Σύμφωνα με τους συγγραφείς του βιβλίου, η εφαρμογή πολιτικών εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας επιδείνωσε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και του συνταξιοδοτικού πληθυσμού της χώρας.
Κατά ένα εκατομμύριο άτομα αυξήθηκαν οι συνταξιούχοι την περίοδο της κρίσης, εκτοξεύοντας τη συνταξιοδοτική δαπάνη για χρηματοδότηση του συστήματος και κάλυψη των ελλειμμάτων στο 15,5% του ΑΕΠ, παρά τις προσπάθειες «διάσωσης» του
ασφαλιστικού, που αποδείχθηκαν εκ του αποτελέσματος αποτυχημένες. Τη στρατηγική αντίφαση αλλά και την αποτυχία όλων των προσπαθειών «διάσωσης» του ασφαλιστικού αναδεικνύουν, με το νέο τους βιβλίο «Η Οδύσσεια του ασφαλιστικού – Aποδιάρθρωση, σύγκρουση των γενεών και μία λύση», ο ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββας Ρομπόλης και ο υποψήφιος διδάκτωρ Βασίλης Μπέτσης.
Σύμφωνα με τους συγγραφείς, η εφαρμογή των πολιτικών εσωτερικής υποτίμησης και λιτότητας επιδείνωσε τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και του συνταξιοδοτικού πληθυσμού της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2010 έως το 2015 αυξήθηκαν οι συνταξιούχοι κατά 600.000 άτομα, ενώ άλλα 330.000 άτομα αναμένουν τη συνταξιοδότησή τους μετά την υποβολή των δικαιολογητικών τους μέχρι το τέλος του 2015. Ουσιαστικά, παρά τις μειώσεις κατά 45% των συντάξεων, το επίπεδο των δαπανών στο τέλος του προηγούμενου έτους προσεγγίζει αυτό του 2009. Αυτό οδηγεί σε ένα από τα συμπεράσματα του βιβλίου, σύμφωνα με το οποίο δεν μπορεί αντικειμενικά να υποστηριχθεί ότι η κοινωνική ασφάλιση με τα ελλείμματά της προκάλεσε την οικονομική κρίση και ύφεση στην Ελλάδα. Παράλληλα καταδεικνύει ότι οι συνεχιζόμενες πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης, καθώς και το πρόβλημα της δημογραφικής γήρανσης του πληθυσμού της χώρας μας, θα έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του ρυθμού συνταξιοδοτήσεων κατά 4% με 5% και τη διατήρηση της συνολικής κρατικής χρηματοδότησης σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα από αυτά των βορείων χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και κατά το διάστημα 2015-2030. Σύμφωνα με τα στοιχεία που αναλύονται στο βιβλίο, ο ρυθμός συνταξιοδοτήσεων αυξήθηκε από 2,5% κατά μέσο όρο στην περίοδο 2000-2010 σε 5,5% το διάστημα 2010-2015 και θα συνεχίσει την αυξητική του πορεία, με ρυθμό αύξησης κοντά στο 5% έως το 2030.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι συγγραφείς, από το 2035 και μετά εμφανίζεται το φαινόμενο της σύγκρουσης των γενεών, αφού για την κάλυψη των ελλειμμάτων και τη μείωση του ρυθμού αύξησης των συνταξιοδοτικών δαπανών οι νέες γενεές ασφαλισμένων θα λαμβάνουν κατά την περίοδο της σύνταξής τους τη συνολική παροχή που θα αντιστοιχεί αναλογικά στο 85% (με τάση να μειώνεται στο 60%) των συνολικών εισφορών τους που θα έχουν καταβάλει στον ασφαλιστικό τους βίο ως εργαζόμενοι.
Εισπρακτικά μέτρα
Οι κ. Ρομπόλης και Μπέτσης αποδεικνύουν ότι και τα νέα μέτρα εξασφάλισης 2,25 δισ. ευρώ για το διάστημα 2015-2016 είναι περισσότερο δημοσιονομικά και εισπρακτικά και λιγότερο ασφαλιστικά και λειτουργικά, με αποτέλεσμα να αποτελούν επανάληψη των μέχρι σήμερα αδιέξοδων και αναποτελεσματικών πολιτικών. Ετσι, για να αντιμετωπιστούν τα μελλοντικά ελλείμματα θα απαιτηθούν την περίοδο 2016-2050 νέα μέτρα, όπως η σταδιακή αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών για κύρια ασφάλιση από 20% σε 27%, δηλαδή αύξηση 35% ή σταδιακή μείωση των κύριων συντάξεων τουλάχιστον κατά 20% ή συνδυασμός των δύο, ή επιλογή ενός πιο σύνθετου δημογραφικού, αναπτυξιακού και κοινωνικού τρόπου εξεύρεσης των απαιτούμενων μέτρων. Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια δημιουργίας ενός βιώσιμου κοινωνικοσυνταξιοδοτικού συστήματος θα μπορούσε να διαδραματίσει και η αξιοποίηση των αποθεματικών του σε ορθολογικούς και αποτελεσματικούς όρους. Αν κάτι τέτοιο είχε επιδιωχθεί από το 1950 έως και το τέλος της δεκαετίας του 2000, θα εξασφάλιζε αποθεματικά τουλάχιστον της τάξης των 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το ποσό αυτό, αν ληφθεί υπόψη μία ετήσια μέση απόδοση επενδύσεων της τάξης του 3%, θα εισέφερε στα έσοδα του συστήματος ένα «κονδύλι» που θα αντιστοιχούσε στο 25% των ασφαλιστικών εισφορών (1,8% του ΑΕΠ το 2015). Η χρηματοοικονομική αυτή δυνατότητα θα ήταν ικανή κατά τη δεκαετία του 2010 να καλύψει ένα σημαντικό μέρος των ελλειμμάτων του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.
Αλλά και το δημογραφικό παραμένει σημαντικότατο πρόβλημα, καθώς η υπογεννητικότητα και η γήρανση του πληθυσμού συμβάλλουν στην αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών κατά 15%. Για να καλυφθούν, για παράδειγμα, τα ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα, λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και του αναμενόμενου φαινομένου baby-booming, απαιτείται κατά την περίοδο 2015-2060 η επίτευξη ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ της τάξης του 4,5%-5,5%.
Έντυπη