Πολιτείες και άλλες ομοσπονδίες, οι οποίες πέτυχαν την ενοποίησή τους σε πρώιμο στάδιο, όλες οι χώρες- μέλη της Ευρωζώνης έχουν υψηλή φορολογία και μεγάλες κρατικές δαπάνες. Σε ένα σενάριο στο προσεχές μέλλον οι περισσότερες από αυτές τις λειτουργίες θα παραμείνουν υπό τον έλεγχο των εθνικών κυβερνήσεων, ενώ μία δημοσιονομική ένωση θα πρέπει να θέσει ελάχιστες προτεραιότητες και στόχους με δύο τρόπους κυρίως: Πρώτον, με το να παράσχει μία διευθέτηση, που να επιτρέπει δημοσιονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη ως σύνολο και, δεύτερον, με το να παράσχει πόρους για την αποτροπή συστημικών χρηματοπιστωτικών κρίσεων. Αναφορικά με το πρώτο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Ευρωζώνη χρειάζεται εργαλεία άσκησης πολιτικής, ώστε να ελέγχει τη ζήτηση, καθώς και πολιτικές σταθεροποίησης σε περιόδους μακροχρόνιας ύφεσης.
Σε έκτακτες συνθήκες, η νομισματική πολιτική από μόνη της επωμίζεται υπερβολικό άχθος, εξ ου και πρέπει να υπάρχει συντονισμός με τη δημοσιονομική πολιτική. Το δεύτερο σημείο είναι αμφιλεγόμενο και αφορά τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, ο οποίος λειτουργεί ήδη. Η δημιουργία του είναι σαφώς ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός, αλλά υπό την παρούσα δομή του αμφισβητείται εάν αρκεί με τους υφιστάμενους πόρους του να εμποδίσει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας.
Η νομισματική ένωση για να είναι βιώσιμη σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα χρειάζεται ένα αποτελεσματικό σύστημα διαμοιρασμού των κινδύνων υπό έκτακτες συνθήκες, όπως οι συστημικές κρίσεις στον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Μία σύγκριση με το καθεστώς των Ηνωμένων Πολιτειών, όπου το πολιτειακό χρέος είναι αμελητέο και η δημοσιονομική ένωση προϋπάρχει, θα ήταν παραπλανητική. Μια δημοσιονομική ένωση, ωστόσο, θα ήταν προαπαιτούμενη για μια εύρυθμη κεφαλαιαγορά και μια τραπεζική ένωση.
Η επίτευξη, τώρα, μιας κοινής δημοσιονομικής πολιτικής στην Ευρωζώνη σημαίνει πρώτα απ’ όλα να δημιουργηθεί ένα ευρωπαϊκός θεσμός, λόγου χάρη ένα Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Ινστιτούτο (EFI), προσαρμόζοντας στις περιστάσεις το όνομα της ΕΚΤ. Ο συντονισμός των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών δεν αποδίδει, επειδή η επιβολή του συντονισμού είναι αναπόφευκτα ατελής και είναι ανάγκη η πολιτική να χαράσσεται από μία ευρωπαϊκή σκοπιά και να μην καθοδηγείται από τα εθνικά συμφέροντα των κρατών-μελών.
Πιθανολογούμε ότι το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Ινστιτούτο θα μπορούσε να εκληφθεί ως η μετεξέλιξη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, ενώ οι βασικές του αρμοδιότητες θα ήταν η εποπτεία των εθνικών δημοσιονομικών πολιτικών των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς και η διαχείριση ενός νέου εργαλείου για το χρέος, το αποκαλούμενο από τους ερευνητές «ομόλογο σταθερότητας/ευρωομόλογα» με την υποστήριξη των φορολογικών εσόδων των κρατών-μελών. Το ποσοστό επί των εσόδων, που θα μεταβιβάζεται στο Ινστιτούτο, θα προκαθορίζεται.
Τo EFI για να εξασφαλίσει ρευστότητα αναφορικά με το νέο εργαλείο διαχείρισης χρέους, θα αρχίσει να εκδίδει σταδιακά «ομόλογα σταθερότητας», τα λεγόμενα ευρωομόλογα (ας υποθέσουμε έως και 10% του συνολικού ΑΕΠ της Ευρωζώνης), ενώ τα όσα θα αποκομίζει από την πώληση θα επιστρέφουν στα κράτη-μέλη.
Πρωταρχικός σκοπός των «ομολόγων σταθερότητας» είναι να παράσχει στην Ευρωζώνη ένα νέο εργαλείο για τη διαχρονική διαχείριση της συνολικής ζήτησης στην αγορά.
Έντυπη