της Ναταλίας Γρίβα, Διεθνολόγου
Τον τελευταίο μήνα έχει παρατηρηθεί στην Ελλάδα μια χειμαρρώδης εισροή μεταναστών και προσφύγων και ανθρώπων που ζητούν άσυλο είτε στην Ελλάδα, είτε επιδιώκουν να φτάσουν σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Όμως τι σημαίνει πρόσφυγας; Ποια είναι αυτά τα κριτήρια τα οποία σε καθιστούν ικανό να αιτηθείς άσυλο; Ποια είναι τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις; Τι προβλέπει η Σύμβαση της Γενεύης και το δίκαιο καταστάσεως των προσφύγων και τι συμβαίνει στην ελληνική πρακτική;
Η συγκεκριμένη ανάλυση σκοπό έχει να δώσει απαντήσεις σε όλα τα παραπάνω
ερωτήματα και να μπορέσει ο αναγνώστης να αντιληφθεί τις εννοιολογικές διαφορές.
Θεμελειώδεις έννοιες – ορισμοί
- Αλλοδαπός / Ημεδαπός
Αλλοδαπός είναι κάθε φυσικό πρόσωπο που δεν έχει την ελληνική ιθαγένεια ή πρόσωπο που δεν έχει ιθαγένεια. Αυτό ορίζει η διάταξη του άρθρου 1α’ του νόμου 3386/2005 για την είσοδο, ένταξη και κοινωνική ένταξη υπηκόων τρίτων χωρών στην ελληνική επικράτεια.
Ημεδαπός είναι ο έχων την ελληνική ιθαγένεια με όποιον τρόπο κι αν την έχει αποκτήσει (γέννηση, πολιτογράφηση κτλπ). Αλλά, συγχρόνως μπορεί να έχει και μία άλλη, ξένη ιθαγένεια.
- Πολυιθαγενής/ ανιθαγενής
Πολυιθαγενής είναι το άτομο εκείνο το οποίο πληροί συγχρόνως τις προυποθέσεις κτήσης της ιθαγέγνειας περισσοτέρων της μιας πολιτειών. Ένα άτομο είναι δυνατόν να έχει διπλή ή πολλαπλή ιθαγένεια είτε από τη γέννησή του επειδή γεννιέται από γονείς διαφορετικής ιθαγένειας είτε μεταγενέστερα με πολιτογράφηση ή με άλλους τρόπους κτήσης ιθαγένειας. Έτσι ένας πολυιθαγενής μπορεί να έχει ελληνική και ξένη ιθαγένεια ή παραπάνω από δύο.
Ανιθαγενής είναι το άτομο που στερείται ιθαγένειας ή το άτομο εκείνο το οποίο δεν θεωρείται πολίτης οποιασδήποτε πολιτείας σύμφωνα με το δίκαιό της.
- Πολιτικός πρόσφυγας
Πολιτικός πρόσφυγας είναι το άτομο εκείνο, το οποίο προστατεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και το Πρωτόκολλο της Ν. Υόρκης του 1967 και ο οποίος συνεπεία δικαιολογημένου φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων βρίσκεται εκτός της χώρας την ιθαγένεια της οποίας έχει και δεν δύναται ή λόγω του φόβου αυτού δεν επιθυμεί να απολαύσει της προστασίας της χώρας αυτής ή χωρίς να έχει κάποια ιθαγένεια είναι ευρισκόμενος συνεπεία παρόμοιων γεγονότων εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του δεν μπορεί, ή συνεπεία του φόβου δίωξης, δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν.
- Αιτών άσυλο / ασυνόδευτος ανήλικος
Αιτών άσυλο είναι το άτομο εκείνο που υπέβαλε για έναν από τους λόγους που προβλέπει η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 και το Πρωτόκολλο της Ν. Υόρκης του 1967 αίτηση να του χορηγηθεί πολιτικό άσυλο και για όσο χρόνο αναμένει την έκδοση της σχετικής απόφασης βρίσκεται σε ειδικό νομικό καθεστώς, αφού τα ως άνω διεθνή συμβατικά κείμενα δεν τον καλύπτουν επειδή αναφέρονται μόνο στους έχοντες ήδη αποκτήσει την ιδιότητα του αναγνωρισμένου πρόσφυγα.
Ασυνόδευτος ανήλικος, είναι ο υπήκοος τρίτης χώρας ή ο ανιθαγενής που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και ο οποίος είτε εισήλθε στην ελληνική επικράτεια χωρίς να συνοδεύεται από τον κατά το νόμο ή το έθιμο υπεύθυνο για την επιμέλειά του ενήλικο είτε βρέθηκε χωρίς συνοδεία μετά την είσοδό του στη χώρα.
- Λαθρομετανάστης / οικονομικός πρόσφυγας
Λαθρομετανάστης είναι ο αλλοδαπός αυτός ο οποίος εισέρχεται ή προσπαθεί να εισέλθει στη χώρα παράνομα.
Οικονομικός πρόσφυγας είναι το άτομο το οποίο επιχειρεί να ξεπεράσει τις απαγορεύσεις των νομοθεσιών για την είσοδο παραμονή κτλπ, στις αγορές εργασίας, προβάλλοντας και νοθεύοντας την έννοια του πολιτικού πρόσφυγα.
Λόγοι που οδηγούν στη διακρίνουσα μεταχείριση των αλλοδαπών
Σε κάθε κράτος υπάρχουν κάποιες εξαιρέσεις οσον αφορά τη νομική κατάσταση και την διακρίνουσα μεταχείριση των αλλοδαπών ως προς τους έχοντες ιθαγένεια. Αυτή η διάκριση οφείλεται κυρίως στην γενικότερη πολιτική του κράτους. Οι λόγοι είναι οι εξής:
- Λόγοι ασφαλείας: σχετίζονται με την εσωτερική και την εξωτερική ασφάλεια του κράτους και των πολιτών του.
- Οικονομικοί και δημοσιονομικοί λόγοι: αναφέρονται στην οικονομική και δημοσιονομική πολιτική του κράτους (ειδικά τέλη, ή κλειστά επαγγέλματα)
- Δημογραφικοί λόγοι: αναφέρονται στην σύνθεση του πληθυσμού της χώρας.
Η Σύμβαση της Γενεύης
Σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης πρόσφυγας θεωρείται κάθε πρόσωπο το οποίο συνεπεία δικαιολογημένου φόβου δίωξης λόγω φυλής, θρησκείας, εθνικότητας, κοινωνικής τάξης ή πολιτικών πεποιθήσεων βρίσκεται εκτός της χώρας την ιθαγένεια της οποίας έχει και δεν δύναται ή λόγω του φόβου αυτού δεν επιθυμεί να απολαύσει της προστασίας της χώρας αυτής ή χωρίς να έχει κάποια ιθαγένεια είναι ευρισκόμενος συνεπεία παρόμοιων γεγονότων εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του δεν μπορεί, ή συνεπεία του φόβου δίωξης, δεν επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτήν.
Από τη στιγμή που ο αιτών – αλλοδαπός χαρακτηρισθεί από τις αρμόδιες ελληνικές αρχές ως πολιτικός πρόσφυγας εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης της Γενεύης και απολαμβάνει των δικαιωμάτων και της προστασίας που του παρέχουν οι διατάξεις αυτής.
Ως πρόσφυγες δεν μπορούν να αναγνωριστούν όσοι έχουν διαπράξει έγκλημα κατά της ειρήνης, έγκλημα πολέμου ή έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, όσοι έχουν διαπράξει αδίκημα του κοινού ποινικού δικαίου πριν να έλθουν στη χώρα όπου ζητούν άσυλο και τέλος, όσοι είναι ένοχοι για ενέργειες που ειναι αντίθετες προς τους σκοπούς και τις αρχές των Ηνωμένων Εθνών.
