Ακόμη και αν ανανεωθούν οι κυρώσεις πολλοί καλούν σε «διαλλακτικότητα»
Ναι μεν οι περισσότεροι αναμένουν ανανέωση των κυρώσεων της ΕΕ σε βάρος της Ρωσίας άλλους έξι μήνες, ωστόσο οι φωνές στην ΕΕ που καλούν σε «διαλλακτικότητα» με τη Μόσχα πληθαίνουν και καθιστούν αρκετά πιθανό η (ενδεχόμενη) ανανέωση των κυρώσεων να είναι η τελευταία.
Εκτός από τις λίγες χώρες της ανατολικής ΕΕ που είναι λιγότερο εχθρικές απέναντι στη Ρωσία, οι φωνές για ήπια προσέγγιση έχουν αρχίσει -καθοριστικά- να ακούγονται περισσότερο από Βερολίνο, Παρίσι και Ρώμη.
Η ισχύς των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας εκπνέει στο τέλος του μήνα και οι «28» εξετάζουν αυτές τις ημέρες την στάση που θα κρατήσουν. Προκαταρκτική απόφαση μπορεί να έρθει ακόμη και την Τρίτη και, όπως όλα δείχνουν, θα είναι νέα παράτασή τους για άλλους έξι μήνες -σύμφωνα με τα όσα, ενδεικτικά, αναφέρουν το βρετανικό Reuters ή το γερμανικό Spiegel.
Εξίσου ενδεικτικά όμως, και τα δύο υπογραμμίζουν ότι παρατηρείται μία μεταστροφή στο εσωτερικό της ΕΕ απέναντι στη Ρωσία. Η μεταστροφή αυτή αποδίδεται στην στασιμότητα στην ουκρανική κρίση, στα πολλά ανοικτά μέτωπα με τα οποία βρίσκεται αυτή την στιγμή αντιμέτωπη η ΕΕ και λιγότερο στις οικονομικές επιπτώσεις από τις κυρώσεις (η πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα από εκείνη της Ρωσίας).
Ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Μαρκ Ερό ανέφερε μεν πως η πρόοδος στην εφαρμογή του Μινσκ -που θεωρείται κριτήριο για την στάση της Ρωσίας στην ουκρανική κρίση- είναι «ανεπαρκής» για άρση των κυρώσεων άμεσα, ωστόσο στάθηκε ιδιαίτερα στη σημασία να δοθούν κίνητρα «στη μία ή την άλλη πλευρά, ως σημάδια ενθάρρυνσης».
Ο Ερό ανέφερε πως θα μπορούσε να υπάρξει ένας «συμβιβασμός που θα συνδέεται με προϋποθέσεις». Ανάλογη ήταν προ ημερών και η αναφορά του γερμανού ΥΠΕΞ Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, που επίσης είχε μιλήσει για σταδιακή άρση των κυρώσεων υπό όρους.
Οι αναφορές του Στάινμαϊερ ωστόσο στη συνέχεια είναι εκείνες που δημιουργούν τα περισσότερα ερωτηματικά για την μεσοπρόθεσμη στάση που θα κρατήσουν οι «28». Ο γερμανός ΥΠΕΞ είχε προχωρήσει στην σχετικά ασυνήθιστη επισήμανση, δεδομένης της συγκυρίας, πως οι κινήσεις του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη είναι «πολεμοχαρείς».
Η δήλωση αυτή του σοσιαλδημοκράτη ΥΠΕΞ είχε προκαλέσει συζητήσεις που ακόμη δεν έχουν κοπάσει στο Βερολίνο. Η ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης, η καγκελαρία, στάθηκε από την πλευρά της περισσότερο στο ότι (όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος της Μέρκελ) πως «προς το παρόν δεν υπάρχει λόγος άρσης των κυρώσεων».
Όπως σημειώνει το Reuters, υπάρχουν δύο τρόποι να προσεγγίσει κανείς την αναφορά του σοσιαλδημοκράτη ΥΠΕΞ: Είτε ο Στάινμαϊερ παίζει τον «καλό μπάτσο», είτε έχει ήδη αρχίσει να κινείται στην τροχιά των εκλογών του επόμενου χρόνου.
Στο Βερολίνο, οι Σοσιαλδημοκράτες θεωρούνται πάγια πιο «ήπιοι» απέναντι στη Μόσχα σε σύγκριση με τους Χριστιανοδημοκράτες («παράδοση» που ξεκινά από τον Βίλι Μπραντ και φτάνει μέχρι τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος παραμένει σήμερα ένας από τους ελάχιστους συνομιλητές του Πούτιν στην Ευρώπη).
Στο κλίμα προσίθενται και οι επισκέψεις του προέδρους της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στην Πετρούπολη, μαζί με τον ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι -κάτι που θα ήταν πολύ δυσκολότερο έναν χρόνο νωρίτερα.
Στα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ, το στρατόπεδο των λίγων χωρών της ανατολικής Ευρώπης που στέκεται λιγότερο εχθρικά απέναντι στη Μόσχα -Σλοβακία και Ουγγαρία- περιορίζεται στο ότι «περιμένει συζήτηση» επί των κυρώσεων.
