Στην προκείμενη περίπτωση ο προσφεύγων είχε ασκήσει έγκληση με παράσταση πολιτικής αγωγής για τέλεση ποινικών αδικημάτων (κακουργημάτων) και μετά από μια χρονοβόρα διαδικασία εν τέλει ο Άρειος Πάγος αναίρεσε το αναιρεσιβληθέν βούλευμα και επαναχαρακτήρισε την αξιόποινη πράξη σε πλημμέλημα. Εν συνεχεία τερμάτισε την ποινική δίωξη που αφορούσε τα πραγματικά περιστατικά που έλαβαν χώρα το 2001 λόγω παραγραφής. Στην απόφαση του το Δικαστήριο παρατηρεί ότι «στην υπό κρίση υπόθεση, η πολιτική αγωγή που άσκησε ο προσφεύγων στις 16 Αυγούστου 2004 έμεινε εκκρεμής ενώπιον των δικαστηρίων για μεγάλο χρονικό διάστημα – περίπου πέντε ετών όσον αφορά τις πράξεις που τελέστηκαν το 2001 και πεντέμισι ετών όσον αφορά τις πράξεις που τελέστηκαν το 2004- πριν διαπιστώσουν αντίστοιχα το Δικαστικό Συμβούλιο του Αρείου Πάγου και το Πλημμελειοδικείο Αθηνών, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, την παραγραφή των εν λόγω αδικημάτων. Επομένως, οι αδικαιολόγητες καθυστερήσεις που παρατηρήθηκαν κατά τη διαδικασία ενώπιον των αρμοδίων δικαστικών οργάνων είχαν ως συνέπεια να μην μπορεί να εκδοθεί απόφαση για το αίτημα αποζημίωσης του προσφεύγοντος από τα ποινικά δικαστήρια».
Κατόπιν αυτού το Δικαστήριο έκρινε ότι ο προσφεύγων υπέστη ηθική βλάβη λόγω της παραβίασης του δικαιώματός του για πρόσβαση σε δικαστήριο το οποίο προστατεύεται από το άρθρο 6 της Σύμβασης, ότι η ηθική βλάβη δεν αποζημιώνεται επαρκώς από τη διαπίστωση της παραβίασης και επομένως συντρέχει λόγος να επιδικάσει στον προσφεύγοντα το ποσό των 3.500€ λόγω ηθικής βλάβης, συν κάθε ποσό που μπορεί να οφείλεται ως φόρος. (legalnews24.gr)