Οι συμβαλλόμενες στη Σύμβαση της Γενεύης χώρες δεν θα επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις λόγω παράνομης εισόδου ή διαμονής στους πρόσφυγες εκείνους οι οποίοι προέρχονταιαπευθείας από τη χώρα στην οποία απειλείται η ζωή και η ελευθερία τους ή οι οποίοι βρίσκονται ήδη παράνομα στο έδαφος της χώρας, με την επιφύλαξη ότι παρουσιάζονται αμέσως στις δημόσιες αρχές και ότι θα δώσουν επαρκείς εξηγήσεις για τους λόγους που τους ώθησαν στην παράνομη είσοδο ή διαμονή τους. Οπότε για να μη διωχθούν ποινικά χρειάζεται να συντρέχουν δύο προϋποθέσεις: Πρώτος, να απειλείται η ζωή ή η ελευθερία τους και δεύτερον να έρχονται απευθείας από τη χώρα από την οποία απειλούνται.
Δεν διατάσσεται η απέλαση πρόσφυγα ο οποίος διαμένει μόνιμα στο έδαφος των συμβαλλομένων στη Σύμβαση της Γενεύης χωρών παρά μόνο για λόγους εθνικής ασφάλειας ή δημόσιας τάξης.
Με την αρχή της μη – απέλασης / μη επαναπροώθησης (non – refoulement) η Σύμβαση θέλει να προστατέψει τον πρόσφυγα με κάθε τρόπο. Το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο να μην αποσταλεί ο πρόσφυγας σε χώρα όπου θα απειληθεί, βασανισθεί, κακοποιηθεί είτε πρόκειται για χώρα της καταγωγής του είτε για την χώρα της συνήθους διαμονής του.
Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται στους πρόσφυγες που βρίσκονται ήδη στο έδαφος της χώρας όσο και για τους πρόσφυγες που δεν χαρακτηρίσθηκαν ακόμη ως τέτοιοι.
Η αρχή της μη επαναπροώθησης δεν συνιστά υποχρέωση του κράτους υποδοχής για παροχή πολιτικού ασύλου στον κάθε αλλοδαπό που βρίσκεται στα σύνορα και θέλει να εισέλθει στο έδαφος της χώρας.
Παύση της ιδιότητας του πρόσφυγα
Είναι δυνατόν ένα άτομο στο οποίο έχει αναγνωριστεί η ιδιότητα του πρόσφυγα και κατά συνέπεια τα δικαιώματα που η ιδιότητα αυτή επιφέρει σε αυτόν να παύσει να την φέρει από τη στιγμή που διαπιστωθούν ότι υφίστανται ορισμένοι λόγοι οι οποίοι αναφέρονται στη διάταξη του άρθρου 1Γ της Σύμβασης της Γενεύης. Πρόκειται:
- Για την περίπτωση που το άτομο κάνει χρήση με τη θέλησή του της προστασίας της χώρας της οποίας έχει την ιθαγένεια.
- Εάν μετά την απώλεια της ιθαγένειάς του επανέκτησε με τη θέλησή του την ιθαγένεια που είχε προηγουμένως.
- Εάν απέκτησε νέα ιθαγένεια, τότε απολαμβάνει την προστασία της νέας ιθαγένειας.
- Εάν επέστρεψε για να εγκατασταθεί στη χώρα την οποία είχε προηγουμένως εγκαταλείψει,
- Στην περίπτωση που στη χώρα από την οποία είχε φύγει λόγω φόβου δίωξης κτλπ. έπαυσαν να υφίστανται πλέον τα γεγονότα τα οποία τον είχαν εξαναγκάσει να την εγκαταλείψει (π.χ. αλλαγή πολιτεύματος από δικτατορία σε δημοκρατία).
Κανονισμός «Δουβλίνο ΙΙ»
Ο κανονισμός θέτει την αρχή ότι ένα μόνο κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση μιας αίτησης ασύλου. Στόχος είναι η αποφυγή της αποστολής των αιτούντων άσυλο από τη μια χώρα στην άλλη, αλλά επίσης η αποτροπή της κατάχρησης του συστήματος με την υποβολή περισσοτέρων αιτήσεων ασύλου από ένα μόνο άτομο.
Επομένως, ορίζονται αντικειμενικά και ιεραρχημένα κριτήρια, προκειμένου να προσφέρουν τη δυνατότητα προσδιορισμού, για κάθε αιτούντα άσυλο, του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο.
