Αν βγεις στο δρόμο και ρωτήσεις κάποιον στην τύχη, αν πιστεύει στην ελληνική Δικαιοσύνη θα πάρεις την απάντηση που όλοι έχουν έτοιμη. Η Δικαιοσύνη στη χώρα αυτή μοιάζει με τον ιστό της αράχνης. Τα μικρά έντομα μπλέκονται και εξοντώνονται πάνω του, την ώρα που τα μεγάλα τον σκίζουν και συνεχίζουν να πετούν προς την ελευθερία.
Αν στη χώρα αυτή υπήρχε Δικαιοσύνη, ούτε η διαφθορά θα είχε τέτοια έκταση, ούτε αυτοί που την εκπροσωπούν τέτοιο θράσος. Δεν υποστηρίζω πως εισαγγελείς και δικαστές είναι διεφθαρμένοι, αλλά επιμένω πως το χορό στο χώρο της Δικαιοσύνης καταφέρνουν να σέρνουν οι χειρότεροι. Διεφθαρμένοι και «πιασμένοι» λειτουργοί της Δικαιοσύνης, λαδιάρηδες των θεσμών που ποτέ δεν μάθαμε ποιοι είναι, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει Δικαιοσύνη, καταφέρνουν να σέρνουν πίσω τους την πλειοψηφία των δίκαιων και έντιμων μέσα από την ισχύ που τους έδωσε η διαφθορά που υπηρέτησαν.
Όπως συμβαίνει με όλα σχεδόν τα θεσμικά-συνδικαλιστικά όργανα στη χώρα, έτσι και με αυτά της Δικαιοσύνης, δεν μπήκαν ποτέ στον κόπο να αντιμετωπίσουν αυτή την κατάσταση και να αποκαταστήσουν το κύρος της Δικαιοσύνης. Καταναλώνονται σε παραγοντισμό και έκφραση εσωτερικών συσχετισμών.
Την ώρα για παράδειγμα που η Ελλάδα βοά για τον τρόπο που συντελέσθηκε ένα δικαστικό πραξικόπημα στην υπόθεση Βγενόπουλου, για τον τρόπο που πήρε τη διοίκηση της Εισαγγελίας Εφετών ο Ισίδωρος Ντογιάκος και τον τρόπο που κατά καιρούς ψηφίζονται νόμοι για να καθαρίσουν κάποιοι (όπως ο νόμος των 13 ημερών του Αθανασίου), η Ένωση Εισαγγελέων θεωρεί πως δεν έχει υποχρέωση να πάρει θέση. Περιέργως, όμως, η ίδια Ένωση παίρνει θέση όταν γίνονται αυστηρότεροι νόμοι που αφορούν τη διαφθορά. Έτσι με ανακοίνωσή της η ένωση, τάσσεται κατά της τροπολογίας που ψηφίστηκε σε νομοσχέδιο και δίνει το δικαίωμα στους Εισαγγελείς Οικονομικού Εγκλήματος και Διαφθοράς να χρησιμοποιούν στοιχεία που δεν αποκτήθηκαν νόμιμα, αν αυτά είναι σύμφωνα με κάποιες προϋποθέσεις.
Πρώτος αντέδρασε ο συνταγματολόγος της καρδιάς μας, Βαγγέλης Βενιζέλος, και με καθυστέρηση λόγω γιορτών φαντάζομαι τα μέλη της Ένωσης. Έχω γράψει και άλλη φορά πως νόμοι οι οποίοι έχουν ψηφιστεί και έχουν εμφανιστεί ως ιερές γελάδες της Δημοκρατίας, πολλές φορές καταντούν Ιερά Εξέταση. Μέχρι το 2008, στοιχεία τα οποία αφορούσαν εγκλήματα, σταθμίζονταν αν θα χρησιμοποιηθούν. Όπως αναφέρει το σύνταγμα της χώρας, το υπέρτατο αγαθό είναι το δημόσιο συμφέρον. Άρα αν τα στοιχεία αποκάλυπταν πως το δημόσιο συμφέρον απειλείται μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Ο νόμος άλλαξε το 2008 και στεγανοποίησε ουσιαστικά αυτούς που στρέφονταν ενάντια στο δημόσιο συμφέρον. Αν για παράδειγμα σε κάποιο δικαστήριο παρουσιάζονταν έγγραφα που κάποιος είχε κλέψει και αποκάλυπταν πως ο πρωθυπουργός της χώρας κλέβει τη χώρα, αυτά δεν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Η τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης δίνει σήμερα τη δυνατότητα στον Εισαγγελέα και το δικαστήριο να σταθμίσει αν πρέπει να χρησιμοποιηθούν αυτά τα στοιχεία.
Πρακτικά, δηλαδή, σήμερα μπορούν να χρησιμοποιηθούν λίστες από τράπεζες και άλλα στοιχεία που αποδεικνύουν διαφθορά, αν το δικαστήριο κρίνει ότι αποδεικνύουν πως απειλείται το δημόσιο συμφέρον και υπάρχει έγκλημα που πρέπει να διωχθεί. Σπάει, δηλαδή, η προστασία και η νομική μόνωση των διεφθαρμένων και της διαφθοράς, η χρήση των παραθύρων και των νόμων υπέρ του εγκλήματος του «λευκού κολάρου». Σε αυτό, λοιπόν, το νόμο η Ένωση Εισαγγελέων είπε «όχι» και τον εμφανίζει να αντιβαίνει στο Σύνταγμα.
Γιατί άραγε αρνείται ένα νόμο που λύνει τα χέρια στους εισαγγελείς, τα μέλη δηλαδή της Ένωσης ώστε να χτυπήσουν τη διαφθορά; Αυτό είναι το πρώτο ερώτημα. Το δεύτερο, αφορά την κυβέρνηση: Γιατί δεν προχωρά στη δημοσιοποίηση του Πόθεν Έσχες των Εισαγγελέων για να μάθουμε πόσο τίμιοι είναι αυτοί που διώκουν (ή δεν διώκουν) τους άλλους;