Ενα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των Ναζί στην κατεχόμενη Ελλάδα.
Το πρωί της 10ης Ιουνίου 1944 γερμανική στρατιωτική φάλαγγα των Ες-Ες ξεκίνησε από τη Λιβαδειά για την Αράχωβα, με σκοπό την εκκαθάριση της περιοχής από τις αντάρτικες δυνάμεις. Στο Δίστομο ενώθηκε με άλλη γερμανική ομάδα που είχε ξεκινήσει από την Άμφισσα και προχώρησαν προς το Στείρι. Οι κάτοικοι έλαβαν εντολή να μην απομακρυνθούν από το χωριό, μέχρι την επιστροφή των γερμανικών
Στη θέση Καταβόθρα οι Γερμανοί δέχθηκαν επίθεση από αντάρτες του ΕΛΑΣ. Μετά από σύντομη, αλλά σφοδρή μάχη, αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 15 νεκρούς και άλλους τόσους τραυματίες. Οι γερμανικές απώλειες ανήλθαν σε 6 νεκρούς και 15 τραυματίες.
Οι Γερμανοί απέδωσαν την επίθεση του ΕΛΑΣ σε ειδοποίηση των κατοίκων του Διστόμου και επέστρεψαν στο χωριό για να εκδικηθούν. Με διαταγή του διοικητή τους, υπολοχαγού Χανς Ζάμπελ, το Δίστομο πυρπολήθηκε και 218 κάτοικοι (114 γυναίκες και 104 άνδρες) εκτελέστηκαν απάνθρωπα. Μεταξύ των νεκρών, 45 παιδιά και έφηβοι και 20 βρέφη.
Η πρωτοφανής θηριωδία έγινε αμέσως γνωστή μέσω του BBC στο εξωτερικό και προκάλεσε την κατακραυγή της διεθνούς κοινής γνώμης. Η Γερμανική Διοίκηση της Αθήνας επέρριψε την ευθύνη αποκλειστικά στους κατοίκους του Διστόμου, επειδή, όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της, δεν συμμορφώθηκαν με τις στρατιωτικές εντολές.
Μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα, το Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου μπόρεσε να ανακαλύψει τον υπεύθυνο της Σφαγής, Χανς Ζάμπελ, ο οποίος είχε καταφύγει στο Παρίσι και είχε συλληφθεί. Οι γαλλικές αρχές τον παρέδωσαν στις ελληνικές, οι οποίες τον προφυλάκισαν.
Τον Αύγουστο του 1949 ομολόγησε την έκταση των γερμανικών θηριωδιών στο Δίστομο, αλλά δικαιολογήθηκε ότι εκτελούσε διαταγές ανωτέρων του. Κατά τη διάρκεια της προφυλάκισής του, ο Ζάμπελ εκδόθηκε προσωρινά στη Δυτική Γερμανία για άλλη υπόθεση, αλλά δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών του.
Aργύρης Σφουντούρης: «Η μνήμη δεν είναι παρελθόν»
του Γιώργου Κιούση
H ταινία «Ένα Τραγούδι για τον Αργύρη» είναι η συγκινητική ιστορία της ζωής του Αργύρη Σφουντούρη με φόντο τα γεγονότα που στιγμάτισαν την Ελλάδα τα τελευταία εβδομήντα χρόνια, από την Γερμανική Κατοχή και τον Εμφύλιο μέχρι τη Μεταπολίτευση. Είναι ταυτόχρονα μια ταινία για την αντιμετώπιση του προσωπικού θρήνου ενός ανθρώπου που σε ηλικία 4 ετών έχασε τους γονείς του στη σφαγή του Διστόμου, η πορεία του στο δρόμο της επιστήμης, αλλά και η συνειδητοποίηση του ιστορικού χρέους που είχε για την διεκδίκηση των Γερμανικών αποζημιώσεων.
-Επουλώνονται τα παιδικά τραύματα;
– Οχι. Μεγαλώνοντας και δημιουργώντας, αντέχεις καλύτερα στον πόνο.
