βασιλικός θρόνος, κατακρημνίστηκε στην κοίτη του ρέματος Χάβου, όταν κατέρρευσε το νοτιοανατολικό τμήμα του δαπέδου του μεγάρου. Το τμήμα εντοπίσθηκε 80 μ. νότια της Ακροπόλεως των Μυκηνών που βρίσκεται κάτω ακριβώς από το ανάκτορο.
Κατά τον ανασκαφέα, το σημείο ανεύρεσης σε συνδυασμό με πολλά αλληλένδετα τεκμήρια «συνηγορούν πως πρόκειται πιθανότατα για τον θρόνο (to-no στη Γραμμική Β΄) της τελευταίας φάσης του μυκηναϊκού ανακτόρου». Τονίζει, επίσης, ότι στην ίδια περιοχή στην κοίτη του Χάβου είχε βρεθεί, κατά τη δεκαετία του 1950, η χαμένη λίθινη βάση κίονα, στο πλαίσιο εργασιών από τον τότε γενικό γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αναστάσιο Ορλάνδο.
Μάλιστα συγκρίνει το εύρημα με τον θρόνο της Κνωσού, επισημαίνοντας ίδια χαρακτηριστικά (σχήμα του περιχειλώματος, κλίση του λίθου προς τα πίσω, στην πλάτη). Το πολύ ρηχό βύθισμα της έδρας «είναι πρακτικά ακατάλληλο για λεκάνη», όπως είχε αποφανθεί πέρυσι επιτροπή που ορίστηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία, υπό την αιγίδα της οποίας διενεργήθηκαν η συστηματική γεωφυσική έρευνα και η ανασκαφή.
Επειτα από διετή μελέτη του ευρήματος από διεπιστημονική ομάδα, ο κ. Μαγγίδης παρουσίασε χθες τις θέσεις του (επίσημα την Πέμπτη στις 7 μ.μ. στο Ιδρυμα Θεοχαράκη, όπου θα υπάρχει και 3D αναπαράσταση), ενώ θα ακολουθήσουν ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια και διεθνή αρχαιολογικά περιοδικά.
Καθηγητής Αρχαιολογίας και πρόεδρος του Μυκηναϊκού Ιδρύματος Αρχαιολογίας, ο κ. Μαγγίδης υποστηρίζει πως ο θρόνος είναι κατασκευασμένος από ντόπιο κροκαλοπαγές πέτρωμα και ότι η χρήση του «δημιουργεί σημειολογικούς συνειρμούς και συμβολισμούς αυτοχθονίας και αρχαιότητας, καθώς ο ογκώδης λίθινος θρόνος θα έδινε την εντύπωση της φυσικής προέκτασης του βράχου των Μυκηνών μέσα στην αίθουσα του ανακτόρου». Η χρήση τέτοιων πετρωμάτων αποτελεί χαρακτηριστικό της μυκηναϊκής ανακτορικής αρχιτεκτονικής του 14ου και του 13ου αι. π.Χ. «και όχι υλικό για “βιοτεχνικά σκεύη” και “λεκάνες”, όπως θεωρήθηκε εσφαλμένα από την επιτροπή». Κροκαλοπαγή πετρώματα χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή και τη διακόσμηση προσόψεων βασιλικών θολωτών τάφων, τειχών, εισόδων πυλών στις Μυκήνες (π.χ., Πύλη Λεόντων), στην Τίρυνθα και στην Κνωσό.
Για την επιστημονική διαφωνία με τον κ. Βασίλειο Πετράκο, γενικό γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας, είπε πως διαχωρίζει τον φορέα από τα πρόσωπα που τον διοικούν, ότι σέβεται και υπηρετεί την Α.Ε. επί 15 χρόνια, «ανασκάπτοντας και χρηματοδοτώντας καθ’ ολοκληρίαν τις αρχαιολογικές έρευνες στις Μυκήνες και στο Γλα». Αδικαιολόγητη χαρακτηρίζει τη διακοπή της αδειοδότησης για έρευνα και στις δύο θέσεις. Θα επανέλθει πάντως με νέο αίτημα. Οσο για την άποψη της επιτροπής «περί λεκάνης», τη χαρακτηρίζει «πρόχειρη» και ότι στηρίζεται σε «αβάσιμες εικασίες». Η θέση του είναι πως η αρχαιολογική αξία κάθε ευρήματος «κρίνεται από την επιστημονική δημοσίευσή του και μόνον από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα σε βάθος χρόνου».
Ο κ. Μαγγίδης λέει ακόμη πως, κατά την αυτοψία της επιτροπής στον χώρο, ο ίδιος απουσίαζε στην Αμερική. Ενοχλημένος από την προσπάθεια του θεσμικού φορέα «να παρέμβει», κατήγγειλε «παράτυπες ενέργειες», πριν αποφανθεί ο ίδιος για το εύρημα ως υπεύθυνος ανασκαφέας και μελετητής.
Η ανασκαφή έχει χρηματοδοτηθεί με 2 εκατ. δολάρια έως τώρα από το Ινστιτούτο Αιγαιακής Προϊστορίας (ΙNSTAP), το Dickinson College και το Μυκηναϊκό Ιδρυμα.
Επειδή τις επιστημονικές κόντρες τις έχουμε ξαναδεί κάτω από τα φώτα των προβολέων, συνετό είναι να είμαστε ψύχραιμοι.
Έντυπη