Οι χώρες αυτές βρίσκονται σε εντελώς διαφορετική γραμμή από τις υπόλοιπες χώρες της ανατολικής Ευρώπης που πάγια κρατούν, και λόγω ιστορικής εμπειρίας, σκληρότερη στάση απέναντι στη Ρωσία -Πολωνία και βαλτικές χώρες.
Εκτός από τις λίγες χώρες της ανατολικής ΕΕ που είναι λιγότερο εχθρικές απέναντι στη Ρωσία, οι φωνές για ήπια προσέγγιση έχουν αρχίσει -καθοριστικά- να ακούγονται περισσότερο από Βερολίνο, Παρίσι και Ρώμη.
Η ισχύς των κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας εκπνέει στο τέλος του μήνα και οι «28» εξετάζουν αυτές τις ημέρες την στάση που θα κρατήσουν. Προκαταρκτική απόφαση μπορεί να έρθει ακόμη και την Τρίτη και, όπως όλα δείχνουν, θα είναι νέα παράτασή τους για άλλους έξι μήνες -σύμφωνα με τα όσα, ενδεικτικά, αναφέρουν το βρετανικό Reuters ή το γερμανικό Spiegel.
Εξίσου ενδεικτικά όμως, και τα δύο υπογραμμίζουν ότι παρατηρείται μία μεταστροφή στο εσωτερικό της ΕΕ απέναντι στη Ρωσία. Η μεταστροφή αυτή αποδίδεται στην στασιμότητα στην ουκρανική κρίση, στα πολλά ανοικτά μέτωπα με τα οποία βρίσκεται αυτή την στιγμή αντιμέτωπη η ΕΕ και λιγότερο στις οικονομικές επιπτώσεις από τις κυρώσεις (η πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνης βρίσκεται σε καλύτερη μοίρα από εκείνη της Ρωσίας).
Ο γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ζαν-Μαρκ Ερό ανέφερε μεν πως η πρόοδος στην εφαρμογή του Μινσκ -που θεωρείται κριτήριο για την στάση της Ρωσίας στην ουκρανική κρίση- είναι «ανεπαρκής» για άρση των κυρώσεων άμεσα, ωστόσο στάθηκε ιδιαίτερα στη σημασία να δοθούν κίνητρα «στη μία ή την άλλη πλευρά, ως σημάδια ενθάρρυνσης».
Ο Ερό ανέφερε πως θα μπορούσε να υπάρξει ένας «συμβιβασμός που θα συνδέεται με προϋποθέσεις». Ανάλογη ήταν προ ημερών και η αναφορά του γερμανού ΥΠΕΞ Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ, που επίσης είχε μιλήσει για σταδιακή άρση των κυρώσεων υπό όρους.
Οι αναφορές του Στάινμαϊερ ωστόσο στη συνέχεια είναι εκείνες που δημιουργούν τα περισσότερα ερωτηματικά για την μεσοπρόθεσμη στάση που θα κρατήσουν οι «28». Ο γερμανός ΥΠΕΞ είχε προχωρήσει στην σχετικά ασυνήθιστη επισήμανση, δεδομένης της συγκυρίας, πως οι κινήσεις του ΝΑΤΟ στην ανατολική Ευρώπη είναι «πολεμοχαρείς».
Η δήλωση αυτή του σοσιαλδημοκράτη ΥΠΕΞ είχε προκαλέσει συζητήσεις που ακόμη δεν έχουν κοπάσει στο Βερολίνο. Η ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης, η καγκελαρία, στάθηκε από την πλευρά της περισσότερο στο ότι (όπως ανέφερε ο εκπρόσωπος της Μέρκελ) πως «προς το παρόν δεν υπάρχει λόγος άρσης των κυρώσεων».
Όπως σημειώνει το Reuters, υπάρχουν δύο τρόποι να προσεγγίσει κανείς την αναφορά του σοσιαλδημοκράτη ΥΠΕΞ: Είτε ο Στάινμαϊερ παίζει τον «καλό μπάτσο», είτε έχει ήδη αρχίσει να κινείται στην τροχιά των εκλογών του επόμενου χρόνου.
Στο Βερολίνο, οι Σοσιαλδημοκράτες θεωρούνται πάγια πιο «ήπιοι» απέναντι στη Μόσχα σε σύγκριση με τους Χριστιανοδημοκράτες («παράδοση» που ξεκινά από τον Βίλι Μπραντ και φτάνει μέχρι τον Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος παραμένει σήμερα ένας από τους ελάχιστους συνομιλητές του Πούτιν στην Ευρώπη).
Στο κλίμα προσίθενται και οι επισκέψεις του προέδρους της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στην Πετρούπολη, μαζί με τον ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι -κάτι που θα ήταν πολύ δυσκολότερο έναν χρόνο νωρίτερα.
Στα υπόλοιπα μέλη της ΕΕ, το στρατόπεδο των λίγων χωρών της ανατολικής Ευρώπης που στέκεται λιγότερο εχθρικά απέναντι στη Μόσχα -Σλοβακία και Ουγγαρία- περιορίζεται στο ότι «περιμένει συζήτηση» επί των κυρώσεων.
Οι χώρες αυτές βρίσκονται σε εντελώς διαφορετική γραμμή από τις υπόλοιπες χώρες της ανατολικής Ευρώπης που πάγια κρατούν, και λόγω ιστορικής εμπειρίας, σκληρότερη στάση απέναντι στη Ρωσία -Πολωνία και βαλτικές χώρες.