«Εμείς οι Ευρωπαίοι υπήρξαμε αδρανείς μπροστά στα μεγάλα προβλήματα» δήλωσε αναφερόμενη στο προσφυγικό η γερμανίδα υπουργός Άμυνας, Ούρσουλα Φον Ντερ Λάιεν.
«Για το γεγονός ότι η προσφυγική κρίση μας κατέλαβε εξ απήνης είμαστε μόνο εμείς, οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι, υπεύθυνοι. Καθιερώσαμε την ελεύθερη διακίνηση εντός του Σέγκεν και απολαύσαμε τα πλεονεκτήματα χωρίς να μιλήσουμε για τις δυσάρεστες πλευρές. Ποιος θα προστατεύει τα εξωτερικά σύνορα; Τι θα γίνει με τους παράτυπους μετανάστες; Πως θα κατανείμουμε όσους έχουν δικαίωμα ασύλου εντός της Ευρώπης; Όλα αυτά τα ερωτήματα δεν απαντήθηκαν. Τώρα πρέπει να επανορθώσουμε υπό πίεση» τόνισε σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Die Welt.
Αναφερόμενη στην Ελλάδα είπε ότι το κλείσιμο των συνόρων με την ΠΓΔΜ «ίσως να ανακούφισε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης, έτσι όμως αποκόπηκε ένα μέλος της EE -η Ελλάδα- η οποία και δέχθηκε μεγάλη πίεση. «Θα ήταν πολύ καλύτερα αν η Ευρώπη είχε προστατέψει εξ΄αρχής τα σύνορά της με μεγαλύτερη συνέπεια και μάλιστα από κοινού» τόνισε.
Για το πως θα αντιμετωπισθούν οι προσφυγικές ροές που προέρχονται τώρα κυρίως από την Αφρική η φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι «η Ευρώπη πρέπει να συνεργαστεί με την γείτονα Αφρική. Η συνεργασία ξεκινά στα κοινά μας σύνορα, τη Μεσόγειο. Θέλουμε να δρομολογήσουμε τη συνεργασία ΕΕ και ΝΑΤΟ στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που θα γίνει στις αρχές Ιουλίου στη Βαρσοβία. Το ναυτικό του θα πρέπει να εντοπίζει τις δραστηριότητες των διακινητών. Δεύτερον, θα πρέπει να προστατευθούν οι ακτές των παράκτιων χωρών. Θέλουμε με αυτόν τον τρόπο να εμποδίσουμε την αναχώρηση πλοίων για την Ευρώπη. Είναι καλό το ότι οι Ευρωπαίοι σχεδιάζουν να εκπαιδεύσουν λιβυκή ακτοφυλακή. Από μόνο του αυτό δεν αρκεί για να καταπολεμήσουμε τις αιτίες της φυγής. Μεταξύ των προσφύγων υπάρχουν εν τω μεταξύ και πολλοί οικονομικοί μετανάστες, οι οποίοι δεν απολαμβάνουν προστασίας όπως οι πρόσφυγες πολέμου από τη Συρία. Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως μια συμφωνία επαναπροώθησης με αφρικανικές χώρες. Σε ανταπόδοση θα πρέπει να επενδύουμε επί τόπου στην οικονομική ανασυγκρότηση, διότι αν δεν βελτιωθεί το επίπεδο ζωής τους δεν θα μπορέσουμε να αντέξουμε μακροπρόθεσμα την μεταναστευτική πίεση».
Στο ρώτημα κατά πόσον η Τουρκία υπό τον Ερντογάν είναι αξιόπιστος εταίρος η γερμανίδα υπουργός απάντησε: «H κατάσταση στη χώρα είναι δύσκολη, γίνονται συνεχώς αιματηρές επιθέσεις. Από την άλλη η Τουρκία παρέχει προστασία σε 3 εκατομμύρια πρόσφυγες. Γι’ αυτό έχει κερδίσει την εκτίμησή μας. Παράλληλα υπάρχουν εξελίξεις στην Τουρκία οι οποίες μας ανησυχούν βαθύτατα, όπως λ.χ. οι περιορισμοί της ελευθερίας του Τύπου ή η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Οι σχέσεις μας πρέπει να διατηρηθούν έτσι ώστε να κάνουμε μεν αμοιβαία κριτική, αλλά και να είμαστε και σε θέση να διαχειριζόμαστε τις διαφορετικές απόψεις μεταξύ μας. Και αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή».
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν συνέδεσε τέλος την άρση των κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας «με την πρόοδο της συμφωνίας του Μινσκ. Σε αρκετά από τα συμπεφωνημένα δεν υπάρχει πρόοδος. Αλλά και η Ουκρανία πρέπει να κάνει περισσότερα, όχι μόνο η Ρωσία. Εάν η Συμφωνία του Μισνκ στεφθεί με επιτυχία θα αρθούν και οι κυρώσεις. Την τελική απόφαση θα πάρουν όμως οι χώρες μέλη της Ε».