-Κλείνουν οι πληγές του πολέμου;
– Για τους ηττημένους, όπως έδειξε το παράδειγμα της Γερμανίας, (υπερ)βολικά γρήγορα. Για τους νικητές, όχι. Δυστυχώς, η άπτερη νίκη δεν μπορεί να πετάξει.
-Μάθατε να ζείτε με το παρελθόν;
– Η μνήμη δεν είναι παρελθόν, είναι σπόρος της σκέψης και του καρπού, θεμέλιο της ζωής.
-Πώς το ξεπεράσατε, πώς δώσατε θετικό νόημα στα έργα σας;
– Δεν το ξεπέρασα. Εμαθα να το αντέχω, να οραματίζομαι και να μάχομαι για μια ανθρωπότητα που δεν παραμένει ουτοπία.
H ταινία θα βγει στις Ελληνικές αίθουσες στις 11/6/2015 (η επέτειος της σφαγής του Διστόμου είναι 10/6).
Βραβεία της ταινίας
– Βραβείο Κοινού στο 9o Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης «Εικόνες του 21ου αιώνα» (Audience Award, 9thTHESSALONIKI Documentary Festival)
– Υποψήφιο Καλύτερο Ντοκιμαντέρ στα Ελβετικά Βραβεία Κινηματογράφου Swiss Film Prize nomination forBEST Documentary Film)
– Βραβεiο Κοινού στο 1ο Φεστιβάλ Ελληνικών Ταινιών στο Λος Άντζελες (Audience Choice Award, LosANGELES Greek Film Festival)
– Erasmus EuroMedia Medal, European Society for Education and Communication.
Πώς έμειναν ατιμώρητοι οι σφαγείς του Διστόμου
της Βάνας Φωτοπούλου
Εβδομήντα χρόνια έχουν περάσει από το ελληνικό Oλοκαύτωμα, αλλά το αίτημα απονομής δικαιοσύνης στα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας παραμένει αδικαίωτο. Το εθνικό ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, ύστερα από χρόνια ολιγωρία των κυβερνήσεων, επανέρχεται στην πολιτική ατζέντα με τη σύσταση διακομματικής επιτροπής της Βουλής. Όμως η χρυσή ευκαιρία που είχε το ελληνικό δικαστικό σύστημα να αποδώσει δικαιοσύνη και να τιμωρήσει τους εγκληματίες πολέμου για τις αγριότητες και τις καταστροφές που διέπραξαν στη χώρα οι ναζιστικές δυνάμεις επί γερμανικής κατοχής, χάθηκε, το 1959.
Η πολιτική επιλογή της κυβέρνησης του Κων.Καραμανλή να περάσει νομοθετικό διάταγμα για την αναστολή των διώξεων κατά Γερμανών που κατηγορούνταν ως εγκληματίες πολέμου , ενταφίασε τις ελπίδες για την τιμωρία των ενόχων. Ολες οι δικογραφίες στάλθηκαν στις γερμανικές δικαστικές αρχές, ενώ καταργήθηκε και το Ελληνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου.
Τα ντοκουμέντα που παρουσιάζει το Press Publica αποδεικνύουν πώς το μετεμφυλιακό κράτος έβαλε τροχοπέδη στις δικαστικές έρευνες για τη διαλεύκανση των ναζιστικών εγκλημάτων.
Είναι συγκλονιστικό ότι το 1980 ενημερώνονται οι ελληνικές αρχές ότι έχει εντοπιστεί ο Γερμανός επικεφαλής των SS και όλοι οι αξιωματικοί που συμμετείχαν στη σφαγή στο Δίστομο. Η πληροφορία διακινείται με επίσημη αλληλογραφία στα αρμόδια υπουργεία Εξωτερικών και Δικαιοσύνης για να καταλήξει στις δικαστικές αρχές, οι οποίες αποφαίνονται ότι η υπόθεση δεν μπορεί να διερευνηθεί. Επικαλούνται το νόμο του 1959. Και έτσι, ένα από τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα των Ναζί στην κατεχόμενη Ελλάδα, που είχε προκαλέσει την κατακραυγή της διεθούς κοινής γνώμης, μένει ατιμώρητο.
