εθνικών εκπροσώπων, όπου θα επιχειρηθεί ο συμβιβασμός μεταξύ των διαφορετικών κανονιστικών πλαισίων που έχουν ήδη υιοθετήσει Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία. Στόχος είναι να υπάρξει σαφήνεια ώστε οι επενδυτές να μην αναγκάζονται να αντιμετωπίζουν διαφορετικούς κανόνες σε κάθε χώρα αλλά και να είναι ευκολότερη η αναδιάρθρωση διεθνών τραπεζών.
Η διάσωση των τραπεζών με ίδια μέσα και όχι πλέον με χρήματα των φορολογουμένων αποτελεί την κληρονομία της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008. Νέοι κανόνες έχουν θεσπιστεί στο πλαίσιο των 20 περισσότερο ανεπτυγμένων οικονομικά κρατών (G20) αλλά και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Με βάση τους κανόνες του G20, οι τράπεζες είναι πλέον υποχρεωμένες να διαθέτουν μια ειδική κατηγορία χρέους που θα «απορροφά» πρώτη τις ζημίες σε περίπτωση χρεοκοπίας (total loss absorbing capacity). Καθώς η Κομισιόν αρχίζει τη διαβούλευση για την κατάρτιση πανευρωπαϊκών κανονισμών, έρχεται μοιραία αντιμέτωπη με τους διαφορετικούς κανόνες που ισχύουν στα κράτη-μέλη. Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία έχουν προσπαθήσει να αλλάξουν το εθνικό νομικό πλαίσιο, ώστε να περιληφθούν και τα ομόλογα υψηλής εξασφάλισης (senior bonds) στα περιουσιακά στοιχεία που θα υποστούν «κούρεμα» σε περίπτωση σοβαρού προβλήματος. Κοινή συνισταμένη είναι η προσπάθεια κάθε κράτους να διασφαλίσει ότι οι ομολογιούχοι υψηλής εξασφάλισης θα υποστούν «κούρεμα» πριν από τους καταθέτες και τους αντισυμβαλλόμενους σε συναλλαγές με παράγωγα.
Η Γερμανία έχει αλλάξει τη νομοθεσία ώστε να είναι ευκολότερη η επιβολή ζημιών σε κάθε είδους ομόλογα υψηλής εξασφάλισης. Η επιλογή των Γάλλων ήταν να δημιουργήσουν μια νέα κατηγορία τραπεζικού χρέους. Η ιταλική κυβέρνηση προτίμησε να προτάξει την προστασία των καταθετών έναντι των ομολογιούχων (μετά και το πολιτικό φιάσκο πέρυσι, όταν αρκετές ιταλικές τράπεζες είχαν επιβάλει «κούρεμα» σε μικροκαταθέτες, τους οποίους οι τραπεζίτες είχαν πείσει να μετατρέψουν τις καταθέσεις τους σε ομόλογα με δέλεαρ λίγο υψηλότερη απόδοση). Κατά την Κομισιόν, η διαφορετική προσέγγιση που ακολουθούν τα κράτη-μέλη θα μπορούσε να εμποδίσει την εκκαθάριση διασυνοριακών τραπεζών, ενώ επενδυτές αλλά και οι ίδιες οι τράπεζες αναγκάζονται να λειτουργούν σε ασαφές κανονιστικό πλαίσιο, γεγονός που δεν ευνοεί τις επενδύσεις. Παράλληλα, η ύπαρξη διαφορετικών κανόνων, ουσιαστικά η παροχή διαφορετικού βαθμού προστασίας στους ομολογιούχους υψηλής εξασφάλισης, θα μπορούσε να προκαλέσει στρεβλώσεις στις αγορές ομολόγων και να πυροδοτήσει επιζήμιο ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών-μελών. Φιλοδοξία της Κομισιόν είναι να συμφωνηθεί μια κοινή σειρά με την οποία θα επιβάλλονται ζημίες στους επενδυτές των τραπεζών. Μιλώντας στους FT, Γερμανός κυβερνητικός αξιωματούχος καλωσόρισε την πρωτοβουλία της Επιτροπής λέγοντας ότι «η συζήτηση βρίσκεται σε πολύ πρώιμο στάδιο. Πιστεύουμε ότι θα βρεθεί λύση αποδεκτή από όλους». Σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα, υπάρχουν ενδείξεις ότι η Κομισιόν προτιμάει το γαλλικό και το ιταλικό μοντέλο. Κατά την Κομισιόν, το γερμανικό μοντέλο θα μπορούσε να προκαλέσει αρκετές «αρνητικές επιπτώσεις», συμπεριλαμβανομένης της αύξησης του κόστους χρηματοδότησης των τραπεζών μεσοπρόθεσμα.
Οι κανόνες του G20 αφορούν τις 30 μεγαλύτερες συστημικές τράπεζες του κόσμου. Ωστόσο, η σειρά με την οποία θα επιβάλλονται ζημίες στους πιστωτές των τραπεζών (στους οποίους η Ε.Ε. περιλαμβάνει μέχρι και τους ανασφάλιστους καταθέτες, όπως φάνηκε το 2013 στην περίπτωση της Κύπρου) έχει ιδιαίτερη σημασία, δεδομένης της ευρωπαϊκής οδηγίας με την οποία επιβάλλεται «κούρεμα» των πιστωτών τραπεζών προτού επιχειρηθεί εκκαθάριση προβληματικής τράπεζας με τη συμμετοχή και του δημοσίου τομέα. Ζητήματα ζωτικής σημασίας, όπως η επιβολή ανωτάτου ύψους κρατικών ομολόγων που θα μπορεί να κατέχει κάθε τράπεζα αλλά και το να σταθμίζονται έναντι κινδύνου χρεοκοπίας τα κρατικά ομόλογα, απασχολούν έντονα την Ευρωζώνη και επιδιώκεται η διευθέτησή τους μέχρι το τέλος του έτους.
Έντυπη