Ατέλειωτο πάρτυ φοροδιαφυγής έχει στηθεί στην αγορά λόγω του νόμου που δεν αφήνει τους ελεγκτές να επιβάλουν πρόστιμα σε όσους πιάνονται στα πράσα να μην κόβουν αποδείξεις.
Τα κρούσματα είναι πια καθημερινά: το περασμένο Σαββατοκύριακο συνεργείο ελεγκτών μπήκε σε πολυτελές καφέ-εστιατόριο της παραλιακής. Στα εκατό τραπέζια ζήτημα ήταν αν στα πέντε υπήρχε απόδειξη. Για την παράβαση επιβλήθηκε πρόστιμο 25 ευρώ. Σε άλλη περίπτωση, για
δέκα αποδείξεις που δεν είχαν κοπεί σε καφετέρια επιβλήθηκε πρόστιμο 16 ευρώ. Οπως λένε έμπειροι ελεγκτές του υπουργείου Οικονομικών, «το έχουν μάθει όλοι πως αγγίζουν το μηδέν τα πρόστιμα της Εφορίας και δεν βάζουν καν την ταμειακή μηχανή στην πρίζα». Η ατιμωρησία βοηθά να απενοχοποιηθεί η φοροδιαφυγή η οποία, λόγω της κρίσης αλλά και της φορομπηχτικής μανίας που έχει καταλάβει την κυβέρνηση, προβάλλει πλέον στη συνείδηση πολλών και ως μέσο επιβίωσης, αφού οι νόμοι της Πολιτείας που ψηφίστηκαν τον Νοέμβριο αφήνουν ατιμώρητους τους παραβάτες. Και ενώ τα προηγούμενα χρόνια οι ελεγκτές επέβαλαν υπέρογκα πρόστιμα (250 ή 500 ευρώ) ακόμα και… για ένα κουλούρι για το οποίο δεν κόπηκε απόδειξη, τώρα ο νόμος έχει περάσει στο άλλο άκρο της υπερβολής και αφήνει ατιμώρητους όσους συλλαμβάνονται!
Ούτε τα έξοδα για το χαρτί
Ακόμα χειρότερα, όταν εντοπίζουν ότι δεν κόπηκαν αποδείξεις, οι ελεγκτές δεν τολμούν να επιβάλουν καν τα πρόστιμα των 5-10 ευρώ και αρκούνται σε συστάσεις. «Και μόνο το να συμπληρώσουμε τα χαρτιά προκειμένου να επιβληθούν τα πρόστιμα είναι μεγάλο χασομέρι», λένε οι ίδιοι. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην ηγεσία του φοροεισπρακτικού μηχανισμού επικρατεί δυσφορία και προβληματισμός γιατί οι προληπτικοί έλεγχοι στην αγορά δείχνουν πολύ χαμηλά ποσοστά παραβατικότητας, της τάξεως των 5%-10% – και πάντως πολύ κάτω από τον στόχο για αποκάλυψη παραβατικότητας, της τάξεως τουλάχιστον του 25%. Από την άλλη, οι ελεγκτές ισχυρίζονται ότι τέτοια εμπόδια δεν τους επιτρέπουν να φέρουν σε πέρας τους ελέγχους. «Ισως η κυβέρνηση να επιδιώκει μηδενίζοντας τα πρόστιμα να μηδενίσει την παραβατικότητα ή το φακελάκι, αλλά πάντως όχι να αυξήσει τα έσοδα», λένε σκωπτικά.
Για την ακρίβεια, τα πρόστιμα που επιβάλλονται από πέρυσι τον Νοέμβριο είναι το 50% του ΦΠΑ για κάθε απόδειξη που δεν κόπηκε. Δηλαδή για ένα τραπέζι με λογαριασμό 124 ευρώ (όπου ο ΦΠΑ είναι 24 ευρώ) το πρόστιμο που πληρώνει η επιχείρηση είναι 12 ευρώ. Βέβαια, το πρόβλημα είναι πώς θα υπολογίσει ο ελεγκτής τον λογαριασμό από ένα τραπέζι στο οποίο έχουν μείνει μόνο… τα άδεια πιάτα και ποτήρια. Με το προηγούμενο καθεστώς, δεν θα ήταν λιγότερο από 250 ευρώ. Πλέον, όπως λένε στελέχη του φοροελεγκτικού μηχανισμού, «μόνο το ΙΚΑ φοβούνται οι φοροφυγάδες. Αν μπει το ΙΚΑ και βρει ανασφάλιστο εργαζόμενο, επιβάλλει πρόστιμο 10.500 ευρώ. Τα πρόστιμα της Εφορίας είναι αστεία και συμφέρει να μην κόβεις αποδείξεις. Στο υπουργείο Οικονομικών έχουν καταλάβει το λάθος, αλλά έναν χρόνο διαβουλεύονται για να αλλάξουν τον νόμο, ο οποίος μένει ακόμα ο ίδιος».
