800 Ασσύριους που παρέμειναν στη Salamas, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν ηλικιωμένοι, με μερικές από τις φτωχότερες και νεότερες γυναίκες, συγκεντρώθηκαν στην πλατεία του χωριού και εκτελέστηκαν. Τον Απριλίου του 1915 έγιναν σφαγές στην περιο0χή της σε Gawar όπως και σε άλλες περιοχές των Ασσυρίων. Ο αριθμός των μαρτύρων είναι άγνωστος. Οι σφαγές συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες. Οι Τούρκοι σε συνεργασία με τις γειτονικές κουρδικές φυλές περικύκλωσαν 600 ασσυριακά σπίτια, στο χωριό Tel Mozilt. Μετά την καταγραφή του πληθυσμού πήραν όλους τους άνδρες που βρήκαν μεταξύ των ηλικιών 12 και 70 και τους έθεσαν σε περιορισμό. Το επόμενο πρωί, οι κρατούμενοι μεταφέρθηκαν σε μια περιοχή όπου τους εκτέλεσαν εν ψυχρώ . Μετά από κάποιες διαφωνίες μεταξύ των Κούρδων και των Τούρκων αξιωματούχων σχετικά με το τι να κάνουν με τα νέα αγόρια και κορίτσια που έμεναν πίσω, ο στρατός αποφάσισε να τους σκοτώσει, και αυτούς. Περίπου 1.500 παιδιά, μεταξύ των οποίων ο Αιδεσιμότατος Gabrial, (ένας κοκκινομάλλης γενειοφόρος ιερέας), δολοφονήθηκαν». (μαρτυρία του Agha Ayoob Hamzah, προσωπικού φίλου του Ιερέα). Από το βιβλίο του Gorgis, Διάκονος Asman Alkass, Jirah Fi Tarikh Αλ-Συρίας, εκδόσεις Trans. Subhi Younan. 1980. Σελ. 24).
ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος
www.nikosxeiladakis.gr
Διαβάστε περισσότερα στοιχεία για τις γενοκτονίες χριστιανικών λαών της Τουρκίας σε: