«Ετυχε και βοήθησε ο Θεός και τα παιδιά σώθηκαν». Αυτά τα λόγια επέλεξε ο Δημήτρης Σταθόπουλος, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος (Π.Ο.Ε.Υ.Π.Σ.), για να περιγράψει στο «Εθνος» το πώς επέζησαν οι δύο πιλότοι του Καναντέρ CL-215 που κατέπεσε την Κυριακή στα Δερβενοχώρια Βοιωτίας.
Το συγκεκριμένο πυροσβεστικό αεροσκάφος συμμετέχει εδώ και περισσότερα από 40 χρόνια σε επιχειρήσεις κατάσβεσης από αέρος. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τα
υπόλοιπα Καναντέρ ίδιου τύπου που ανήκουν στον στόλο αεροπυρόσβεσης της Πολεμικής Αεροπορίας.
Οπως επισημαίνει ο Δημήτρης Σταθόπουλος, «στα νηολόγια υπάρχουν 12 Καναντέρ CL-215 εκ των οποίων σε διαθεσιμότητα είναι μόλις τα οκτώ. Είναι 40 χρονών αεροπλάνα και δεν μπορείς να ξέρεις εάν κάποιο θα πετάξει και μετά θα γυρίσει πίσω. Πριν από 15 χρόνια είχαμε 19 και όσο περνάνε τα χρόνια γερνούν και μειώνονται. Η εταιρεία που τα έβγαζε έχει κλείσει και δεν υπάρχουν ανταλλακτικά. Κάνουμε αυτό που λέμε στην πιάτσα “λασπώματα” για να δουλέψουμε».
Στον στόλο αεροπυρόσβεσης υπάρχουν, επίσης, και επτά Καναντέρ CL-415. Τα συγκεκριμένα πυροσβεστικά αεροσκάφη είναι ηλικίας άνω των 15 ετών, εκ των οποίων σε πτητική λειτουργία τελούν μόλις τέσσερα. Τα υπόλοιπα βρίσκονται σε στάδιο συντήρησης. Στα μέσα κατάσβεσης από αέρος της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας συγκαταλέγονται, ακόμη, πέντε ιδιόκτητα ελικόπτερα (δύο Super Puma και τρία τύπου ΒΚ), καθώς και δέκα μισθωμένα ελικόπτερα, εκ των οποίων επτά μεσαίου και τρία βαρέος τύπου.
«Στην αρχή της αντιπυρικής περιόδου εμείς επισημάναμε τα ίδια και τα ίδια ζητήματα που εξακολουθούν να κάνουν δύσκολη την καθημερινότητά μας στην εργασία μας. Θίξαμε για πολλοστή φορά και το ζήτημα με τον απαρχαιωμένο τεχνικό εξοπλισμό. Αμφιβάλλουμε λόγω της παλαιότητας και της έλλειψης ανταλλακτικών αν τα ελικόπτερα αυτά καταφέρουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μας. Δεν μπορεί ο πιλότος να δουλεύει μόνο και μόνο με την ψυχή του χωρίς πίσω να υπάρχει μια διοικητική υποστήριξη. Αυτά μας δίνουν, όμως, και με αυτά επιχειρούμε», σχολιάζει στο «Εθνος» ο πρόεδρος της Π.Ο.Ε.Υ.Π.Σ., υπογραμμίζοντας πως τα προβλήματα δεν σταματούν στα εναέρια μέσα κατάσβεσης.
Το υλικό
«Εχουμε πάνω από 3.000 οχήματα στην Πυροσβεστική. Από αυτά, τα 1.750 είναι υδροφόρα και τα άλλα βοηθητικά. Γύρω στα 200 είναι πάνω από 30 ετών κι άλλα τόσα από 25 έως 30 ετών. Αλλα 100 είναι ηλικίας από 20 έως 25 ετών, 500 ηλικίας από 15 έως 20 ετών, 500 ηλικίας από 10 έως 15 ετών και 1.000 λιγότερο από δέκα ετών. Κι όλα αυτά όταν σε καθημερινή βάση και χωρίς έκτακτα περιστατικά 500 πραγματοποιούν περιπολίες σε όλη τη χώρα», σημειώνει.
«Εχουμε πάνω από 3.000 οχήματα στην Πυροσβεστική. Από αυτά, τα 1.750 είναι υδροφόρα και τα άλλα βοηθητικά. Γύρω στα 200 είναι πάνω από 30 ετών κι άλλα τόσα από 25 έως 30 ετών. Αλλα 100 είναι ηλικίας από 20 έως 25 ετών, 500 ηλικίας από 15 έως 20 ετών, 500 ηλικίας από 10 έως 15 ετών και 1.000 λιγότερο από δέκα ετών. Κι όλα αυτά όταν σε καθημερινή βάση και χωρίς έκτακτα περιστατικά 500 πραγματοποιούν περιπολίες σε όλη τη χώρα», σημειώνει.
«Οι συνάδελφοι σώθηκαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη παρουσιάζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα βλάβης στους κινητήρες. Αυτό έγινε και με το αεροσκάφος που κατέπεσε στα Δερβενοχώρια. Η δουλειά μας δεν είναι εύκολη και γίνεται ακόμα πιο δύσκολη όταν επιχειρούμε με μέσα απαρχαιωμένα. Αυτά τα πυροσβεστικά αεροσκάφη δεν είναι ότι είναι κακοσυντηρημένα. Η εταιρεία που τα κατασκεύασε ναι μεν έκλεισε, αλλά δεν έχει σταματήσει τον εφοδιασμό ανταλλακτικών. Αντιθέτως, τον έχει διακόψει για τη χώρα μας καθώς σταμάτησε να κάνει πιστώσεις προς το ελληνικό Δημόσιο. Σε κάθε περίπτωση, όμως, όσο και να συντηρείς κάτι παλιό, κάποια στιγμή αυτό θα σε αφήσει», επισημαίνει στο «Εθνος» έμπειρος πιλότος της Πολεμικής Αεροπορίας με πάνω από 14 χρόνια προϋπηρεσίας.
«Είναι σαν να έχεις μια τηλεόραση στην οποία ό,τι κι αν πάθει της αλλάζεις συνεχώς ανταλλακτικά. Στα 40 χρόνια που την έχεις, όμως, ό,τι κι αν κάνεις δεν θα σου δείχνει όπως σου έδειχνε όταν την πρωτοαγόρασες. Ετσι συμβαίνει και με τα Καναντέρ CL-215. Μετά από τόσα χρόνια χρήσης σού παρουσιάζονται βλάβες που δεν τις ξέρεις και δεν ξέρεις και πώς να τις χειριστείς. Σίγουρα αισθάνεσαι έναν φόβο όταν πετάς με αυτά, όμως πάντα υπερισχύει το καθήκον σου προς την πατρίδα», προσθέτει.
Οι Ελληνες πυροσβέστες, εντούτοις, δεν ρίχνονται στη μάχη με τις φλόγες μόνο με απαρχαιωμένα επίγεια και εναέρια μέσα, αλλά με την ίδια στολή υπηρεσίας που τους δόθηκε ακόμα και πριν από πάνω από μία δεκαετία. «Δε μπορεί ο πυροσβέστης να μην έχει δεύτερη φόρμα και άρβυλα να φορέσει. Θα βάλει πάλι την ίδια καρβουνιάρικη φόρμα που δούλευε 12 και 16 ώρες αναγκαστικά. Μέχρι πότε θα βάζουμε πλάτη;
Τα παιδιά μόλις γυρίσουν από τη φωτιά θα πάνε σπίτι τους και θα προσπαθήσουν εκτός από το να ξεκουραστούν, αφού δούλευαν όλη μέρα, να πλύνουν τη φόρμα τους και το πρωί να τη στεγνώσουν για να τη βάλουν και να ξαναμπούν στη φωτιά. Αν δεν έχει κάποιος να βάλει δανείζεται από τον συνάδελφό του που έχει δεύτερη ή δεν θα δουλέψει γιατί έχει ρεπό», τονίζει ο κ. Σταθόπουλος.
