Μπορεί η Κυβέρνηση κι η Ηγεσία της Ε.Ε. να αναχθούν στο επίπεδο ενός Ιάσονα ή Οδυσσέα;
Του Κυριάκου Κόκκινου –Δικηγόρου
Ιδρυτή Κίνησης Οργανικότητας ΚΟΣΜΟΠΟΛΙΣ
Αντιπροέδρου Συνδέσμου Ελλήνων Βατραχανθρώπων
Ο αποσυμβολισμός του γνωστού μύθου των Αργοναυτών και της Οδύσσειας για τη Σκύλα και τη Χάρυβδη, έχει πολλά να προσφέρει στην αντιμετώπιση της δραματικής κρίσης, που αντιμετωπίζει η σύγχρονη Ελλάδα κι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με το μύθο μία από τις ακραίες προκλήσεις ζωής και θανάτου που αντιμετώπισε ο Ιάσονας με τους Αργοναύτες του κι ο Οδυσσέας στο ταξίδι της επιστροφής του στην Ιθάκη, υπήρξε η αντιμετώπιση δύο τρομερών τεράτων, που ήταν εγκαταστημένα σε δυο σκοπέλους. Η Σκύλλα είχε έξι πάρα πολύ μακρείς λαιμούς κι έξι φριχτά κεφάλια, με τρία σαγόνια το καθένα· δηλαδή το κάθε στόμα της είχε τρεις σειρές δόντια, που έσταζαν δηλητήριο. Η Χάρυβδη κατοικούσε στην απέναντι μεριά κι από το στόμα της ξερνούσε μαύρο νερό. Η Χάρυβδη μπορούσε να μετατρέπει το στενό πέρασμα σε μια τεράστια ρουφήχτρα· τρεις φορές τη μέρα ρουφούσε το νερό και τρεις φορές το ξανάβγαζε με φοβερή ταχύτητα. Έτσι, αν τύχαινε και βρισκόταν κανείς κοντά τις στιγμές που το ρουφούσε, δεν είχε ελπίδες να γλιτώσει. Ούτε καν ο ίδιος ο Ποσειδώνας δεν μπορούσε να επέμβει και να βοηθήσει τους προστατευόμενούς του. Λίγοι μόνο ήρωες είχαν καταφέρει να ξεφύγουν από τα επικίνδυνα τέρατα. Ο Ιάσονας με το καράβι του, την Αργώ, είχε διασχίσει το πέρασμα με επιτυχία, χάρη όμως στην προσωπική φροντίδα και επίβλεψη της θεάς Ήρας, περικυκλωμένη από Νηρηίδες, που την προστάτευαν, με πλοηγό την ίδια τη Θέτιδα. Ο Ηρακλής, ατρόμητος όπως πάντα, δε δίστασε ούτε στιγμή ν’ αναμετρηθεί μαζί τους, όταν βρέθηκε στην περιοχή. Μετέφερε τα βόδια του Γηρυόνη και η λαίμαργη Σκύλλα του άρπαξε ένα. Τότε όρμησε γεμάτος οργή και την έκανε κομμάτια. Ο Φόρκης, ο πατέρας της, έτρεξε τότε και την ξαναέφερε στη ζωή. Ο πολυμήχανος Οδυσσέας χρειάστηκε, επίσης, να περάσει ανάμεσά τους, γλυτώνοντας το θάνατο με τις οδηγίες και συμβουλές της Κίρκης. Εχοντας υπόψη της ότι η Χάρυβδη είναι πάρα πολύ επικίνδυνη, κυρίως όταν ρουφά το νερό, πέρασε πιο κοντά στη Σκύλλα, χάνοντας έξι άνδρες του, κρίνοντάς το ως προτιμότερο, παρά να χαθεί ολόκληρο το καράβι στη φοβερή ρουφήχτρα της Χάρυβδης. Ο Οδυσσέας παρ’ όλα αυτά βγήκε αρματωμένος στην πλώρη για να υπερασπιστεί μ’ αυτόν τον τρόπο το πλήρωμά του, αλλά δεν κατάφερε τίποτα, γιατί μέσα στην αναταραχή δεν μπορούσε να διακρίνει καθαρά τι γινόταν.
