Ο Πρόκλος, στο «Εις τας Πολιτείας Πλάτωνος υπόμνημα, βιβλίο Β’ (συνέχεια, 2.96-184), 184.1 – 185.23», μας λέγει ότι στον πλατωνικό «Γοργία» έχει προσδιοριστεί ότι αυτοί που υποβάλλονται σε δίκη είναι εκείνοι που ωφελούνται και από τους θεούς και από τους ανθρώπους, ενώ αυτοί που υποβάλλονται σε τιμωρία είναι οι ανίατοι. Πραγματικά, «ἄλλο μὲν τίσις, ἄλλο δὲ δίκη», όπως και τούτο επίσης έχει προσδιοριστεί στο έργο εκείνο. Στους «Νόμους, 728.c» εξάλλου κάνει σαφή διάκριση μεταξύ τιμωρίας και δίκης, όπου και καθιστά ολοφάνερο ότι η τιμωρία αποτελεί έναν τρόπο ίασης. Αυτόν άλλωστε που δεν γνώρισε την τιμωρία κρίνει ορθό ότι πρέπει να τον ονομάζουμε άθλιο με την σκέψη ότι δεν γιατρεύεται. Με την σκέψη επίσης ότι αυτός που γνωρίζει την τιμωρία γιατρεύεται, έστω κι αν άμεσα εξοντώνεται, για να σωθούν κάποιοι άλλοι. Κι αν γιατρεύεται, δεν το παθαίνει αυτό από τον ίδιο τον εαυτό του, αφού ο ίδιος είναι ανίατος, αλλά από τις δυνάμεις του σύμπαντος. Και εφόσον δεν επιτρέπεται να καταστραφεί τελείως το αθάνατο, καταστρέφεται μεν από τον ίδιο τον εαυτό του, σώζεται όμως από τις επιρροές που έρχονται από το σύμπαν και φτάνουν σε αυτό.