Ανύπαρκτοι οι έλεγχοι
Ο κόφτης στα πρόστιμα οξύνει και τα προβλήματα που προκάλεσε η κατάργηση του ΣΔΟΕ στους προληπτικούς ελέγχους στην αγορά. Πρώην στελέχη του μεταφέρονται σε άλλες υπηρεσίες, αλλά ακόμη και μετά από μήνες δεν μπορούν να λειτουργήσουν, με τη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων να αναζητεί λύσεις. Για παράδειγμα, στην Πάτρα μετακινήθηκαν περί τα 60 άτομα για να καλύψουν με ελέγχους τη Δυτική Ελλάδα, αλλά βγήκαν εκτός μάχης επειδή δεν είχαν κομπιούτερ και πού να στεγαστούν. Με τις συνθήκες αυτές, «κόβουν βόλτες» μεν στην αχαϊκή πρωτεύουσα, αλλά μένουν εκτός ελέγχου η υπόλοιπη Πελοπόννησος και οι πιο απομακρυσμένες περιοχές, όπως τα νησιά του Ιονίου, καθώς και τουριστικά θέρετρα όπως η Πάργα, τα Σύβοτα Θεσπρωτίας κ.λπ.
«Ανοησία» οι αυξήσεις φόρων
Και ενώ δεν μπορούν να εισπράξουν τους φόρους, επιβάλλουν νέους! Μόνο από τις αυξήσεις ΦΠΑ, το κράτος υπολογίζει 255 εκατ. ευρώ επιπλέον σε 6 μήνες. Χωρίς ελέγχους όμως, αντί να αυξηθούν τα έσοδα, το πιθανότερο είναι να ανοίξει τρύπα στα κρατικά ταμεία, προς επίρρωσιν της αποστροφής του κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ότι η αύξηση του ΦΠΑ στο 24% είναι «οικονομική ανοησία». Ηδη από τις αυξήσεις των άμεσων και έμμεσων φόρων που επιβλήθηκαν πέρυσι το Δημόσιο δεν κέρδισε αλλά έχασε. Μόνο στους πρώτους 4 μήνες του 2016 έπεσε έξω περίπου 650 εκατ. ευρω στις εισπράξεις φόρων.
Συγκεκριμένα, δεν κατάφερε να εισπράξει:
■ 150 εκατ. ευρώ από άμεσους φόρους εισοδήματος
■ 101 εκατ. ευρώ από ΕΝΦΙΑ
■ 399 εκατ. ευρώ από ΦΠΑ, έμμεσους και ειδικούς φόρους κατανάλωσης.
Θεωρητικά, αν συνεχιστεί αμείωτη αυτή η τάση, ως το τέλος του 2016 η υστέρηση από την είσπραξη των φόρων της χρονιάς θα φτάσει στα 2 δισ. ευρώ! Και ενώ συμβαίνει αυτό, η κυβέρνηση αποφασίζει:
■ Αυξήσεις ΦΠΑ για εισπράξεις 437 εκατ. ευρώ επιπλέον κάθε χρόνο. Στο τετράμηνο του 2016, όμως, χωρίς τις αυξήσεις που έγιναν ή έρχονται, οι εισπράξεις από ΦΠΑ ήταν 147 εκατ. ευρώ λιγότερες σε σχέση με τον στόχο που είχε τεθεί! Αν δεν άλλαζε κάτι, ως το τέλος του χρόνου το Δημόσιο θα εισέπραττε 440 εκατ. ευρώ λιγότερα από όσα υπολόγιζε, δηλαδή θα έχανε όσα ελπίζει να κερδίζει κάθε χρόνο!
■ Αυξήσεις στα καύσιμα (από 1/1/2017) για επιπλέον έσοδα 460 εκατ. ευρώ τον χρόνο σε σχέση με φέτος. Ωστόσο, από τον Ιανουάριο έως τον Απρίλιο του 2016 εισέπραξε 62 εκατ. ευρώ λιγότερα από τον στόχο τετραμήνου και 121 εκατ. ευρώ λιγότερα από το αναμενόμενο από ΦΠΑ πετρελαιοειδών, δηλαδή συνολικά 183 εκατ. ευρώ λιγότερα από όσα υπολόγιζε. Αρα φέτος κινδυνεύει να χάσει 550 εκατ. ευρώ σε 12 μήνες, παρότι ονειρεύεται να βρει από τέτοιες αυξήσεις 460 εκατ. επιπλέον το 2017.
■ Αυξήσεις στον καπνό για επιπλέον έσοδα 240 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Φέτος, όμως, χωρίς να αυξηθούν καν οι τιμές, το κράτος είχε υστέρηση εσόδων 30 εκατ. ευρώ από ειδικούς φόρους στον καπνό, αλλά και 10 εκατ. ευρώ λιγότερα από ΦΠΑ στα τσιγάρα λόγω της πτώσης των πωλήσεων και της αύξησης του λαθρεμπορίου. Το Δημόσιο έπεσε έξω 45 εκατ. ευρώ σε τέσσερις μήνες ή, όπως πάνε τα πράγματα, 135 εκατ. ευρώ έως το τέλος του χρόνου. Σε σχέση με το 2015 -όχι μόνο με τους στόχους του 2016- στο α’ τετράμηνο φέτος εισέπραξε 25 εκατ. ευρώ λιγότερα.
■ Αυξήσεις σε άμεσους φόρους εισοδήματος για έσοδα 1 δισ. επιπλέον, όταν έως τον Απρίλιο φέτος αυτά σημείωσαν καθίζηση κατά 127 εκατ. σε σχέση με τον στόχο για το α’ τετράμηνο, αλλά και κατά 112 εκατ. ευρώ σε σχέση με όσα είχαν εισπραχθεί πέρυσι την αντίστοιχη περίοδο.