Τι είναι αυτό, που ήθελαν να μας μεταφέρουν σε επίπεδο συμβολισμών οι ανωτέρω μύθοι και πώς θα μπορούσε αυτό να κάνει πιο ξεκάθαρες τις επιλογές μας μπροστά στα κρίσιμα διλήμματα της πρωτόγνωρης κρίσης που αντιμετωπίζουμε, ως Έλληνες κι Ευρωπαίοι;
Α. Κατ’ αρχάς χρήσιμο θα ήταν να αντιληφθούμε ότι πλήρωμα στην Αργώ ή στο πλοίο του Οδυσσέα, δεν είναι αποκλειστικά οι Έλληνες, αλλά όλοι οι Ευρωπαίοι και χωρίς να θέλω να ακουστώ υπερβολικός όλη η ανθρωπότητα.
Τα δεινά, τους κινδύνους και το θάνατο, τα αντιμετωπίζουμε όλοι μας, ως μέρη, έστω ακόμη ασυνείδητα, ενός
ευρύτερου οργανισμού, ο οποίος αντιπροσωπεύει, κατά την δική μου αντίληψη περί Οργανικότητας, τόσο ένα έθνος με μέλη του-κύτταρα τους πολίτες του, όσο και ένα υπερεθνικό οργανισμό, ως η Ευρωπαϊκή Ένωση, με όργανά του τα μέλη – κράτη ή και το σύνολο της ανθρωπότητας, με όργανα τα έθνη και κύτταρα τους ανθρώπους. Αυτό που συμβαίνει σε ένα μέλος του πληρώματος επηρεάζει άμεσα όλους τους υπόλοιπους. Άρα δεν υπάρχει καμμία λογική δυνατότητα να αδιαφορήσει κάποιος γι’ αυτό που συμβαίνει στο διπλανό του, είτε είναι άνθρωπος είτε λαός, γιατί αυτό επηρεάζει και τη δυνατότητα επιβίωσης κι ευημερίας και του ίδιου. Η συνειδητοποίηση αυτή όμως δεν αρκεί να γίνεται από λίγους, αλλά οφείλει να επικοινωνείται επαρκώς, ώστε η αντίληψη αυτή να κυριαρχήσει και στους άλλους λαούς και θεσμικούς συλλογικούς φορείς.
Υπό την έννοια αυτή η σημαντικότερη ίσως αδυναμία της Ελληνικής Πολιτικής Ηγεσίας, είναι ότι ούτε η ίδια έχει συνειδητοποιήσει ότι τόσο οι Έλληνες, όσο και οι Ευρωπαίοι, αλλά κι οι υπόλοιποι άνθρωποι, αντιμετωπίζουμε τα αυτά προβλήματα, βράζοντας κυριολεκτικά στο ίδιο καζάνι. Η μη συνειδητοποίηση ότι η λύση στην κρίση χρέους , που αποτελεί συνέπεια μίας σύγκρουσης των λαϊκών συμφερόντων για αξιοπρεπή διαβίωση, με τα συμφέροντα των λίγων κι απάνθρωπων εκπροσώπων, αυτού που κατ’ ευφημισμό ονομάζουμε Αγορές, μας αφορά όλους , ναρκοθετεί κι υπονομεύει τη δυνατότητα εξεύρεσης πραγματικής διεξόδου. Κυρίως γιατί εγκλωβίζει τις προσπάθειες της Ελληνικής κι Ευρωπαϊκής ηγεσίας σε ένα άκρως συγκρουσιακό μοντέλο αναζήτησης λύσης, όπου κυριαρχεί η κοινή πλάνη και στα δύο μέρη, ότι λύση θα έλθει με την κυριαρχία του ενός επί του άλλου και την καταρράκωση της αξιοπρέπειας και συμφερόντων του ενός. Τεράστια πλάνη!