ΑΝΤ. ΜΑΡΙΝΟΣ – ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ
Από το 2004 έχω να πάρω νέα στολή υπηρεσίας
Από το 2004 έχω να πάρω νέα στολή υπηρεσίας
Ο Αντώνης Μαρίνος υπηρετεί στο Πυροσβεστικό Σώμα εδώ και πάνω από 25 χρόνια. Σήμερα είναι 52 ετών, παντρεμένος και πατέρας ενός ανήλικου παιδιού και αντιπρόεδρος της Ενωσης Υπαλλήλων Πυροσβεστικού Σώματος της Κεντρικής Μακεδονίας.
Οπως δηλώνει στο «Εθνος», «έχω να πάρω καινούργια ρούχα και αρβύλες υπηρεσίας από το 2004. Οχι μόνο εγώ αλλά και πολλοί συνάδελφοί μου δεν έχουμε δεύτερα ρούχα ή παπούτσια να βάλουμε. Αναγκαζόμαστε να πηγαίνουμε στη φωτιά και περιμένουμε να πλύνουμε τα ρούχα μας και να στεγνώσουν, για να τα ξαναβάλουμε. Πριν από τρεις ημέρες πήγα σε τέσσερα συμβάντα με τα ίδια ρούχα, γεγονός που είναι αρκετά σοβαρό. Με δικά μας χρήματα αγοράζουμε ό,τι μπορούμε. Αυτό, ωστόσο, δεν μπορούν να το κάνουν όλοι. Μας υποσχέθηκαν ότι μέχρι τον Ιούλιο θα πάρουμε κάποια ρούχα, αλλά περιμένουμε να δούμε», προσθέτει.
Αγώνας
Ακόμα και αν δεν αλλάξει άμεσα κάτι, ωστόσο, ο ίδιος τονίζει πως παρά τις δυσκολίες, τις ελλείψεις και τον απαρχαιωμένο εξοπλισμό, «δεν φοβάμαι για τη ζωή μου κι αυτό που είναι να κάνω θα το κάνω. Σίγουρα υπάρχει ένα άγχος παραπάνω, αλλά όλοι βάζουμε μπροστά την ψυχή μας και δίνουμε κάθε ημέρα τον καλύτερό μας εαυτό».
Ακόμα και αν δεν αλλάξει άμεσα κάτι, ωστόσο, ο ίδιος τονίζει πως παρά τις δυσκολίες, τις ελλείψεις και τον απαρχαιωμένο εξοπλισμό, «δεν φοβάμαι για τη ζωή μου κι αυτό που είναι να κάνω θα το κάνω. Σίγουρα υπάρχει ένα άγχος παραπάνω, αλλά όλοι βάζουμε μπροστά την ψυχή μας και δίνουμε κάθε ημέρα τον καλύτερό μας εαυτό».
Αυτό ακριβώς έκαναν το βράδυ της Κυριακής και για δεύτερη συνεχή νύχτα οι δεκάδες πυροσβέστες που εδώ και δύο 24ωρα καταβάλλουν υπεράνθρωπες προσπάθειες να θέσουν υπό έλεγχο τη φωτιά στη Βοιωτία και να αποτρέψουν την επέκτασή της προς την Πάρνηθα.
Η φωτιά ξέσπασε στην περιοχή Δερβενοχώρια στις 22.40 του Σαββάτου και λόγω των δυνατών ανέμων έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις, χωρίς, ευτυχώς, να απειλεί άμεσα κατοικημένες περιοχές.