Εάν η διεθνής κοινότητα δεν εντείνει τις προσπάθειες τα επόμενα χρόνια, στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για το κλίμα, η μέση θερμοκρασία της Γης θα ανέβει πολύ περισσότερο από τον στόχο των 2 βαθμών που έχει τεθεί για το τέλος του αιώνα, προειδοποιεί διεθνής μελέτη στο περιοδικό Nature.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, 190 χώρες υπέγραψαν στο Παρίσι μια συμφωνία που θέτει ως στόχο να συγκρατηθεί «αρκετά κάτω» από τους 2 βαθμούς Κελσίου η άνοδος της θερμοκρασίας έως τα τέλη του αιώνα, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Παρόλα αυτά, ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι μια άνοδος ακόμα και κατά 2 βαθμούς Κελσίου θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις, ειδικά σε ευάλωτες περιοχές όπως τα νησιωτικά κράτη και οι παράκτιες αναπτυσσόμενες χώρες.
Η νέα μελέτη αναλύει τις δεσμεύσεις που κατέθεσαν οι κυβερνήσεις ενόψει της Συνόδου του Παρισιού, γνωστές ως «Προτεινόμενες Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές» ή INDC.
Οι δεσμεύσεις αυτές λήγουν το 2030, οπότε θα πρέπει να ανανεωθούν. Οι ερευνητές βασίστηκαν στην υπόθεση ότι οι διεθνείς προσπάθειες θα συνεχιστούν στο ίδιο επίπεδο και μετά το 2030.
Βασιζόμενη σε αυτές τις παραδοχές, η ερευνητική ομάδα έτρεξε μια ποικιλία υπολογιστικών μοντέλων του παγκόσμιου κλίματος, και υπολόγισε ότι η μέση θερμοκρασία της Γης θα έχει αυξηθεί μέχρι το 2100 κατά 2,6 έως 3,1 βαθμούς, πολύ πάνω από τον στόχο.
Το ανησυχητικό είναι ότι οι μέγιστη ποσότητα άνθρακα που θα μπορούσε να απελευθερωθεί έως το 2100 προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος θα έχει ήδη καταλήξει στην ατμόσφαιρα μέχρι το 2030, εκτροχιάζοντας εντελώς την προσπάθεια.
«Για να διανύσουμε το υπόλοιπο της απόστασης [μέχρι το στόχο των 2 βαθμών] θα πρέπει να υποθέσουμε ότι μετά το 2030 θα υπάρξουν πολύ αυστηρότερα μέτρα, με μείωση των εκπομπών κατά 3-4% ανά έτος σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην πράξη, όμως, η υιοθέτηση τόσο αυστηρών μέτρων μετά το 2030 θα αποτελούσε πρόκληση και θα απαιτούσε χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι, αν θέλουμε να υπάρχει πιθανότητα να πετύχουμε το στόχο, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να λάβουν περαιτέρω μέτρα πριν από το 2030» επισήμανε ο Νίκλας Χένε, ερευνητής του Πανεπιστημίου του Βαγκενίνεν και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Όπως όλα δείχνουν, η περυσινή συμφωνία στο Παρίσι ήταν μόνο η αρχή ενός δύσκολου δρόμου.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, 190 χώρες υπέγραψαν στο Παρίσι μια συμφωνία που θέτει ως στόχο να συγκρατηθεί «αρκετά κάτω» από τους 2 βαθμούς Κελσίου η άνοδος της θερμοκρασίας έως τα τέλη του αιώνα, σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Παρόλα αυτά, ορισμένες μελέτες δείχνουν ότι μια άνοδος ακόμα και κατά 2 βαθμούς Κελσίου θα είχε καταστροφικές επιπτώσεις, ειδικά σε ευάλωτες περιοχές όπως τα νησιωτικά κράτη και οι παράκτιες αναπτυσσόμενες χώρες.
Η νέα μελέτη αναλύει τις δεσμεύσεις που κατέθεσαν οι κυβερνήσεις ενόψει της Συνόδου του Παρισιού, γνωστές ως «Προτεινόμενες Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές» ή INDC.
Οι δεσμεύσεις αυτές λήγουν το 2030, οπότε θα πρέπει να ανανεωθούν. Οι ερευνητές βασίστηκαν στην υπόθεση ότι οι διεθνείς προσπάθειες θα συνεχιστούν στο ίδιο επίπεδο και μετά το 2030.
Βασιζόμενη σε αυτές τις παραδοχές, η ερευνητική ομάδα έτρεξε μια ποικιλία υπολογιστικών μοντέλων του παγκόσμιου κλίματος, και υπολόγισε ότι η μέση θερμοκρασία της Γης θα έχει αυξηθεί μέχρι το 2100 κατά 2,6 έως 3,1 βαθμούς, πολύ πάνω από τον στόχο.
Το ανησυχητικό είναι ότι οι μέγιστη ποσότητα άνθρακα που θα μπορούσε να απελευθερωθεί έως το 2100 προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος θα έχει ήδη καταλήξει στην ατμόσφαιρα μέχρι το 2030, εκτροχιάζοντας εντελώς την προσπάθεια.
«Για να διανύσουμε το υπόλοιπο της απόστασης [μέχρι το στόχο των 2 βαθμών] θα πρέπει να υποθέσουμε ότι μετά το 2030 θα υπάρξουν πολύ αυστηρότερα μέτρα, με μείωση των εκπομπών κατά 3-4% ανά έτος σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην πράξη, όμως, η υιοθέτηση τόσο αυστηρών μέτρων μετά το 2030 θα αποτελούσε πρόκληση και θα απαιτούσε χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι, αν θέλουμε να υπάρχει πιθανότητα να πετύχουμε το στόχο, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να λάβουν περαιτέρω μέτρα πριν από το 2030» επισήμανε ο Νίκλας Χένε, ερευνητής του Πανεπιστημίου του Βαγκενίνεν και μέλος της ερευνητικής ομάδας.
Όπως όλα δείχνουν, η περυσινή συμφωνία στο Παρίσι ήταν μόνο η αρχή ενός δύσκολου δρόμου.