Τον έντονο προβληματισμό του για την πορεία της φετινής σεζόν ειδικά όσον αφορά τα τουριστικά έσοδα εξέφρασε ο Πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ) Γιώργος Τσακίρης κατά την παρουσίαση της μελέτης “Εξελίξεις στον παγκόσμιο και τον ελληνικό τουρισμό και στα βασικά μεγέθη της ελληνικής ξενοδοχίας το 2015” που διενήργησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ).
Όπως είπε ο κ. Τσακίρης, παρατηρείται ήδη κόπωση στα τουριστικά μεγέθη η οποία, μάλιστα, ξεκίνησε από πέρυσι, καθώς παρά το γεγονός ότι οι αφίξεις
αυξάνονται, η μέση κατανάλωση και η μέση διαμονή των τουριστών μειώνεται.
Σύμφωνα με τη μελέτη και με βάση τα οριστικά στοιχεία της Έρευνας Συνόρων για το 2015 που διεξάγει η Τράπεζα της Ελλάδας, η μέση δαπάνη ανά ταξίδι στην Ελλάδα μη κατοίκων μειώθηκε κατά 2% το 2015 σε σχέση με το 2014 και διαμορφώθηκε στα 541 ευρώ. Παράλληλα, η δαπάνη ανά διανυκτέρευση αυξήθηκε κατά 4,9% και διαμορφώθηκε στα 75 ευρώ από 72 ευρώ που ήταν το 2014, ενώ η μέση διάρκεια παραμονής για 4η συνεχή χρονιά κατέγραψε μείωση (-6,5%) και περιορίστηκε στις 7,2 διανυκτερεύσεις. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στη σημαντική αύξηση των αφίξεων ταξιδιωτών από ορισμένες χώρες εκτός ευρωζώνης, αλλά και από όμορες χώρες, των οποίων η μέση διάρκεια παραμονής είναι σημαντικά μικρότερη από το μέσο όρο.
Σε ό,τι αφορά τις εκτιμήσεις για τη φετινή τουριστική σεζόν, όπως τονίζει η μελέτη, “ο εισερχόμενος τουρισμός στην Ελλάδα το 2016 εκτιμάται ότι θα διατηρήσει τη δυναμική του και ίσως παρουσιάσει για μία ακόμα χρονιά αύξηση. Η άνοδος, όμως, αυτή δεν θα είναι ομοιόμορφη στους επιμέρους προορισμούς της χώρας, καθώς υπάρχει το έντονο πρόβλημα των προσφύγων και μεταναστών που έχουν φτάσει στη χώρα μας. Είναι δηλαδή πολύ πιθανόν τα νησιά του Βορείου Αιγαίου να δουν τις τουριστικές τους ροές να μειώνονται το 2016″, αναφέρει η μελέτη και συμπεραίνει ότι: “από τις πρώτες ενδείξεις του έτους, προβλέπεται ότι οι αφίξεις αλλοδαπών τουριστών το 2016 θα κυμανθούν μεταξύ 25 και 27 εκατομμυρίων. Παράλληλα, όμως, δεν πρέπει να παραγνωριστεί το γεγονός, ότι από το 2015 έχει αρχίσει να εμφανίζεται μια επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης τόσο των τουριστικών αφίξεων όσο και των εισπράξεων. Αυτό, σε συνδυασμό με το μεταναστευτικό/προσφυγικό πρόβλημα είναι πολύ πιθανό να επιβραδύνει ακόμα περισσότερο την ανάπτυξη του ελληνικού τουρισμού”.
Στα υπόλοιπα στοιχεία της μελέτης για την περίοδο 1990-2015 ο αριθμός των ξενοδοχείων αυξήθηκε κατά 52%. Επίσης το μέσο μέγεθος των δωματίων κινήθηκε ανοδικά κατά 19%, δηλαδή από 35 δωμάτια το 1990 σε 41,6 το 2015. Ακόμη κατά την περίοδο 1990-2015 το ποσοστό των ξενοδοχείων 5* αυξήθηκε κατά 486%. Το δυναμικό των ξενοδοχείων 4* και 5* ανέρχεται στο 41% του συνολικού ξενοδοχειακού δυναμικού, με σαφή τάση το 2020 να αντιστοιχεί στο 48-50%. Το μέσο μέγεθος του Ελληνικού ξενοδοχείου είναι 42 δωμάτια, ενώ το 80% των ξενοδοχείων είναι δυναμικότητας κάτω των 50 δωματίων.
Τέλος, ο κ. Τσακίρης αναφέρθηκε και στην αύξηση της φορολογίας στα καταλύματα επισημαίνοντας ότι σίγουρα θα επηρεαστεί η ανταγωνιστικότητα του τουρισμού τα επόμενα χρόνια, αλλά και η βιωσιμότητα των νέων μονάδων, ενώ ήδη οι tour operators δύσκολα δέχονται τη μετακύλιση του επιπλέον κόστους από τη φορολόγηση στα συμβόλαια που κλείνονται αυτή την περίοδο.