Η λύση απαιτεί αλλαγή αντίληψης για την κοινότητα τόσο των συμφερόντων όσο και των κινδύνων, εκ της οποίας θα ξεπηδήσει το συνεργατικό, το ΟΡΓΑΝΙΚΟ, μοντέλο αντιμετώπισης κρίσεων. Μέσα απ’ αυτό και με βάση τις ορθές αρχές της επιστήμης της διαπραγμάτευσης, θα αναδυθεί η λύση, που δεν θα αποτελεί όλεθρο και καταρράκωση καμμίας πλευράς, αλλά εκ της οποίας κι οι δύο θα έχουν τη πεποίθηση της μέγιστης δυνατής επιτυχίας για το καλό τόσο του μέρους όσο και του συνόλου, ως αποτέλεσμα όμως συλλογικής συνείδηση και προσπάθειας.
Η άγνοια αυτού του γεγονότος, καθιστά αδύνατη την επικοινώνηση της αλήθειας αυτής και στα υπόλοιπα μέλη του οργανισμού, που λέγεται Ευρωπαϊκή Ένωση, δηλαδή τους λαούς της, τα οποία ως κι οι Έλληνες έχουν πέσει θύματα μία τεράστιας διαστρέβλωσης της πραγματικής φύσης του προβλήματος και των πιθανών λύσεών του, θεωρώντας τους Έλληνες ως ένα λαό, που επιχειρεί άκοπα κι άδικα να γλυτώσει την πληρωμή των οφειλομένων εις αυτούς. Η παραδοχή της αλήθειας αυτής είναι ικανή να μεταμορφώσει τους ασυνείδητα και παράλογα συγκρουόμενους ανθρώπους, θεσμούς και συλλογικούς φορείς, σε συνεργαζόμενα κύτταρα του ενιαίου οργανισμού, που καλούνται να εργαστούν πλέον μαζί για το κοινό καλό τους.
Β. Η επιτυχής αντιμετώπιση των ακραίων προκλήσεων και κινδύνων δεν είναι ποτέ ατομική υπόθεση, αλλά αποτέλεσμα συλλογικής και συνειδητής συνεργασίας για την επίτευξη ενός κοινά αποδεκτού σκοπού, που εκφράζει ένα σύστημα ανώτερων αρχών κι αξιών.
Οφείλουμε πριν επιχειρήσουμε να δώσουμε απαντήσεις στα προβλήματα, να ξεκαθαρίσουμε , ως Έλληνες κι Ευρωπαίοι, πριν απ’ όλα, ποιοι είναι οι κοινά αποδεκτοί κι επιδιώξιμοι σκοποί μας. Ο Οδυσσέας και το πλήρωμά του αντιμετώπισαν κινδύνους και πολλοί χάθηκαν, ποθώντας όλοι τους να επιστρέψουν στην Ιθάκη κι οι Αργοναύτες για να φθάσουν στον προορισμό τους στην Κολχίδα.
Εμείς, ως Έλληνες κι Ευρωπαίοι, αποδεχόμαστε άραγε ότι η ενότητα ανθρώπων και λαών, σε ευρύτερους οργανισμούς, αποτελεί μία ανάγκη κι υπό προϋποθέσεις είναι ο μόνος δρόμος, που μπορεί να εξασφαλίσει την ευημερία κι αξιοπρεπή, ασφαλή και με δίκαιο τρόπο διαβίωση των ανθρώπων; Απαντώ αυτονόητα ναι, πλην όμως η ένωση αυτή οφείλει να υπηρετεί κοινά αποδεκτές αρχές κι αξίες, γιατί προφανώς κι οι εγκληματίες ενώνονται για να πετύχουν τους ανόμους σκοπούς τους. Υπό την έννοια αυτή Οργανική Ένωση αποτελεί μόνον αυτή, που προάγει τη συνειδητοποίηση του αναγκαίου ρόλου εκάστου εντός του όλου οργανισμού, καθιστώντας τον αναπόσπαστο μέλος του, σε μία αδιάρρηκτη κι αμοιβαία επωφελή ενότητα. Η ενότητα αυτή οφείλει να προάγει τη συνείδηση εκάστου και το σεβασμό του ρόλου του εντός του συνόλου, την ελευθερία να επιτελεί το ρόλο αυτό και την εξασφάλιση των αρχών της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης, ευημερίας κι ασφάλειας. Η επιτέλεση αυτών των αναγκαίων συνθηκών ελέγχονται ανά πάσα στιγμή κι η εκτροπή εξ αυτών, εκφράζει την εκδήλωση των σύγχρονων οικονομικών – πολιτικών κρίσεων, σε τοπικό και διεθνές επίπεδο, που αποτελούν τις ασθένειες των επιμέρους κι ευρύτερων Οργανικών Ενοτήτων, ως τέτοια αποτελεί κι η Ελλάδα κι η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Υπό το πρίσμα των αρχών αυτών είναι πασίδηλο ότι η ασθένεια ενός οργανισμού, είτε λέγεται Ελλάδα είτε Ευρωπαϊκή Ένωση είτε Ανθρωπότητα δεν θεραπεύεται με την αυτοκτονία του, αλλά με την επαναφορά του στην εφαρμογή των αρχών, που διέπουν την ορθή κι αποτελεσματική λειτουργία του.
