Ζητά να σταματήσει και η διαφήμιση τέτοιων περιουσιών προς πώληση στο εξωτερικό
Η κυπριακή Κυβέρνηση εισηγείται στην Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ) σειρά μέτρων για πλήρη συμμόρφωση της Τουρκίας με την απόφαση του ΕΔΑΔ στη διακρατική προσφυγή Κύπρου εναντίον Τουρκίας του 2001, σε σχέση με τα περιουσιακά δικαιώματα των εκτοπισμένων Ελληνοκυπρίων.
Μεταξύ άλλων, ζητά να σταματήσει η παράνομη εκμετάλλευση των ελληνοκυπριακών περιουσιών στα κατεχόμενα, καθώς και η διαφήμιση τέτοιων περιουσιών προς πώληση στο εξωτερικό, ενώ η Λευκωσία καλεί την Άγκυρα να παρουσιάσει πλήρη κατάλογο με τα μέτρα που λαμβάνει για συμμόρφωση με την απόφαση.
Η λίστα με τα μέτρα, που όπως αναφέρεται δεν είναι εξαντλητική, περιέχεται σε υπόμνημα της Κυπριακής Δημοκρατίας που διανεμήθηκε στις 30 Μαΐου, ενόψει της συνεδρίας των μονίμων αντιπροσώπων των κρατών μελών, μεταξύ 7 και 9 Ιουνίου, στο Στρασβούργο.
Με απόφαση της Επιτροπής Υπουργών του ΣτΕ, το Δεκέμβριο του 2014, είχε ζητηθεί από τις αντιπροσωπείες να υποβάλουν εισηγήσεις για πιθανά μέτρα προς την πλευρά της Τουρκίας, στη συζήτηση για την υλοποίηση της απόφασης επί της διακρατικής προσφυγής, που αφορά τα περιουσιακά δικαιώματα των εκτοπισμένων.
Συγκεκριμένα, η Λευκωσία ζητά από τους μόνιμους αντιπροσώπους να καλέσουν την Τουρκία:
– Να παράσχει στην Επιτροπή πλήρη κατάλογο με τα μέτρα που έχει λάβει μέχρι αυτή τη στιγμή και/ή που σκοπεύει να λάβει για να συμμορφωθεί με την απόφαση του ΕΔΑΔ του 2001.
– Να υποβάλλει έκθεση προόδου σε εξαμηνιαία βάση αναφορικά με τα μέτρα που έλαβε, καθώς και ποίο ήταν το αποτέλεσμά τους.
– Να παράσχει στην Επιτροπή μια πλήρη και ολοκληρωμένη λίστα με το καθεστώς που ισχύει για την ακίνητη περιουσία στα κατεχόμενα.
– Να παύσει κάθε δραστηριότητα διαφήμισης ή άλλης προώθησης της παράνομης πώλησης ελληνοκυπριακών περιουσιών στο βόρειο τμήμα του νησιού.
– Να απέχει από την συμπερίληψη σε διεθνείς εκθέσεις ή φόρα κάθε διαφήμισης ή άλλης προώθησης για παράνομη πώληση των ε/κ περιουσιών στο βόρειο τμήμα.
– Να δημοσιεύσει στην τουρκική γλώσσα σε εφημερίδες τα σχετικά σημεία της απόφασης του ΕΔΑΔ για δίκαιη ικανοποίηση (η οποία εκδόθηκε στις 12 Μαΐου 2014).
– Να καταχωρήσει το πλήρες κείμενο της κύριας απόφασης και της απόφασης για τη δίκαιη ικανοποίηση σε επίσημες κυβερνητικές ιστοσελίδες, στην αγγλική και τουρκική.
– Να εισάγει άμεσα μέτρα για παύση κάθε «μεταβίβασης» περιουσιών που ανήκουν σε εκτοπισμένους, όπως πράξεις «πώλησης», «μίσθωση» και «υποθήκευσης».
– Να εισάγει άμεσα μέτρα για παύση κάθε κατασκευαστικής δραστηριότητας που διεξάγεται χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του νόμιμου ιδιοκτήτη της περιουσίας.
Προστίθεται ότι η Λευκωσία διατηρεί το δικαίωμα να υποβάλλει περαιτέρω εισηγήσεις στο μέλλον.
Εξάλλου, στο υπόμνημα αναφέρεται ότι η Τουρκία συνεχίζει την απροθυμία της να συνεργαστεί με την Επιτροπή, μέσω της υιοθέτησης των αναγκαίων μέτρων για τερματισμό των παραβιάσεων και παροχή των αναγκαίων αποτελεσματικών θεραπειών.
Αντιθέτως, λέει η Λευκωσία, η Τουρκία αρνείται επιμόνως να συμμορφωθεί με την απόφαση του δικαστηρίου και δεν έχει λάβει μέτρα για περιορισμό της παράνομης πώλησης ή εκμετάλλευσης των ελληνοκυπριακών περιουσιών, ενώ ενθαρρύνει την εκμετάλλευσή τους.
Παράλληλα τονίζει ότι τα περιουσιακά δικαιώματα των εκτοπισμένων δεν μπορούν να αποσυνδεθούν από τα περιουσιακά δικαιώματα των εγκλωβισμένων και των κληρονόμων τους, καθώς αυτό θα συνιστούσε τεχνητό διαχωρισμό.
Η ακίνητη περιουσία στα κατεχόμενα από την Τουρκία εδάφη επηρεάζεται το ίδιο από τις παραβιάσεις, ανεξαρτήτως αν πρόκειται για περιουσίες εκτοπισμένων ή εγκλωβισμένων και των κληρονόμων τους, προστίθεται.
Η κυπριακή Κυβέρνηση απορρίπτει τέλος τις επανειλημμένες προσπάθειες της Τουρκίας για τερματισμό της επίβλεψης από την Επιτροπή Υπουργών, με επίκληση της απόφασης στην υπόθεση «Δημόπουλος», καθώς, σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, δεν αρκεί από μόνη της για να απαλλάξει την Τουρκία από την υποχρέωση για συμμόρφωση με την κύρια απόφαση.
Εξάλλου, με επιστολή του προς την Επιτροπή Υπουργών ο καθηγητής Ανδρέας Ορφανίδης, εκ των αιτητών στην ομάδα προσφυγών «Ξενίδη-Αρέστη εναντίον Τουρκίας», επαναλαμβάνει την αποτυχία εκ μέρους της Τουρκίας να υλοποιήσει την απόφαση, καθώς και την αδυναμία της Επιτροπής Υπουργών να εποπτεύσει αποτελεσματικά την υλοποίησή της.
Παρά τις προσπάθειες, αποφάσεις και τα ενδιάμεσα ψηφίσματα της Επιτροπής Υπουργών, η επιδικασθείσα αποζημίωση δεν έχει ακόμη καταβληθεί από την τουρκική Κυβέρνηση, σημειώνει και ζητά τη λήψη πιο δραστικών μέτρων και αποτελεσματικών μέτρων.