Οι δύο φύλακες του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Βορείων Σποράδων λειτουργούν επικουρικά στο Λιμενικό, το οποίο και ειδοποιούν αν συμβεί κάτι. Περιπολία, φύλαξη, αλλά και ενημέρωση των επισκεπτών, είναι οι βασικές τους αρμοδιότητες εδώ και εννέα χρόνια.
ΑΛΟΝΝΗΣΟΣ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Η ημέρα είναι ηλιόλουστη, αέρας δεν φυσά, όμως το μικρό σκάφος «κοπανιέται» στα κύματα. Οι δύο «συνεπιβάτες» μου, ο Δημήτρης Σταματίου και ο Κωσταντίνος Γκιουλής, δείχνουν ατάραχοι, μαθημένοι εδώ και χρόνια σε πολύ χειρότερες καιρικές συνθήκες. Αλλωστε αυτή είναι η δουλειά τους: είναι εδώ και εννέα χρόνια οι δύο φύλακες του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Βορείων Σποράδων.
Η καθημερινότητά τους είναι κυρίως αυτή. Περιπολία-φύλαξη, όπως την ονομάζουν, ένα οκτάωρο, αλλά όχι σταθερό: άλλοτε πρωί, άλλοτε απόγευμα, κάποιες φορές ακόμα και το βράδυ. «Σκοπός είναι να μην ξέρουν πότε να σε περιμένουν» λέει ο κ. Σταματίου, αν και σε ένα μικρό μέρος όπως η Αλόννησος φαντάζομαι ότι αυτό θα ισχύει μόνο για τους «ξένους». Οι φύλακες του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου, του πρώτου στη χώρα μας και του μεγαλύτερου της Μεσογείου, λειτουργούν επικουρικά στο Λιμενικό, το οποίο και ειδοποιούν αν συμβεί κάτι. Ο ρόλος τους είναι κατά βάση να ενημερώνουν. «Αν δούμε ένα σκάφος, το πλησιάζουμε, τους ενημερώνουμε πού βρίσκονται, τους δίνουμε ένα φυλλάδιο που εξηγεί τι επιτρέπεται και τι όχι», λέει ο κ. Σταματίου. «Εντάξει, άμα “παγκιάσει” σε έναν κόλπο ένα ιστιοπλοϊκό, να ξεκουραστεί μια οικογένεια το βράδυ, δεν θα καλέσουμε το Λιμενικό, είμαστε ελαστικοί. Περισσότερο μας ενδιαφέρει να εντοπίσουμε παράνομες δραστηριότητες».
Το σκάφος του φορέα διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου έχει «ανοιχτεί», καθώς προσεγγίζουμε την καταπράσινη νησίδα Περιστέρα. Κάποτε μέχρι τον πόλεμο, η Περιστέρα κατοικούνταν από οικογένειες κτηνοτρόφων, μου εξηγούν. Στα όρια του Εθνικού Πάρκου βρίσκεται ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών και βραχονησίδων, όλα ακατοίκητα: Νότια η Σκάντζουρα και τα Δύο Αδέλφια, Βόρεια η Κυρα-Παναγιά, η Γιούρα και η Ψαθούρα και στο ανατολικό άκρο το Πιπέρι, «πυρήνας» της προστατευόμενης περιοχής. Το μικρό σκάφος εξακολουθεί να χοροπηδά στο κύμα, περνάμε δύο καΐκια ντόπιων, που μας χαιρετούν από μακριά.
«Σας έχει τύχει ποτέ να σας αντιμετωπίσουν άσχημα;», τους ρωτάω. Γελούν και οι δύο. «Από βρίσιμο είμαστε χορτάτοι», λένε. «Με τους ντόπιους στην αρχή ήταν δύσκολα, μέχρι να μας συνηθίσουν», λέει ο κ. Γκιουλής. «Τώρα που έχουν περάσει χρόνια, η Αλόννησος αγκάλιασε το Εθνικό Πάρκο, κατάλαβε ότι είναι προς όφελός της. Και οι τουρίστες συνήθως δεν δημιουργούν προβλήματα».
Τα λεγόμενά τους επιβεβαίωνε λίγο νωρίτερα ο Θόδωρος Μαλαματένιος, πρόεδρος του συλλόγου αλιέων της Αλοννήσου. «Αν δεν φυλάσσεται μια περιοχή, γίνεται πραγματική λεηλασία», εξηγεί. «Καταλάβαμε ότι αν δεν υπάρχει το πάρκο, δεν θα υπάρχει και το δικό μας επάγγελμα. Και έτσι αλλάξαμε εμείς. Μεγαλώσαμε τα δίχτυα μας, από 17 χιλιοστά το «μάτι» πήγαμε στα 22 χιλιοστά και άνω. Παλιά έμεναν τα δίχτυα στη θάλασσα 2-3 μέρες, τώρα μια βραδιά. Και στο Πιπέρι που απαγορεύεται, δεν ψαρεύει κανείς. Και παράλληλα δίνουμε κι εμείς μάχες για την παράνομη αλιεία».
Τα πρώτα χρόνια οι «μάχες» του λιμενικού, του φορέα διαχείρισης και των αλιέων ήταν ενάντια στις τράτες και στα μεγάλα αλιευτικά. Οι προσπάθειες είχαν αποτέλεσμα και έτσι σταδιακά τα ιχθυαποθέματα της περιοχής αυξήθηκαν, ενώ η απειλούμενη φώκια monachusmonachus, «σύμβολο» του Εθνικού Πάρκου, αύξησε τον πληθυσμό της. Ομως για κάποιους αυτό λειτούργησε ως… πρόκληση: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι οι ψαροντουφεκάδες. Λένε ότι “εκεί θα έχει ψάρια” και έρχονται σαν τις μέλισσες».
«Δεν μιλούμε βέβαια για ερασιτέχνες, μέχρι 5 κιλά άλλωστε επιτρέπεται και από τον νόμο», λέει ο πρόεδρος του φορέα διαχείρισης του εθνικού πάρκου και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Στέφανος Παρασκευόπουλος. «Αυτοί όμως είναι επαγγελματίες, με εξοπλισμό, που κυνηγούν μεγάλα ψάρια, ακριβά, τα οποία προορίζονται για εστιατόρια στην Αθήνα. Οταν πιάνεις κάποιον με 20-30 κιλά ψάρια, εννοείται ότι… δεν το κάνει από χόμπι. Δυστυχώς είναι δύσκολο να τους εντοπίσουμε όλους. Τα μέσα είναι περιορισμένα, το Εθνικό Πάρκο τεράστιο, 2.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα».
Λιγοστά τα μέσα
Τα μέσα του φορέα διαχείρισης είναι ψαλιδισμένα. Διαθέτει μόλις ένα σκάφος, δωρεά του ιδρύματος Thalassa. Ακόμα δύο κατασχέθηκαν στο παρελθόν, έπειτα από αγωγές υπαλλήλων του φορέα στους οποίους οφείλονταν υπερωρίες. «Είμαστε στην ίδια κατάσταση με όλους τους φορείς διαχείρισης. Φέτος, για πρώτη φορά επιχορηγηθήκαμε από το Πράσινο Ταμείο, ίσα ίσα να καλύψουμε τους μισθούς και τα βασικά έξοδα. Το πετρέλαιο του σκάφους το καλύπτουμε εν μέρει από εκεί, εν μέρει από δωρεές, εν μέρει από πόρους κοινοτικών προγραμμάτων που υλοποιούμε», λέει ο πρόεδρος του φορέα.
Το μεγάλο κέρδος από τη δημιουργία του Εθνικού Πάρκου Βορείων Σποράδων δεν είναι μόνο η προστασία της φύσης, είναι και η κληρονομιά που άφησε στην Αλόννησο. «Το μεγαλύτερο όφελος είναι η κοινωνική αποδοχή από τους κατοίκους και τους επισκέπτες. Οχι μόνο εμπέδωσαν γιατί είναι προς όφελός τους η διατήρηση του Εθνικού Πάρκου, αλλά το έχουν κάνει κομμάτι της ταυτότητάς τους». Το Εθνικό Πάρκο στάθηκε η αφορμή για την Αλόννησο ώστε να δημιουργήσει ένα διαφορετικό «προφίλ», αυτό του «πράσινου νησιού», το οποίο χτίζεται υπομονετικά τα τελευταία χρόνια με πολλές, μικρές και μεγάλες πρωτοβουλίες.
«Είμαστε τυχεροί τελικά», λέει ο πρόεδρος των αλιέων, Θόδωρος Μαλαματένιος. «Εχουμε ψάρι τη στιγμή που το Αιγαίο “αδειάζει”. Εξαιτίας του πάρκου καταφέραμε να επιβιώσουμε στον τόπο μας. Αν δεν απαγορευθεί εντελώς η αλιεία στο Αιγαίο τον Μάιο, δεν πρόκειται να φτιάξει η κατάσταση. Τότε γίνεται διπλή καταστροφή: ο Μάιος είναι ο μήνας της αναπαραγωγής και όταν πιάνεις “αυγωμένα” ψάρια, μετά ο πληθυσμός δεν αποκαθίσταται. Επιπλέον, δεν έχεις ψάρι το καλοκαίρι, που το θέλεις λόγω τουρισμού. Αν δεν προσέξεις μια σεζόν, έχεις χάσει μια δεκαετία».
Η καθημερινότητά τους είναι κυρίως αυτή. Περιπολία-φύλαξη, όπως την ονομάζουν, ένα οκτάωρο, αλλά όχι σταθερό: άλλοτε πρωί, άλλοτε απόγευμα, κάποιες φορές ακόμα και το βράδυ. «Σκοπός είναι να μην ξέρουν πότε να σε περιμένουν» λέει ο κ. Σταματίου, αν και σε ένα μικρό μέρος όπως η Αλόννησος φαντάζομαι ότι αυτό θα ισχύει μόνο για τους «ξένους». Οι φύλακες του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου, του πρώτου στη χώρα μας και του μεγαλύτερου της Μεσογείου, λειτουργούν επικουρικά στο Λιμενικό, το οποίο και ειδοποιούν αν συμβεί κάτι. Ο ρόλος τους είναι κατά βάση να ενημερώνουν. «Αν δούμε ένα σκάφος, το πλησιάζουμε, τους ενημερώνουμε πού βρίσκονται, τους δίνουμε ένα φυλλάδιο που εξηγεί τι επιτρέπεται και τι όχι», λέει ο κ. Σταματίου. «Εντάξει, άμα “παγκιάσει” σε έναν κόλπο ένα ιστιοπλοϊκό, να ξεκουραστεί μια οικογένεια το βράδυ, δεν θα καλέσουμε το Λιμενικό, είμαστε ελαστικοί. Περισσότερο μας ενδιαφέρει να εντοπίσουμε παράνομες δραστηριότητες».
Το σκάφος του φορέα διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου έχει «ανοιχτεί», καθώς προσεγγίζουμε την καταπράσινη νησίδα Περιστέρα. Κάποτε μέχρι τον πόλεμο, η Περιστέρα κατοικούνταν από οικογένειες κτηνοτρόφων, μου εξηγούν. Στα όρια του Εθνικού Πάρκου βρίσκεται ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών και βραχονησίδων, όλα ακατοίκητα: Νότια η Σκάντζουρα και τα Δύο Αδέλφια, Βόρεια η Κυρα-Παναγιά, η Γιούρα και η Ψαθούρα και στο ανατολικό άκρο το Πιπέρι, «πυρήνας» της προστατευόμενης περιοχής. Το μικρό σκάφος εξακολουθεί να χοροπηδά στο κύμα, περνάμε δύο καΐκια ντόπιων, που μας χαιρετούν από μακριά.
«Σας έχει τύχει ποτέ να σας αντιμετωπίσουν άσχημα;», τους ρωτάω. Γελούν και οι δύο. «Από βρίσιμο είμαστε χορτάτοι», λένε. «Με τους ντόπιους στην αρχή ήταν δύσκολα, μέχρι να μας συνηθίσουν», λέει ο κ. Γκιουλής. «Τώρα που έχουν περάσει χρόνια, η Αλόννησος αγκάλιασε το Εθνικό Πάρκο, κατάλαβε ότι είναι προς όφελός της. Και οι τουρίστες συνήθως δεν δημιουργούν προβλήματα».
Τα λεγόμενά τους επιβεβαίωνε λίγο νωρίτερα ο Θόδωρος Μαλαματένιος, πρόεδρος του συλλόγου αλιέων της Αλοννήσου. «Αν δεν φυλάσσεται μια περιοχή, γίνεται πραγματική λεηλασία», εξηγεί. «Καταλάβαμε ότι αν δεν υπάρχει το πάρκο, δεν θα υπάρχει και το δικό μας επάγγελμα. Και έτσι αλλάξαμε εμείς. Μεγαλώσαμε τα δίχτυα μας, από 17 χιλιοστά το «μάτι» πήγαμε στα 22 χιλιοστά και άνω. Παλιά έμεναν τα δίχτυα στη θάλασσα 2-3 μέρες, τώρα μια βραδιά. Και στο Πιπέρι που απαγορεύεται, δεν ψαρεύει κανείς. Και παράλληλα δίνουμε κι εμείς μάχες για την παράνομη αλιεία».