Τούτο δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί με μόνη την επικέντρωση των θεραπευτικών μεθόδων επί του ασθενούντος οργάνου, αλλά με την ενεργοποίηση όλου του οργανισμού για την ενίσχυση κι επαναφορά του ως σύνολο στην υγιή λειτουργία του. Ούτε βεβαίως και το άτομο ή συλλογικό όργανο, ως ένα κράτος, μπορεί να αναλάβει μόνο του να βρει κι εφαρμόσει τις κατάλληλες λύσεις, κονταροχτυπώντας τον αέρα σαν άλλος Δον Κιχώτης, αλλά έχει ανάγκη να χτίσει μακροχρόνιες κι υγιείς συμμαχίες και συνεργασίες, για να προσπαθήσει μαζί με όσους έχει συνδεθεί, να επιδιώξει την επίτευξη των κοινών στόχων.
Στο ερώτημα επομένως του εάν λύση στο πρόβλημα κρίσης χρέους της Ελλάδας κι όλων των χωρών της υφηλίου, αποτελεί η έξοδός της κι η ενεργοποίηση πιθανής διάλυσης της ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαντώ ανεπιφύλακτα αρνητικά. Η ευημερία εξακολουθεί να έχει ανάγκη την ένωση υπό τις ορθές αρχές, αλλά και την εφαρμογή αποτελεσματικής θεραπείας του μέρους και του όλου, που ασθενεί, με μέτρα και συνθήκες, που εξασφαλίζουν βεβαίως και την επιβίωση και την επάνοδο στο βέλτιστο επίπεδο λειτουργίας τους. Η θεραπεία αυτή οφείλει να αναφέρεται όμως τόσο στην Ελλάδα όσο και στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κι Ανθρωπότητας, με τρόπο συνεργατικό κι ΟΡΓΑΝΙΚΟ και καθόλου συγκρουσιακό!
Τούτο σημαίνει ότι και η Ελλάδα οφείλει να βελτιωθεί και θεραπευθεί με επώδυνα έστω μέτρα, αλλά το ίδιο οφείλει να πράξει κι η Ευρωπαϊκή Ένωση, λαμβάνοντας κατάλληλα νομισματικά μέτρα, περιορίζοντας σε ένα βιώσιμο επίπεδο τις απαιτήσεις της, επιμερίζοντας τα βάρη, που επωμίζεται δυσανάλογα η Ελλάδα κι οι χώρες του νότου κι αναδιανέμοντας τα τεράστια κέρδη, που επωφελήθηκαν η Γερμανία κι άλλες χώρες, ακόμη κι εν μέσω και λόγω της κρίσης.
Οι εκβιασμοί, οι απειλές, μπλόφες και εφαρμογές νόμων περί παιγνίων, είναι αναμενόμενες τακτικές επιβίωσης, σε ένα ακόμη πολύ ατελώς ενωμένο κι ασυνείδητα διασυνδεδεμένο σύστημα, ως είναι τόσο η Ευρωζώνη όσο κι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην πορεία αυτά τα μέσα οφείλουν να αντικατασταθούν από ένα πλαίσιο ειλικρινούς κι αμοιβαία επωφελούς συνειδητής συνεργασίας, το οποίο διαρκώς θα διευρύνεται κι αυτοελέγχεται ως προς την πορεία του και την τήρηση των κοινά αποδεκτών αρχών, που εφαρμόζει, για την υγεία κι ευημερία όλων των μερών του. Αν τα ανωτέρω δεν επιτευχθούν στη βάση των ανώτερων αυτών αρχών, τότε η αυτοδιάλυση του οργανισμού είναι νομοτελειακά δεδομένη, με δυσμενέστατες συνέπειες για όλα τα μέρη.
