Της Νένας Μαλλιάρα
Συμμετοχή και της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από τον Ιούλιο, αναμένεται να φέρει η συμφωνία για την πρώτη αξιολόγηση, επαυξάνοντας τις θετικές επιπτώσεις σε επίπεδο ρευστότητας για τις τράπεζες.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr, η είσοδος της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα γίνει για ποσό ομολόγων 2,5 δισ. ευρώ (με free float για τα ελληνικά ομόλογα στα 45 – 50 δισ. ευρώ). Οι αγορές των ομολόγων αυτών από την ΕΚΤ θα γίνουν ανεξάρτητα από το εάν, πέραν της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, θα έχει προχωρήσει και η εφαρμογή των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους.
Αυτό σημαίνει ότι η προϋπόθεση που θα “ξεκλειδώσει” τις πόρτες του QE για την
Ελλάδα τον Ιούλιο δεν είναι άλλη από την αποπληρωμή ομολόγων της ΕΚΤ, ύψους 2,27 δισ. ευρώ. Με την αποπληρωμή τους, η Ελλάδα θα πιάσει το όριο του 33% για τις αγορές ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (η ΕΚΤ έχει ορίσει το ανώτατο όριο των ομολόγων που μπορεί να κατέχει για κάθε χώρα στο 33% του εμπορεύσιμου χρέους της, ποσοστό που τώρα υπερβαίνει με την κατοχή ελληνικών ομολόγων).
Τα ομόλογα της ΕΚΤ που λήγουν συγκεκριμένα στις 20 Ιουλίου είναι δύο, ποσών 1,446 δισ. ευρώ και 822 εκατ. ευρώ και έπονται χρονικά πληρωμών προς κατόχους εντόκων γραμματίων του ελληνικού Δημοσίου (1,625 δισ. ευρώ στις 8/7) και καταβολής στο ΔΝΤ (459 εκατ. στις 13/7). Τον Ιούνιο μεσολαβούν μία ακόμη δόση στο ΔΝΤ (306 εκατ. ευρώ στις 7/6) και λήξεις εντόκων γραμματίων (2 δισ. ευρώ στις 10/6).
Η συμμετοχή της Ελλάδας στο QE και η επαναφορά του waiver, εκτιμάται ότι θα δημιουργήσουν από μόνα τους κέρδη 400 – 450 εκατ. ευρώ για τις τράπεζες στη φετινή χρήση, καθιστώντας απολύτως εφικτό τον στόχο για επιστροφή τους στην κερδοφορία.
Η επαναφορά του waiver, δηλαδή η κατ΄ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ για την παροχή ρευστότητας στις τράπεζες, αναμένεται να αποφασιστεί στη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 2 Ιουνίου στη Βιέννη. Σημειώνεται ότι η δυνατότητα αυτή για φθηνό δανεισμό απευθείας από την ΕΚΤ είχε αφαιρεθεί από τις ελληνικές τράπεζες τον Φεβρουάριο του 2015, καθώς η νεοεκλεγείσα τότε ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε μακρά διαπραγμάτευση για ένα νέο πρόγραμμα με τους δανειστές.
Κατόπιν αυτού, η ρευστότητα για τις ελληνικές τράπεζες προερχόταν κατακόρυφα αυξητικά από τον ακριβό ELA, φτάνοντας μια ανάσα από τα 90 δις. ευρώ. Σήμερα, η ρευστότητα που αντλείται από τον ELA έχει περιοριστεί στα 69 δις. ευρώ και εκτιμάται ότι άμεσα με την επαναφορά του waiver θα μεταφερθούν από τον ELA απευθείας ως ενέχυρα στην ΕΚΤ, ομόλογα περίπου 10 δις. ευρώ, τα οποία θα μειώσουν ισόποσα τον δανεισμό από τον Μηχανισμό Έκτακτης Παροχής Ρευστότητας.
Σημειώνεται ότι για τις τράπεζες, οι θετικές επιπτώσεις από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης δεν θα εξαντληθούν στο waiver και στο QE. Και αυτό διότι με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα επέλθει αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας από τους διεθνείς οίκους, βελτιώνοντας περαιτέρω τις τιμές των ελληνικών ομολόγων και αυξάνοντας την αξία που αυτά θα έχουν ως ενέχυρα στην ΕΚΤ (αυτό δεν σημαίνει ότι θα μειωθεί το haircut που επιβάλλει η ΕΚΤ). Παράλληλα, θα τονωθεί η δευτερογενής αγορά των ομολόγων, δίνοντας πιο ουσιαστική δυνατότητα στις τράπεζες να συνάπτουν repos για τη χρηματοδότησή τους. Σημειώνεται ότι ήδη η αγορά των repos έχει ανοίξει το τελευταίο δίμηνο, προεξοφλώντας θετική έκβαση στην αξιολόγηση του προγράμματος.
Σε επόμενη φάση, αναμένεται να ανοίξει και ο δρόμος για περαιτέρω χαλάρωση των capital controls, καθώς ΕΚΤ, ESM, Ευρωπαϊκή Επιτροπή και ΔΝΤ (αναλόγως του εφεξής ρόλου του στο ελληνικό πρόγραμμα) από κοινού με την ΤτΕ θα ορίσουν τον νέο “οδικό χάρτη” για την έκταση των κεφαλαιακών περιορισμών. Η περαιτέρω χαλάρωση των περιορισμών θα αφορά αποκλειστικά τις επιχειρήσεις προκειμένου να διευκολυνθούν περαιτέρω οι εισαγωγές. Η άρση των περιορισμών για τους ιδιώτες θα είναι το τελευταίο που θα γίνει στην πορεία προς την κατάργηση των capital controls, η οποία αναμένεται να συντελεσθεί μέσα στο 2017 και μόνο εφόσον έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη για την ομαλή εκτέλεση του προγράμματος.