|
|
Στην υπόθεση της Siemens «το πολιτικό σύστημα αποδείχθηκε ανίκανο για την αυτοκάθαρσή του και νομίζω ότι αυτό θα μας καταδιώκει μέχρι να ξεκαθαρίσουμε τι έχει συμβεί», είπε χαρακτηριστικά ο πρώην υπουργός Σήφης Βαλυράκης, που διετέλεσε πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για το σκάνδαλο της Siemens, κατά την κατάθεσή του στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής για την υπόθεση.
«Η υπόθεση Siemens ξεκίνησε ως σκάνδαλο διαφθοράς και εξελίχθηκε σε σκάνδαλο συγκάλυψης», τόνισε και πρότεινε την καταγγελία του εξωδικαστικού συμβιβασμού με το γερμανικό κολοσσό.
«Αν η κυβέρνηση θεωρεί ότι αποτελεί εμπόδιο ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, θα πρέπει να ζητήσει από τη Βουλή την καταγγελία της σύμβασης και την κατάργηση της σχετικής νομοθετικής ρύθμισης», είπε, καλώντας την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας «να δώσει σε αυτή τη συγκυρία ένα παράδειγμα εθνικής στράτευσης».
«Το πολιτικό σύστημα, η κυβέρνηση, οι Ανεξάρτητες Αρχές, η Ανεξάρτητη Αρχή για την Καταπολέμηση της Νομιμοποίησης Προϊόντων Εγκλήματος, η Ανεξάρτητη Αρχή για την Προστασία του Ελεύθερου Ανταγωνισμού, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, τα αρμόδια υπουργεία κ.λπ., δεν ανταποκρίθηκαν μέχρι στιγμής, ούτε στην περαιτέρω προσπάθεια πλήρους διερεύνησης του σκανδάλου, ούτε στην προάσπιση των συμφερόντων του Δημοσίου, αλλά ούτε και στην επιβολή κυρώσεων και προστίμων στην εταιρεία Siemens», υπογράμμισε ο κ. Βαλυράκης και υπενθύμισε πως η Βουλή σε δύο συνεδριάσεις της δεν έδωσε ψήφο για περαιτέρω διερεύνηση του σκανδάλου Siemens, ούτε καν αξιολόγησης του κατατεθέντος από την Εξεταστική Επιτροπή πορίσματος, από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, παρά το ότι ομόφωνα το πρότεινε η Εξεταστική Επιτροπή.
«Η Εξεταστική Επιτροπή ανέδειξε το οργανωμένο διασυνοριακό έγκλημα», τόνισε ο κ. Βαλυράκης.
«Aπέδειξε ότι η Siemens υπερτιμολογούσε τις συμβάσεις της και αύξανε το “κόστος” των συμβάσεων κατά 10%. Παρήγαγε έτσι 8% χρήμα για να δωροδοκεί υπηρεσιακούς παράγοντες και 2% για να δωροδοκεί, να χρηματοδοτεί κόμματα και μέλη των κυβερνήσεων». «Αποδείχθηκε ότι υπήρχε εγκληματική οργάνωση μέσα στη Siemens που στόχευε στη διοχέτευση μαύρου χρήματος. Συστηματικές δωροδοκίες κρατικών υπαλλήλων και στελεχών στο σύνολο των δομών του ελληνικού κράτους. Σκοπός ήταν να εξασφαλιστεί προνομιακή θέση στον ανταγωνισμό για τις προμήθειες του δημόσιου τομέα», δήλωσε χαρακτηριστικά, για να συμπληρώσει ότι στο πόρισμα της εξεταστικής υπήρχε παραπεμπτικό για 12 άτομα συνολικά που υπήρξαν υπουργοί – της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ προφανώς – και είχε προτείνει τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για τη διερεύνηση των ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών.
Το αποτέλεσμα ήταν όμως κάτι τέτοιο η Βουλή να μην το δεχτεί, όπως και να μη σταλεί η υπόθεση για περαιτέρω διερεύνηση από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, όπως είχε ζητήσει», κατέθεσε ο πρώην υπουργός.
Ο κ. Βαλυράκης άσκησε κριτική και στη Δικαιοσύνη, για την οποία ανέφερε ότι εξέταζε τις υποθέσεις που αφορούσαν την εταιρεία με διαφορετικούς κάθε φορά δικαστικούς λειτουργούς, γεγονός που δεν επέτρεπε τη συνολική διερεύνηση της υπόθεσης. Υπενθύμισε ακόμα ότι τότε η Βουλή δεν υπερψήφισε την πρόταση της επιτροπής για διερεύνηση ποινικών ευθυνών και ότι δεν δέχτηκε η υπόθεση να πάει για περαιτέρω διερεύνηση στο αρμόδιο δικαστικό όργανο.
Από την πλευρά της η πρόεδρος της Βουλής Ζωή Κωνσταντοπούλου αμφισβήτησε την εγκυρότητα του εξωδικαστικού συμβιβασμού με τη Siemens, τονίζοντας πως «η πραγματικότητα είναι ότι ουδέποτε εγκύρως καταρτίστηκε η σύμβαση, με την οποία χαρίστηκαν οι αξιώσεις του ελληνικού Δημοσίου».
Η κ. Κωνσταντοπούλου αποτίμησε θετικά το ενδεχόμενο να κληθεί αυτοτελώς η Siemens για εξέταση από την Επιτροπή θεσμών και Διαφάνειας.
«Είναι εξόχως προβληματικό να αισθάνεται και να αντιλαμβάνεται μια θεσμική επιτροπή της Βουλής ότι η Siemens και η όποια Siemens και η κάθε Siemens απολαμβάνει ιδιότυπης ή ιδιώνυμης ασυλίας, είναι όμως στην ευθύνη μας και στην αρμοδιότητά μας να μην επιτρέψουμε αυτή η ασυλία τελικά να γίνει ατιμωρησία, διάβρωση και άλωση και του πολιτικού συστήματος», σημείωσε.
|