Γ. Οι ακραίες προκλήσεις και κίνδυνοι της ζωής, έχουν πάντοτε συνέπειες κι ενίοτε για να αντιμετωπισθούν από το σύνολο, απαιτούν θυσίες επί μέρους συμφερόντων του, που όμως οφείλουν να προάγουν το κοινό καλό.
Η ζωή και τα πρακτικά προβλήματά της, που εμφανίζονται, ως ένα είδος σχολείου, για την επιμόρφωση των ανθρώπων επί του τρόπου, των αρχών και της οδού επίτευξης της αληθούς ευημερίας τους, δεν μπορεί να μετρηθεί κι αποδοθεί με την ακρίβεια μαθηματικών μοντέλων. Κάθε πράξη μπορεί να έχει θετικά και αρνητικά αποτελέσματα και κάθε επιλογή να αφορά πολυσύνθετες παραμέτρους. Αυτό που μας διδάσκει η ιστορία είναι ότι η πρόοδος του συνόλου πολλές φορές απαίτησε θυσίες του, ενίοτε πολύ βαριές. Κανείς δεν μπορεί άλλωστε να έχει τη λογική προσδοκία ότι θα επιτύχει το 100% του στόχου του και μάλιστα χωρίς προσπάθεια και θυσίες.
Κάπως έτσι ισχύει και για την Ελλάδα. Δεν είναι δυνατόν να προσδοκούμε να ζούμε χωρίς τήρηση των κανόνων , χωρίς να συμμαζέψουμε τα του οίκου μας και να απαιτούμε να εξάγουμε το μοντέλο της ζωής μας, των τελευταίων δεκαετιών – γιατί στο παρελθόν αυτό ήταν αδιανόητο για συντεταγμένη κι ευνομούμενη πολιτεία – και στο διεθνές περιβάλλον μας, στον ευρύτερο οργανισμό της Ε.Ε., όπου είμαστε ενταγμένοι.
Οφείλουμε εμείς πρώτοι και καλλίτεροι να απαιτήσουμε να ληφθούν μέτρα εσωτερικής εξυγίανσης, πρωτοφανούς έκτασης κι αποτελεσματικότητας κι αυτό το μοντέλο να μεταδώσουμε, ως νοητός Φάρος της ανθρωπότητας.
Είμαι βέβαιος ότι είμαστε ικανοί να κάνουμε το θαύμα, ως έτσι θεωρείται άλλωστε και το επίτευγμά μας εν καταστάσει μεγάλης ύφεσης να επιτύχουμε, με τεράστιες θυσίες, πρωτογενή πλεονάσματα, μέσα σε μία περίοδο 5 ετών! Αυτό όμως έχει μία κατ’ εμέ προϋπόθεση. Τα μέτρα – θυσίες, όσο σκληρά και να είναι, πρέπει να δύνανται να εξυγιάνουν την πολιτεία και να είναι αναγκαία κι ικανά να μας θεραπεύσουν και βγάλουν οριστικά από το πρόβλημα. Αυτό δεν είναι κάτι θεωρητικό. Είναι μετρήσιμο, μαθηματικό και πολύ πρακτικό. Αν το χρέος είναι τέτοιου ύψους, που καθίσταται αδύνατη η αποπληρωμή του, τα μέτρα δεν είναι δυνατόν να είναι τέτοια, που να καθιστούν το κράτος αποικία χρέους, να το υποδουλώνουν σε ξένα συμφέροντα και να υπονομεύουν την αξιοπρεπή διαβίωση του λαού του, να του αφαιρούν κάθε δυνατότητα μελλοντικής επιβίωσης, με αξιοπρέπεια και να οδηγούν σε ξεπούλημα της περιουσίας του, αφού χωρίς αυτήν δεν μπορεί κανένας λαός να επιτελέσει το ρόλο του. Οφείλουμε επομένως να διαμορφώσουμε κι υπερασπιστούμε με κοινή συναίνεση, τις κόκκινες γραμμές μας. Γιατί αν το καράβι είναι βέβαιο ότι πλησιάζοντας στη Χάρυβδη, οδηγείται στον καταποντισμό του, δεν είναι νοητό να επιλέγεις αυτή τη διαδρομή, ελπίζοντας στην παρέμβαση ουράνιων δυνάμεων, που επίσης δεν θα παρέμβουν ενάντια στην ελεύθερη ανθρώπινη βούλησή σου, ακόμη και για την αυτοκαταστροφή σου. Οφείλεις να επιλέξεις εναλλακτική οδό, τέτοια που ακόμη και μέσα από τις αναγκαίες θυσίες, να οδηγεί στη λύτρωση, αγωνιζόμενος συνεχώς ακόμη κι αν φαντάζει ότι δεν υπάρχει καμμιά ελπίδα.
