Μια εξέλιξη που ανατρέπει τα έως τώρα δεδομένα και ενδεχομένως τους σχεδιασμούς της ελληνικής πλευράς, στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης με τους εταίρους – δανειστές, έλαβε χώρα την Τρίτη, στο Λουξεμβούργο, σχεδόν αθόρυβα. Συγκεκριμένα, η Ολομέλεια του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε την απόφαση για την υπόθεση Gauweiler, η οποία έχει να κάνει με το αν και κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει νομικά τη δυνατότητα να παρεμβαίνει και να αγοράζει –μαζικά και απεριόριστα, αν χρειαστεί– τίτλους χωρών-μελών της Ευρωζώνης. Η απόφαση της Ολομέλειας του ΔΕΕ ήταν θετική, γεγονός το οποίο ανατρέπει τα έως τώρα δεδομένα στις αγορές, και όχι μόνον.
Στην πραγματικότητα, η απόφαση αυτή είναι μια «βόμβα». Κι αυτό, γιατί δίνει τη δυνατότητα στην ΕΚΤ να λειτουργήσει ως «παγοθραυστικό» σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και με την παρέμβασή της να κρατήσει, όσο και όπου χρειαστεί, ζωντανούς και ανέπαφους τους κρατικούς τίτλους χωρών της Ευρωζώνης, οι οποίοι σε μια κρίση θα κινδύνευαν με κατάρρευση. Τι είδους κρίση θα μπορούσε να είναι αυτή; Υπό τις παρούσες συνθήκες, το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι αυτή που θα μπορούσε να προκαλέσει σε ευρωπαϊκό επίπεδο ένα οριστικό ναυάγιο στις διαπραγματεύσεις των δανειστών με την Αθήνα. Τα πράγματα –δυστυχώς για εμάς– είναι πλέον απλά και αντιμετωπίσιμα, με το απαραίτητο τίμημα, για τους υπόλοιπους:
Υποθέτουμε ότι μέχρι το τέλος του μηνός δεν κλείνει συμφωνία και ότι από 1ης Ιουλίου η χώρα μένει εκτός προγράμματος, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Ενα από τα βασικά επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς είναι ότι ο Αρμαγεδδών που θα προκληθεί στις αγορές, σε βάθος διμήνου, μπορεί να καταποντίσει τη μικρή Ελλάδα, ωστόσο θα απειλήσει να «καταπιεί» και την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Κι αυτό γιατί, μεταξύ άλλων, κρατικά ομόλογα χωρών όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία ή η Ιρλανδία, θα καταποντισθούν προκαλώντας αλυσιδωτές επιπτώσεις στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο ή με άλλα ξένα νομίσματα –και όχι μόνον.
Υποθέτουμε ότι μέχρι το τέλος του μηνός δεν κλείνει συμφωνία και ότι από 1ης Ιουλίου η χώρα μένει εκτός προγράμματος, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται. Ενα από τα βασικά επιχειρήματα της ελληνικής πλευράς είναι ότι ο Αρμαγεδδών που θα προκληθεί στις αγορές, σε βάθος διμήνου, μπορεί να καταποντίσει τη μικρή Ελλάδα, ωστόσο θα απειλήσει να «καταπιεί» και την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Κι αυτό γιατί, μεταξύ άλλων, κρατικά ομόλογα χωρών όπως η Ιταλία, η Πορτογαλία, η Ισπανία ή η Ιρλανδία, θα καταποντισθούν προκαλώντας αλυσιδωτές επιπτώσεις στην ισοτιμία του ευρώ με το δολάριο ή με άλλα ξένα νομίσματα –και όχι μόνον.