Τα πρώτα χρόνια οι «μάχες» του λιμενικού, του φορέα διαχείρισης και των αλιέων ήταν ενάντια στις τράτες και στα μεγάλα αλιευτικά. Οι προσπάθειες είχαν αποτέλεσμα και έτσι σταδιακά τα ιχθυαποθέματα της περιοχής αυξήθηκαν, ενώ η απειλούμενη φώκια monachusmonachus, «σύμβολο» του Εθνικού Πάρκου, αύξησε τον πληθυσμό της. Ομως για κάποιους αυτό λειτούργησε ως… πρόκληση: «Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι οι ψαροντουφεκάδες. Λένε ότι “εκεί θα έχει ψάρια” και έρχονται σαν τις μέλισσες».
«Δεν μιλούμε βέβαια για ερασιτέχνες, μέχρι 5 κιλά άλλωστε επιτρέπεται και από τον νόμο», λέει ο πρόεδρος του φορέα διαχείρισης του εθνικού πάρκου και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Στέφανος Παρασκευόπουλος. «Αυτοί όμως είναι επαγγελματίες, με εξοπλισμό, που κυνηγούν μεγάλα ψάρια, ακριβά, τα οποία προορίζονται για εστιατόρια στην Αθήνα. Οταν πιάνεις κάποιον με 20-30 κιλά ψάρια, εννοείται ότι… δεν το κάνει από χόμπι. Δυστυχώς είναι δύσκολο να τους εντοπίσουμε όλους. Τα μέσα είναι περιορισμένα, το Εθνικό Πάρκο τεράστιο, 2.500 τετραγωνικά χιλιόμετρα».
Λιγοστά τα μέσα
Τα μέσα του φορέα διαχείρισης είναι ψαλιδισμένα. Διαθέτει μόλις ένα σκάφος, δωρεά του ιδρύματος Thalassa. Ακόμα δύο κατασχέθηκαν στο παρελθόν, έπειτα από αγωγές υπαλλήλων του φορέα στους οποίους οφείλονταν υπερωρίες. «Είμαστε στην ίδια κατάσταση με όλους τους φορείς διαχείρισης. Φέτος, για πρώτη φορά επιχορηγηθήκαμε από το Πράσινο Ταμείο, ίσα ίσα να καλύψουμε τους μισθούς και τα βασικά έξοδα. Το πετρέλαιο του σκάφους το καλύπτουμε εν μέρει από εκεί, εν μέρει από δωρεές, εν μέρει από πόρους κοινοτικών προγραμμάτων που υλοποιούμε», λέει ο πρόεδρος του φορέα.
Το μεγάλο κέρδος από τη δημιουργία του Εθνικού Πάρκου Βορείων Σποράδων δεν είναι μόνο η προστασία της φύσης, είναι και η κληρονομιά που άφησε στην Αλόννησο. «Το μεγαλύτερο όφελος είναι η κοινωνική αποδοχή από τους κατοίκους και τους επισκέπτες. Οχι μόνο εμπέδωσαν γιατί είναι προς όφελός τους η διατήρηση του Εθνικού Πάρκου, αλλά το έχουν κάνει κομμάτι της ταυτότητάς τους». Το Εθνικό Πάρκο στάθηκε η αφορμή για την Αλόννησο ώστε να δημιουργήσει ένα διαφορετικό «προφίλ», αυτό του «πράσινου νησιού», το οποίο χτίζεται υπομονετικά τα τελευταία χρόνια με πολλές, μικρές και μεγάλες πρωτοβουλίες.
«Είμαστε τυχεροί τελικά», λέει ο πρόεδρος των αλιέων, Θόδωρος Μαλαματένιος. «Εχουμε ψάρι τη στιγμή που το Αιγαίο “αδειάζει”. Εξαιτίας του πάρκου καταφέραμε να επιβιώσουμε στον τόπο μας. Αν δεν απαγορευθεί εντελώς η αλιεία στο Αιγαίο τον Μάιο, δεν πρόκειται να φτιάξει η κατάσταση. Τότε γίνεται διπλή καταστροφή: ο Μάιος είναι ο μήνας της αναπαραγωγής και όταν πιάνεις “αυγωμένα” ψάρια, μετά ο πληθυσμός δεν αποκαθίσταται. Επιπλέον, δεν έχεις ψάρι το καλοκαίρι, που το θέλεις λόγω τουρισμού. Αν δεν προσέξεις μια σεζόν, έχεις χάσει μια δεκαετία».