Τι δείχνει η…δεύτερη ανάγνωση της έκθεσης για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους
Δυσοίωνες είναι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ για το μέλλον της Ελλάδας τις επόμενες δεκαετίες όπως καταγράφονται στην έκθεση βιωσιμότητας που συνέταξε το Ταμείο. Μια δεύτερη ανάγνωση πέρα από την άποψή του για το ελληνικό χρέος στην οποία έπεσε όλο το βάρος της δημοσιότητας δημιουργεί τουλάχιστον προβληματισμό για την επόμενη μέρα.
Η κυβέρνηση κατηγορείται από τους συντάκτες της έκθεσης για εμμονή στην υπέρμετρη αύξηση της φορολογίας, για αποφυγή των μεταρρυθμίσεων, για διάθεση «διανομής» των όποιων πρωτογενών πλεονασμάτων από τις ελληνικές κυβερνήσεις και για σκληρή προσπάθεια προστασίας των υφιστάμενων συνταξιούχων εις βάρος των επόμενων γενεών. Το ΔΝΤ, προβλέπει ότι οι στόχοι για μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ δεν θα επιβεβαιωθούν ενώ ακόμη και τα μικρά ποσοστά ανάπτυξης δεν θα φέρουν ούτε την πολυπόθητη αύξηση των δημοσίων εσόδων, ούτε τη μείωση της ανεργίας η οποία θα παραμείνει σε διψήφια επίπεδα για πολλά χρόνια.
Στην Ελλάδα, οι εκροές για τη χρηματοδότηση των μισθών του δημοσίου και των
συντάξεων, αντιστοιχούν πλέον περίπου στο 75% των πρωτογενών δαπανών. Από τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις, αναφέρει το ΔΝΤ, επιβεβαιώθηκε ότι στην ελληνική κυβέρνηση δεν διαφαίνεται καμία διάθεση περικοπής αυτών των δαπανών. Γι’ αυτό και ο αυτόματος μηχανισμός δημοσιονομικής προσαρμογής (ο λεγόμενος κόφτης) δεν θα συμβάλει στο να επιτευχθεί ο στόχος για εμφάνιση πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξεως του 3,5% του ΑΕΠ για μακρά χρονική περίοδο. (σ.σ υπενθυμίζεται και επαναλαμβάνεται στην έκθεση ότι απαιτούνται μέτρα 4,5% του ΑΕΠ για να επιτευχθεί ο στόχος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ στο τέλος του 2018).
Επίσης το Ταμείο εκτιμά ότι οι επενδύσεις στη χώρα μας και η συνεισφορά τους στο ΑΕΠ δεν πρόκειται να φθάσουν στα προ κρίσης επίπεδα μακροπρόθεσμα! Όπως σημειώνει χαρακτηριστικά πριν την κρίση το μερίδιο της συνεισφοράς των επενδύσεων, που σε πολλές περιπτώσεις στηριζόταν και σε εξωτερική χρηματοδότηση, είχε φθάσει το 20%. Πλέον κινείται στο 12% και μεσοπρόθεσμα προβλέπεται να ανακάμψει ως το 17%, επίπεδο πολύ χαμηλότερο απ’ τον ευρωπαϊκό μ.ο.
Η άποψη του ΔΝΤ είναι ότι το συνταξιοδοτικό της χώρας παραμένει μη βιώσιμο. Η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να δίνει το 10% του ΑΕΠ ως κρατικές ενισχύσεις για την καταβολή των συντάξεων τη στιγμή που ο μέσος όρος για την Ευρωζώνη διατηρείται στο 2,5%. Το ΔΝΤ «κατηγορεί» την κυβέρνηση ότι μετέθεσε το πρόβλημα στους νέους συνταξιούχους (μέσα από τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων) αφήνοντας στο απυρόβλητο την πλειοψηφία των σημερινών συνταξιούχων.
Η εμμονή της κυβέρνησης να μεταθέτει τα φορολογικά βάρη σε αυτούς που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα, έχει οδηγήσει στο εξής φαινόμενο: τα χρέη προς την εφορία έχουν φτάσει στο 50% του ΑΕΠ που είναι και το υψηλότερο της Ευρωζώνης ενώ η εισπραξιμότητα των φόρων μειώνεται ολοένα και περισσότερο λόγω της συγκέντρωσης των βαρών στους λίγους.
Η ανεργία στην Ελλάδα, θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα –τα οποία θα αποτυπώνονται με διψήφια ποσοστά- για πολλές δεκαετίες ακόμη.
Η εμμονή της κυβέρνησης να μεταθέτει τα φορολογικά βάρη σε αυτούς που δηλώνουν τα υψηλότερα εισοδήματα, έχει οδηγήσει στο εξής φαινόμενο: τα χρέη προς την εφορία έχουν φτάσει στο 50% του ΑΕΠ που είναι και το υψηλότερο της Ευρωζώνης ενώ η εισπραξιμότητα των φόρων μειώνεται ολοένα και περισσότερο λόγω της συγκέντρωσης των βαρών στους λίγους.
Η ανεργία στην Ελλάδα, θα παραμείνει σε πολύ υψηλά επίπεδα –τα οποία θα αποτυπώνονται με διψήφια ποσοστά- για πολλές δεκαετίες ακόμη.
Η όποια ανάπτυξη στην Ελλάδα –το ΔΝΤ δεν συμμερίζεται ότι θα υπάρξουν θετικά ποσοστά της τάξεως του 3-3,5%- δεν θα έχει ανάλογο αντίκτυπο στα έσοδα του δημοσίου καθώς η ανάπτυξη θα στηριχθεί σε επενδύσεις και εξαγωγές που δεν αποδίδουν φορολογικά. Απαισιόδοξο είναι το ΔΝΤ και για το γεγονός ότι οι φόροι στα ακίνητα δεν συνδέονται με τις πραγματικές αξίες όπως επίσης και για το ότι θα «εξαφανιστούν» τα έσοδα από τα προγράμματα ενίσχυσης της ρευστότητας των τραπεζών.