Αλλάζει την εικόνα
Με τα νέα δεδομένα, ωστόσο, που δημιουργεί η απόφαση για την υπόθεση Gauweiler, η εικόνα αυτή αλλάζει. Κι αυτό, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ παρεμβαίνει στις αγορές και με μαζικές αγορές ομολόγων αποκρούει την επίθεση για όσο χρειαστεί. Αυτός είναι και ο λόγος, που η συγκεκριμένη απόφαση του ΔΕΕ κρίνεται ιστορική για όσους γνωρίζουν. Σε ό,τι αφορά το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί να «κρατηθεί» άμυνα, δεν θα είναι και απεριόριστο. Αν η Φρανκφούρτη, από την πρώτη στιγμή, κινηθεί αποφασιστικά και στείλει το κατάλληλο μήνυμα, η εικόνα στις αγορές θα ισορροπήσει γρήγορα. Πιθανότατα, γρηγορότερα απ’ ό,τι πολλοί, εντός των ελληνικών ορίων, πιστεύουν.
Το αποτέλεσμα; Την ώρα που η Ελλάδα θα απομακρύνεται από την Ευρωζώνη, τα υπόλοιπα μέλη της, ύστερα από μια σοβαρή αναταραχή, θα αρχίσουν να σταθεροποιούνται και να συνέρχονται. Αργά αλλά σταθερά, η εικόνα στις αγορές θα επανέρχεται στην προτέρα, γνωστή, κατάσταση, ενώ στην Ελλάδα θα αρχίσει κατά πάσα πιθανότητα να παίρνει σάρκα και οστά η περιγραφή «πλέω σε αχαρτογράφητα νερά».
Για την ιστορία, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η απόφαση της ολομέλειας του ΔΕΕ προέκυψε με αφορμή την εκπεφρασμένη πρόθεση του προέδρου της ΕΚΤ, το καλοκαίρι του 2012, να παρέμβει αν χρειασθεί και να αγοράσει μαζικά ομόλογα κρατών – μελών της Ευρωζώνης, και κυρίως της περιφέρειάς της, που κι εκείνη την εποχή δέχονταν μεγάλη πίεση. Το γεγονός είχε προκαλέσει πολύ μεγάλη αντίδραση στη Γερμανία, ακόμα και σε υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο, με τους «σοφούς» της γερμανικής οικονομίας να υποστηρίζουν ανοικτά ότι επιχειρείται ανατροπή των θεσμικών κανόνων λειτουργίας της ΟΝΕ.
Λογική εξέλιξη των πραγμάτων ήταν η απόφαση να προσβληθεί στο Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, με το αιτιολογικό ότι μια τέτοια κίνηση δεν συνάδει με την αποστολή της ΕΚΤ. Συγκεκριμένα, όπως είχε υποστηριχθεί τότε, αντίκειται στο άρθρο 123 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ), που απαγορεύει τη νομισματική χρηματοδότηση – παρέμβαση. Τότε ήταν που το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο είχε παραπέμψει την υπόθεση στο ΔΕΕ, ως μόνο αρμόδιο, και τώρα εκδόθηκε η απόφαση.
Με τα νέα δεδομένα, ωστόσο, που δημιουργεί η απόφαση για την υπόθεση Gauweiler, η εικόνα αυτή αλλάζει. Κι αυτό, γιατί σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ παρεμβαίνει στις αγορές και με μαζικές αγορές ομολόγων αποκρούει την επίθεση για όσο χρειαστεί. Αυτός είναι και ο λόγος, που η συγκεκριμένη απόφαση του ΔΕΕ κρίνεται ιστορική για όσους γνωρίζουν. Σε ό,τι αφορά το χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί να «κρατηθεί» άμυνα, δεν θα είναι και απεριόριστο. Αν η Φρανκφούρτη, από την πρώτη στιγμή, κινηθεί αποφασιστικά και στείλει το κατάλληλο μήνυμα, η εικόνα στις αγορές θα ισορροπήσει γρήγορα. Πιθανότατα, γρηγορότερα απ’ ό,τι πολλοί, εντός των ελληνικών ορίων, πιστεύουν.