Κριτήρια
Τα κριτήρια για τον προσδιορισμό του κράτους μέλους που είναι υπεύθυνο πρέπει να εφαρμόζονται σύμφωνα με τη σειρά παρουσίασής τους. Θα εφαρμόζονται ανάλογα με την κατάσταση που επικρατεί κατά τη στιγμή που ο αιτών το άσυλο υπέβαλε για πρώτη φορά την αίτησή του σε κράτος μέλος.
- Αρχή της ενότητας των οικογενειών
Εάν ο αιτών άσυλο είναι ασυνόδευτος ανήλικος, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησής του είναι το κράτος μέλος στο οποίο ευρίσκεται νομίμως ένα μέλος της οικογένειάς του, εφόσον αυτό είναι προς το μείζον συμφέρον του ανηλίκου. Εάν δεν υπάρχει μέλος της οικογένειας, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το κράτος μέλος στο οποίο ο ανήλικος υπέβαλε την αίτησή του για άσυλο.
Για τους ενήλικους, εάν ένα μέλος της οικογένειας του αιτούντος έλαβε άδεια παραμονής σε κράτος μέλος ως πρόσφυγας ή εάν η αίτηση του εν λόγω ατόμου τελεί υπό εξέταση, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την αίτηση ασύλου υπό τον όρο ότι το επιθυμεί ο ενδιαφερόμενος.
Επιπλέον, οι αιτήσεις ασύλου που υποβάλλονται ταυτόχρονα ή σε παραπλήσιες ημερομηνίες από πλείονα μέλη μιας οικογενείας μπορούν να εξετάζονται από κοινού.
- Έκδοση αδειών διαμονής ή θεωρήσεων
Το κράτος μέλος που χορήγησε στον αιτούντα ισχύοντα τίτλο διαμονής ή έγκυρη θεώρηση θα είναι υπεύθυνο για την αίτηση ασύλου. Εάν ο αιτών είναι κάτοχος περισσότερων αδειών ή θεωρήσεων που εκδόθηκαν από διαφορετικά κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης ασύλου θα είναι το κράτος που εξέδωσε το έγγραφο με την απώτερη ημερομηνία λήξεως ισχύος.
Οι ίδιοι κανόνες ισχύουν εάν ο αιτών άσυλο είναι κάτοχος ενός ή περισσοτέρων τίτλων διαμονής που έχουν λήξει για διάστημα μικρότερο από πριν από δύο έτη ή μίας ή περισσοτέρων θεωρήσεων που έχουν λήξει για διάστημα μικρότερο από πριν από έξι μήνες, αλλά εφόσον ο αιτών άσυλο δεν έχει εγκαταλείψει το έδαφος των κρατών μελών.
- Παράνομη είσοδος ή διαμονή σε κράτος μέλος
Εάν ο αιτών διέβη παράνομα τα σύνορα ενός κράτους μέλους, αυτό το κράτος μέλος θα είναι υπεύθυνο να εξετάσει την αίτηση ασύλου. Η ευθύνη αυτή παύει να υφίσταται δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία έλαβε χώρα η παράνομη διάβαση των συνόρων.
Όταν ο αιτών άσυλο διέμεινε σε κράτος μέλος για μία συνεχή περίοδο τουλάχιστον πέντε μηνών πριν υποβάλει την αίτησή του, το κράτος μέλος αυτό είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης. Εάν ο αιτών άσυλο διέμεινε για διάστημα τουλάχιστον πέντε μηνών σε πλείονα κράτη μέλη, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης ασύλου είναι το κράτος μέλος της τελευταίας διαμονής.
- Νόμιμη είσοδος σε κράτος μέλος
Εάν υποβάλλει αίτηση ασύλου υπήκοος τρίτης χώρας σε κράτος μέλος όπου αυτός δεν υπόκειται σε υποχρέωση θεώρησης, υπεύθυνο είναι το κράτος μέλος υποβολής της αίτησης.