Με βάση τους παραπάνω συλλογισμούς θεωρώ ορθή στρατηγικά τη συνεχιζόμενη σκληρή διαπραγμάτευση, μια κι η οριστική επίλυση του προβλήματος του χρέους δεν είχε διασφαλιστεί από καμμία προηγούμενη κυβέρνηση.
Ορθή επίσης θεωρώ και την επιλογή πίεσης μέσω του δημοψηφίσματος, αλλά παντελώς εσφαλμένη την προετοιμασία της χώρας, η οποία βρέθηκε να κάνει την κίνηση αυτή χωρίς καμμία συμμαχία , ευρισκόμενη αντιμέτωπη με όλη την Ευρώπη.
Παντελώς εσφαλμένη κι η επικοινωνιακή τακτική της κυβέρνησης, μέλη της οποίας απέδειξαν την άγνοια κι απειρία τους για τις αρχές της διαπραγμάτευσης, αφού έφθασαν να κοινολογούν σε τηλεοπτικά κανάλια την πεποίθησή τους ότι η Ε.Ε. θα υποχωρούσε στο εκβιασμό της, λόγω του υψηλότατου κόστους της κρίσης στα συμφέροντά της. Μετά από τέτοιες δημόσιες ανακοινώσεις γκρεμίζεις τις γέφυρες αξιοπρεπούς υποχώρησης του άλλου μέρους, αφού σε τέτοια περίπτωση αυτό θα φαίνεται ως ήττα κι αποδοχή της εκβίασης, κάτι που είναι αδύνατο να αποδεχθεί οιοσδήποτε σέβεται τον εαυτό του, ιδιαίτερα σε θεσμικό επίπεδο.
Περαιτέρω θεωρώ ότι η επιλογή είτε του ΟΧΙ είτε του ΝΑΙ στο δημοψήφισμα, που αποφάσισε η Βουλή για τις 5/7/2015, με βάση τόσο το ερώτημα που θέτει, όσο και τις αυτονόητες παραμέτρους, που καθένας μπορεί να εξάγει από τις συνθήκες, είναι αυτονόητο ότι περιλαμβάνει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και μοιάζει πράγματι με την επιλογή μιας επώδυνης διαδρομής, μεταξύ της Σκύλας ή της Χάρυβδης!