Το αποτέλεσμα; Την ώρα που η Ελλάδα θα απομακρύνεται από την Ευρωζώνη, τα υπόλοιπα μέλη της, ύστερα από μια σοβαρή αναταραχή, θα αρχίσουν να σταθεροποιούνται και να συνέρχονται. Αργά αλλά σταθερά, η εικόνα στις αγορές θα επανέρχεται στην προτέρα, γνωστή, κατάσταση, ενώ στην Ελλάδα θα αρχίσει κατά πάσα πιθανότητα να παίρνει σάρκα και οστά η περιγραφή «πλέω σε αχαρτογράφητα νερά».
Για την ιστορία, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η απόφαση της ολομέλειας του ΔΕΕ προέκυψε με αφορμή την εκπεφρασμένη πρόθεση του προέδρου της ΕΚΤ, το καλοκαίρι του 2012, να παρέμβει αν χρειασθεί και να αγοράσει μαζικά ομόλογα κρατών – μελών της Ευρωζώνης, και κυρίως της περιφέρειάς της, που κι εκείνη την εποχή δέχονταν μεγάλη πίεση. Το γεγονός είχε προκαλέσει πολύ μεγάλη αντίδραση στη Γερμανία, ακόμα και σε υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο, με τους «σοφούς» της γερμανικής οικονομίας να υποστηρίζουν ανοικτά ότι επιχειρείται ανατροπή των θεσμικών κανόνων λειτουργίας της ΟΝΕ.
Λογική εξέλιξη των πραγμάτων ήταν η απόφαση να προσβληθεί στο Γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, με το αιτιολογικό ότι μια τέτοια κίνηση δεν συνάδει με την αποστολή της ΕΚΤ. Συγκεκριμένα, όπως είχε υποστηριχθεί τότε, αντίκειται στο άρθρο 123 της Συνθήκης Λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΛΕΕ), που απαγορεύει τη νομισματική χρηματοδότηση – παρέμβαση. Τότε ήταν που το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο είχε παραπέμψει την υπόθεση στο ΔΕΕ, ως μόνο αρμόδιο, και τώρα εκδόθηκε η απόφαση.
Πίσω στο 2012, ένα ενδεχόμενο Grexit προκαλούσε ανατριχίλα, κυριολεκτικά. Η Ευρωζώνη και οι θεσμοί της ήταν απροετοίμαστοι για την αντιμετώπιση ενός τέτοιου φαινομένου, με ό,τι θα συνεπαγόταν. Η περίπτωση που αναφέρεται παραπάνω, με την πρόθεση του επικεφαλής της ΕΚΤ να παρέμβει στις αγορές ομολόγων και να στηρίξει τους ευρωπαϊκούς τίτλους, ακόμα και σε θεωρητικό επίπεδο, είχε δεχθεί τέτοια αμφισβήτηση που κατά πάσα πιθανότητα, αν ετίθετο θέμα υλοποίησης μιας τέτοιας απόφασης, να απορριπτόταν.
Ωστόσο, ο καιρός πέρασε, τα προβλήματα, το ένα μετά το άλλο, λύθηκαν και σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη φρόντισαν «να πάρουν τα μέτρα τους». Σήμερα, ένα ενδεχόμενο Grexit παραμένει απευκταίο, ωστόσο εν πολλοίς υποστηρίζεται ότι είναι πλέον αντιμετωπίσιμο. Σε κάθε περίπτωση, οι γραμμές άμυνας που έχουν χαραχθεί, σε οικονομικό επίπεδο τουλάχιστον, είναι πολύ περισσότερες σε σχέση με προ τριετίας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κανείς νοήμων δεν θέλει να δοκιμάσει στην πράξη τον βαθμό ετοιμότητάς τους. Αν κρίνει, ωστόσο, κανείς με βάση την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ), σε Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη κανείς δεν πρόκειται πλέον να αιφνιδιαστεί…
Έντυπη