- Αίτηση στο χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα
Εάν υπήκοος τρίτης χώρας υποβάλλει αίτηση ασύλου στο χώρο διεθνούς διέλευσης αερολιμένα κράτους μέλους, αυτό το κράτος μέλος είναι υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης.
Εξαιρέσεις
Εάν δεν είναι δυνατόν να προσδιοριστεί το κράτος μέλος το οποίο είναι υπεύθυνο βάσει των κριτηρίων που απαριθμούνται, υπεύθυνο για την εξέταση της αίτησης είναι το πρώτο κράτος μέλος στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση ασύλου.
Ύστερα από αίτηση ενός άλλου κράτους μέλους, κάθε κράτος μέλος μπορεί να δεχθεί να διαπραγματευθεί μια αίτηση ασύλου για την οποία δεν είναι υπεύθυνο, για λόγους ανθρωπιστικούς και βάσει, εν μέρει, οικογενειακών ή πολιτισμικών κριτηρίων, εφόσον οι ενδιαφερόμενοι συναινούν.
Αναδοχή του αιτούντος άσυλο
Το κράτος μέλος που έχει προσδιοριστεί ως υπεύθυνο για την αίτηση ασύλου πρέπει να αναδεχτεί τον αιτούντα και να εξετάσει την αίτηση. Εάν ένα κράτος μέλος στο οποίο έχει υποβληθεί αίτηση ασύλου θεωρεί ότι άλλη χώρα της ΕΕ είναι υπεύθυνη, μπορεί να απευθύνει προς αυτήν αίτημα αναδοχής της αίτησης. Όμως, με τη λεγόμενη «ρήτρα κυριαρχίας» ένα κράτος δύναται να εξετάζει αίτηση ασύλου που έχει κατατεθεί από υπήκοο τρίτης χώρας, ακόμη και αν δεν είναι υπεύθυνο για την εξέταση δυνάμει των κριτηρίων που ορίζονται στον κανονισμό.
Η αίτηση αναδοχής ή εκ νέου ανάληψης θα πρέπει να υποδεικνύει κάθε στοιχείο που επιτρέπει στο κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα να προσδιορίσει εάν είναι πράγματι υπεύθυνο. Όταν το κράτος προς το οποίο απευθύνεται το αίτημα δέχεται την αναδοχή ή εκ νέου ανάληψη του ενδιαφερομένου προσώπου, αποστέλλεται στον αιτούντα αιτιολογημένη απόφαση που δηλώνει ότι η αίτησή του κρίνεται απαράδεκτη στο κράτος μέλος όπου υποβλήθηκε, και ότι υπάρχει υποχρέωση μεταφοράς του αιτούντος άσυλο στο κράτος μέλος που είναι υπεύθυνο.
Ελληνική Πρακτική
Περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων αλλοδαπών
Σε υπηκόους τρίτων χωρών ή ανιθαγενείς που υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν μαζικά τη χώρα τους λόγω της επικρατούσας σε αυτήν κατάστασης, όσο και σε ασυνόδευτους ανήλικους χορηγείται από την αρμόδια για θέματα αλλοδαπών Υπηρεσία της Ελληνικής Αστυνομίας ατελώς «άδεια διαμονής προσωρινής προστασίας» η οποία έχει διάρκεια ενός χρόνου με αυτοδίκαιη παράταση έξι μηνών στην περίπτωση που δεν λήξει αυτή προηγουμένως με απόφαση του Συμβουλίου της Ε.Ε.
Η εν λόγω άδεια διαμονής επέχει και άδεια εργασίας, ενώ οι κάτοχοι αυτής έχουν επίσης ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση των ανηλίκων, πρόσβαση σε κατάλληλο κατάλυμα για στέγαση, δικαίωμα για οικογενειακή συνένωση, πρόσβαση στη διαδικασία κτλπ, ενώ ειδική πρόνοια λαμβάνεται επίσης για τους ασυνόδευτους ανήλικους για τους οποίους ενημερώνεται σχετικά ο αρμόδιος εισαγγελέας ανηλίκων.
Πηγές:
- Δίκαιο Καταστάσεως Αλλοδαπών – Προσφύγων
- Ευρωπαϊκό Δίκαιο