Όπως προκύπτει από επίσημα έγγραφα που δημοσιεύουμε, το 1980 οSimon Wiesenthal,υπεύθυνος του Κέντρου Ερευνών Διωχθέντων Εβραίων από το ναζιστικό καθεστώς, στέλνει στις 13.2.1980 επιστολή προς την ελληνική πρεσβεία στην Βιέννη και την ενημερώνει ότι κατόρθωσαν να ανακαλύψουν «τον διοικητή του τάγματος της αστυνομικής μεραρχίας των SS, που τον Ιούνιο του 1944, διέπραξε τη φρικώδη σφαγή στο Δίστομο». «Πρόκειται» , όπως ανέφερε, για «τον ανθυπασπιστή των SS Stuzmbannfuhrer, που έχει γεννηθεί και ζει στο Bad Ems της Δυτικής Γερμανίας , οδός Arzbacher 59».
Ο Simon Wiesenthal γνωστοποιεί ακόμη στις ελληνικές αρχές ότι «κατέχουμε έναν κατάλογο όλων των Γερμανών αξιωματικών της αστυνομίας που έλαβαν τότε μέρος στη σφαγή στο Δίστομο και την Κλεισούρα». Μάλιστα δίνει την πληροφορία ότι όλοι αυτοί , δηλαδή τα μέλη της 4ης μεραρχίας, «συγκεντρώνονται κάθε χρόνο σε μια συναδελφική συνάντηση στην πόλη MarktHeidenfeld στο Wurzburg».
Για τη σφαγή του Διστόμου είχε ξεκινήσει δικαστική έρευνα το 1957 στη Γερμανία από την Εισαγγελία της Koblenz, η οποία αργότερα ανεστάλη. «Είμαστε πεπεισμένοι», λέει ο Simon Wiesenthal , «ότι τότε δεν παρουσιάσθηκαν ούτε οι απαιτούμενοι μάρτυρες ούτε τα στοιχεία τα οποία ασφαλώς υπάρχουν».
Και καταλήγει απευθύνοντας έκκληση προς την πρεσβεία μας στη Βιέννη: «Θα ήταν μια πράξη δικαιοσύνης, εάν στέλνατε την επιστολή αυτή στην αρμόδια υπηρεσία της χώρας σας , με την παράκληση να έρθει σε επικοινωνία με το γραφείο μας, ώστε οι ένοχοι για τη σφαγή αυτή να μην μείνουν ατιμώρητοι».
Στις 25 Φεβρουαρίου 1980 ο τότε πρέσβης μας στη Βιέννη Γ.Καψαμπέλης ενημερώνει με έγγραφό του το υπουργείο Εξωτερικών ότι ο Simon Wiesenthal έχει συγκεκριμένες πληροφορίες για τους Γερμανούς αξιωματικούς που έλαβαν μέρος στις ομαδικές εκτελέσεις στο Δίστομο και Κλεισούρα το 1944 και παρακαλεί να προβεί στις σχετικές ενέργειες.
Λίγες ημέρες αργότερα , στις 5 Μαρτίου 1980 το υπουργείο Εξωτερικών απευθύνεται προς τον υπουργείο Δικαιοσύνης: «Παρακαλούμε να μας πληροφορήσετε, αν επιθυμείτε να δώσετε συνέχεια στην πρόταση του Simon Wiesenthal να συνεργαστεί μαζί σας».
Η οριστική ταφόπλακα για τη διερεύνηση των εγκλημάτων στο Δίστομο μπαίνει από τις δικαστικές αρχές στις 15 Απριλιου 1980. Η Εισαγγελία Εφετών στέλνει έγγραφο προς το υπουργείο Δικαιοσύνης. Θέμα «Γερμανοί εγκληματίαι πολέμου».
Αρκούν δύο προτάσεις, με την υπογραφή του εισαγγελέα Εφετων Ιωάννη Ζεγκίνη: «Η ποινική δίωξη των αδικημάτων έχει ανασταλεί με το ν.3933/59, όπως αυτός τροποποιήθηκε με το ν.4016/59. Εν πάση περιπτώσει έχουν υποκύψει σε παραγραφή».