Θα βοηθούσε τον καθένας μας, πριν δώσει κάποια απάντηση, να αναλογιστεί κι απαντήσει με σύνεση στα ακόλουθα ερωτήματα:
Ποιος είναι ο κοινά αποδεκτός στόχος;
Συμφωνούμε ότι έχουμε ευθύνη ως λαός για την κατάσταση, που βρεθήκαμε κι ότι έχουμε ανάγκη θεραπείας, ακόμη κι επώδυνης;
Συμφωνούμε ότι κι η Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία κατ’ επιλογή ανήκουμε και θέλουμε να ανήκουμε, έχοντας συνδέσει μαζί της μεγάλα και αυτονόητα συμφέροντά μας, πάσχει επίσης και χρειάζεται κι η ίδια γιατρειά κι όχι διάλυση και καταστροφή κι ότι κι εμείς αποτελούμε αναγκαίο μέρος της θεραπείας της;
Συμφωνούμε ότι η επιλογή μας θα πρέπει να προάγει μία βιώσιμη οριστική λύση στο οργανικό πρόβλημα, ατομικό και συλλογικό, που είτε προκαλέσαμε από κοινού και με άλλους είτε στο οποίο παγιδευτήκαμε, εξαιτίας της εθνικής και διεθνούς ανομίας και της μικρής ή μεγάλης συμβολής των πολιτικών ηγεσιών κι οικονομικών συμφερόντων, στην διάδοση της ασθένειας, που ονομάζεται είτε εγωισμός, είτε ιδιοτέλεια, είτε απληστία είτε ιδιωτεία είτε αδιαφορία για το συλλογικό καλό;
Συμφωνούμε ότι ένα από τα κύρια αίτια του Ελληνικού προβλήματος υπήρξε η επί δεκαετίες λανθασμένη επιλογή της ηγεσίας μας , που βυθίστηκε στη διαφθορά και την εξάρτησή της από αλλότρια, σκοτεινά και άρρωστα συμφέροντα;
Συμφωνούμε ότι στο εξής οι επιλογές μας θα πρέπει να υπηρετούν την ανάγκη ανάδειξης στιβαρής, ανεξάρτητης κι υγιούς ηγεσίας, ικανής να προάγει τις αρχές της φιλοπατρίας, της ενότητας στο εσωτερικό και διεθνές περιβάλλον, της διαφάνειας, δικαιοσύνης, αξιοκρατίας, ευημερίας κι αλληλεγγύης;
Συμφωνούμε ότι όπως εμείς έχουμε τα ανωτέρω δικαιώματα, τα ίδια κι αυτά δικαιώματα έχουν κι οι υπόλοιποι λαοί της Ευρώπης, αλλά κι όλης της Ανθρωπότητας;
Συμφωνούμε ότι η λύση στην κρίση δεν είναι δυνατόν να συνιστά ταυτόχρονα καταρράκωση της αξιοπρέπειας και νίκη κανενός επί του άλλου, ούτε αποτέλεσμα βίαιης ή εκβιαστικής επιβολής, αλλά προϊόν συνείδησης της οργανικής μας διασύνδεσης;
Αν αγαπητοί μου φίλοι συμφωνούμε σε αυτά, κατά την άποψή μου, ό,τι κι αν απαντήσουμε στο δημοψήφισμα, δεν έχει σημασία, αν δεν καταστήσουμε σαφείς τις ανωτέρω αρχές κι απόψεις μας, τόσο μέσα στην Ελλάδα, στην πολιτική ηγεσία και τους πολίτες της, όσο και μέσα στην Ευρώπη και στους διεθνείς θεσμικούς φορείς, που έχουν ρόλο στη λύση του γόρδιου δεσμού!
Αν όμως καταστήσουμε σαφείς τις ανωτέρω αρχές μας κι ακολουθήσουμε μία αποφασιστική και συνεπή πορεία προς αυτές, τότε ό,τι κι αν απαντήσουμε, θα είναι ένα μεγάλο ΝΑΙ για να παύσουν οι ανούσιες διαιρέσεις μας, ανάλογα με ταξικές, κομματικές, ιδεολογικές ή άλλης φύσεως διακρίσεις , για να προχωρήσουμε στην αυτοθεραπεία μας και στην αναγκαία επιλογή, ενίσχυση και προστασία των εκπροσώπων μας, που έχουν τη συνείδηση και την ισχύ να υπηρετήσουν με συνέπεια τις αξίες αυτές. Ακόμη κι ένα Όχι θα είναι ταυτόχρονα ένα μεγάλο ΝΑΙ στην ενεργό συμμετοχή όλων μας, στη θεραπεία του οργάνου και του οργανισμού, της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κύτταρα των οποίων κι αποτελούμε.
Αν επομένως το δημοψήφισμα δεν επιτελέσει το έργο του, ως μέσο πίεσης μέχρι το Σάββατο, τότε θα πρέπει με σοφία και σύνεση να επιλέξουμε ποια από τις δύο απαντήσεις, εκπροσωπεί τη Χάρυβδη, που πρέπει πάσει θυσία να αποφύγουμε, το οποίο κι αποτελεί ατομική ευθύνη εκάστου πολίτη να το αποφασίσει, με βάση τα γνωστά σε όλους δεδομένα και κινδύνους.