Κατά την εκτίμηση της γενικής εισαγγελέα Kokott, στην υπόθεση της Samira Achbita κατά της εργοδότριας εταιρίας G4S[1], μπορεί να γίνει δεκτή η απαγόρευση της μαντίλας εντός επιχείρησης. Εάν η απαγόρευση στηρίζεται σε γενικό κανόνα επιχείρησης ο οποίος δεν επιτρέπει εμφανή πολιτικά, φιλοσοφικά και θρησκευτικά σύμβολα στον χώρο εργασίας, μπορεί να δικαιολογείται, προκειμένου να εφαρμοσθεί η θεμιτή πολιτική θρησκευτικής ουδετερότητας και
ουδετερότητας ως προς τις πεποιθήσεις την οποία επιδιώκει ο εργοδότης.
Iστορικό Υπόθεσης: Η Samira Achbita, η οποία έχει μουσουλμανικό θρήσκευμα, εργαζόταν ως υπάλληλος υποδοχής στη βελγική εταιρία G4S Secure Solutions που παρέχει υπηρεσίες φύλαξης και ασφάλειας, αλλά και υπηρεσίες υποδοχής. Μετά από τρία έτη απασχόλησης στην επιχείρηση, η Achbita επέμεινε να της επιτραπεί εις το εξής να εργάζεται με μαντίλα και εν τέλει απολύθηκε, διότι στην G4S απαγορεύεται να φέρουν οι εργαζόμενοι εμφανή θρησκευτικά, πολιτικά και φιλοσοφικά σύμβολα. Με την υποστήριξη του βελγικού Κέντρου για την ισότητα ευκαιριών και για την καταπολέμηση του ρατσισμού η Achbita προσέφυγε στα βελγικά δικαστήρια ζητώντας αποζημίωση από την G4S, αλλά το αίτημά της δεν έγινε δεκτό στους δυο πρώτους βαθμούς. Το βελγικό ακυρωτικό δικαστήριο που εξετάζει τη διαφορά επί του παρόντος ζητεί, συναφώς, από το Δικαστήριο να συγκεκριμενοποιήσει την απαγόρευση της δυσμενούς διακρίσεως λόγω θρησκείας ή πεποιθήσεων η οποία ισχύει στο πλαίσιο του δικαίου της Ένωσης
Η γενική εισαγγελέας Juliane Kokott υποστηρίζει την άποψη ότι δεν συντρέχει άμεση διάκριση λόγω θρησκείας, όταν απαγορεύεται σε εργαζόμενη μουσουλμανικού θρησκεύματος να φορά μουσουλμανική μαντίλα στον χώρο εργασίας, εφόσον η απαγόρευση αυτή δεν απορρέει από στερεότυπα ή προκαταλήψεις έναντι μίας ή περισσότερων συγκεκριμένων θρησκειών ή έναντι των θρησκευτικών πεποιθήσεων εν γένει, αλλά στηρίζεται σε γενικό κανόνα της επιχείρησης που δεν επιτρέπει εμφανή πολιτικά, φιλοσοφικά και θρησκευτικά σύμβολα στον χώρο εργασίας. Σε τέτοια περίπτωση, δηλαδή, δεν υφίσταται λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση λόγω θρησκείας. η εν λόγω απαγόρευση μπορεί να συνιστά έμμεση διάκριση λόγω θρησκείας, η οποία όμως ενδέχεται να είναι δικαιολογημένη, προκειμένου να εφαρμοσθεί η θεμιτή πολιτική θρησκευτικής ουδετερότητας και ουδετερότητας ως προς τις πεποιθήσεις την οποία επιδιώκει ο εργοδότης στην εκάστοτε επιχείρηση, εφόσον τηρείται στο εν λόγω πλαίσιο η αρχή της αναλογικότητας.
Κατά τη γενική εισαγγελέα Kokott, δεν χωρεί καταρχήν αμφιβολία ότι η επίδικη εν προκειμένω απαγόρευση είναι πρόσφορη για την επίτευξη του επιδιωκόμενου από την G4S θεμιτού στόχου της θρησκευτικής ουδετερότητας και ουδετερότητας ως προς τις πεποιθήσεις. Η απαγόρευση είναι επίσης αναγκαία, προκειμένου να εφαρμοσθεί η σχετική επιχειρηματική πολιτική. Στο πλαίσιο της διαδικασίας ενώπιον του Δικαστηρίου δεν προβλήθηκαν λιγότερο παρεμβατικές και εξίσου πρόσφορες εναλλακτικές. Τέλος, όσον αφορά την αναλογικότητα εν στενή εννοία, κατά την εκτίμηση της γενικής εισαγγελέα Kokott, πολλά στοιχεία συνηγορούν υπέρ του ότι η επίδικη εν προκειμένω απαγόρευση δεν θίγει υπέρμετρα τα θεμιτά συμφέροντα των εργαζομένων τους οποίους αφορά και, επομένως, πρέπει να θεωρηθεί ως σύμφωνη προς την αρχή της αναλογικότητας.
Δείτε το πλήρες κείμενο των Προτάσεων της Εισαγγελέα Κokott εδώ
[1] Προτάσεις της γενικής εισαγγελέα στην υπόθεση C-157/15 Samira Achbita και Centrum voor gelijkheid van kansen en voor racismebestrijding κατά G4S Secure Solutions NV