«Για το γεγονός ότι η προσφυγική κρίση μας κατέλαβε εξ απήνης είμαστε μόνο εμείς, οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι, υπεύθυνοι. Καθιερώσαμε την ελεύθερη διακίνηση εντός του Σέγκεν και απολαύσαμε τα πλεονεκτήματα χωρίς να μιλήσουμε για τις δυσάρεστες πλευρές. Ποιος θα προστατεύει τα εξωτερικά σύνορα; Τι θα γίνει με τους παράτυπους μετανάστες; Πως θα κατανείμουμε όσους έχουν δικαίωμα ασύλου εντός της Ευρώπης; Όλα αυτά τα ερωτήματα δεν απαντήθηκαν. Τώρα πρέπει να επανορθώσουμε υπό πίεση» τόνισε σε συνέντευξή της στην εφημερίδα Die Welt.
Αναφερόμενη στην Ελλάδα είπε ότι το κλείσιμο των συνόρων με την ΠΓΔΜ «ίσως να ανακούφισε ένα μεγάλο μέρος της Ευρώπης, έτσι όμως αποκόπηκε ένα μέλος της EE -η Ελλάδα- η οποία και δέχθηκε μεγάλη πίεση. «Θα ήταν πολύ καλύτερα αν η Ευρώπη είχε προστατέψει εξ΄αρχής τα σύνορά της με μεγαλύτερη συνέπεια και μάλιστα από κοινού» τόνισε.
Για το πως θα αντιμετωπισθούν οι προσφυγικές ροές που προέρχονται τώρα κυρίως από την Αφρική η φον ντερ Λάιεν δήλωσε ότι «η Ευρώπη πρέπει να συνεργαστεί με την γείτονα Αφρική. Η συνεργασία ξεκινά στα κοινά μας σύνορα, τη Μεσόγειο. Θέλουμε να δρομολογήσουμε τη συνεργασία ΕΕ και ΝΑΤΟ στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ που θα γίνει στις αρχές Ιουλίου στη Βαρσοβία. Το ναυτικό του θα πρέπει να εντοπίζει τις δραστηριότητες των διακινητών. Δεύτερον, θα πρέπει να προστατευθούν οι ακτές των παράκτιων χωρών. Θέλουμε με αυτόν τον τρόπο να εμποδίσουμε την αναχώρηση πλοίων για την Ευρώπη. Είναι καλό το ότι οι Ευρωπαίοι σχεδιάζουν να εκπαιδεύσουν λιβυκή ακτοφυλακή. Από μόνο του αυτό δεν αρκεί για να καταπολεμήσουμε τις αιτίες της φυγής. Μεταξύ των προσφύγων υπάρχουν εν τω μεταξύ και πολλοί οικονομικοί μετανάστες, οι οποίοι δεν απολαμβάνουν προστασίας όπως οι πρόσφυγες πολέμου από τη Συρία. Η Ευρώπη χρειάζεται επειγόντως μια συμφωνία επαναπροώθησης με αφρικανικές χώρες. Σε ανταπόδοση θα πρέπει να επενδύουμε επί τόπου στην οικονομική ανασυγκρότηση, διότι αν δεν βελτιωθεί το επίπεδο ζωής τους δεν θα μπορέσουμε να αντέξουμε μακροπρόθεσμα την μεταναστευτική πίεση».
Στο ρώτημα κατά πόσον η Τουρκία υπό τον Ερντογάν είναι αξιόπιστος εταίρος η γερμανίδα υπουργός απάντησε: «H κατάσταση στη χώρα είναι δύσκολη, γίνονται συνεχώς αιματηρές επιθέσεις. Από την άλλη η Τουρκία παρέχει προστασία σε 3 εκατομμύρια πρόσφυγες. Γι’ αυτό έχει κερδίσει την εκτίμησή μας. Παράλληλα υπάρχουν εξελίξεις στην Τουρκία οι οποίες μας ανησυχούν βαθύτατα, όπως λ.χ. οι περιορισμοί της ελευθερίας του Τύπου ή η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων. Οι σχέσεις μας πρέπει να διατηρηθούν έτσι ώστε να κάνουμε μεν αμοιβαία κριτική, αλλά και να είμαστε και σε θέση να διαχειριζόμαστε τις διαφορετικές απόψεις μεταξύ μας. Και αυτό ακριβώς συμβαίνει αυτή τη στιγμή».
Η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν συνέδεσε τέλος την άρση των κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας «με την πρόοδο της συμφωνίας του Μινσκ. Σε αρκετά από τα συμπεφωνημένα δεν υπάρχει πρόοδος. Αλλά και η Ουκρανία πρέπει να κάνει περισσότερα, όχι μόνο η Ρωσία. Εάν η Συμφωνία του Μισνκ στεφθεί με επιτυχία θα αρθούν και οι κυρώσεις. Την τελική απόφαση θα πάρουν όμως οι χώρες μέλη της Ε».