Ιστορική ευκαιρία προσέλκυσης των εναπομεινασών ελληνικών αλλά και πολλών ξένων ναυτιλιακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποδειχθεί το Brexit, εάν η ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία ίσως με την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών θεσμοθετούσε τα κατάλληλα κίνητρα.
Ιστορική ευκαιρία προσέλκυσης των εναπομεινασών ελληνικών αλλά και πολλών ξένων ναυτιλιακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα θα μπορούσε να αποδειχθεί το Brexit, εάν η ελληνική κυβέρνηση σε συνεργασία ίσως με την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών θεσμοθετούσε τα κατάλληλα κίνητρα. Αντ’ αυτού όμως η Αθήνα έχει εμπλακεί σε μια
διελκυστίνδα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία αξιώνει αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ποντοπόρου στην Ελλάδα, δημιουργώντας συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας και εδώ. Αυτά επισημαίνουν στην «Κ» κορυφαίοι ναυτιλιακοί παράγοντες αλλά και κύκλοι θεσμικών οργάνων της ελληνόκτητης ποντοπόρου, οι οποίοι κλήθηκαν να σχολιάσουν τις επιπτώσεις του βρετανικού δημοψηφίσματος στον κλάδο.
Είναι δε πιθανόν, προσθέτουν οι εν λόγω πηγές, μεσοπρόθεσμα οι αγγλικές αρχές, αντιλαμβανόμενες άριστα τον κίνδυνο εξόδου επιχειρήσεων από το ναυτιλιακό cluster του Λονδίνου, να εισαγάγουν σειρά επιθετικών κινήτρων για την παραμονή και την προσέλκυση ναυτιλιακών και «έτσι να είναι η Ελλάδα που θα χάσει εταιρείες». Οσοι βρέθηκαν στις παρουσιάσεις που έκαναν στο περιθώριο των Ποσειδωνίων στην Αθήνα πριν από λίγες εβδομάδες ο Lord Mayor του City of London, λόρδος Μάουντεβανς, και ο υπουργός Μεταφορών της Βρετανίας Ρόμπερτ Γκούντγουιλ στη βρετανική πρεσβεία έχουν λίγες αμφιβολίες επ’ αυτού.
Η χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα δεν πηγάζει μόνον από την αντιμετωπιζόμενη πλέον ως σίγουρη προοπτική του Brexit και τη συνεπακόλουθη αβεβαιότητα αλλά και από τις δρομολογημένες για την ώρα τουλάχιστον αλλαγές στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η βρετανική κυβέρνηση πριν από ακριβώς έναν χρόνο, τον Ιούλιο του 2015, αποφάσισε να καταργήσει από τον Απρίλιο του 2017 το καθεστώς φορολόγησης των ξένων που διαμένουν εκεί, τους λεγόμενους «non doms», και να φορολογεί πλέον όσους ζουν εκεί επί 15 από τα 20 τελευταία χρόνια με τους συντελεστές που φορολογούνται όλοι οι Βρετανοί υπήκοοι. Οπως σημειώνουν πηγές με βαθιά γνώση του θέματος, «η Αγγλία υιοθέτησε το καθεστώς των non doms από τον μεσοπόλεμο και μετά, επιδιώκοντας να προσελκύσει εταιρείες που φέρνουν ξένο συνάλλαγμα, ώστε να αποπληρώσει τις μεγάλες υποχρεώσεις που της δημιούργησαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι». Το πλαίσιο αυτό οδήγησε στο Λονδίνο όχι μόνον Ελληνες εφοπλιστές αλλά και πολλούς άλλους, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες έγινε ευρεία χρήση του από ευκατάστατους Ρώσους και όχι μόνον. Ουσιαστικά όλοι πλήρωναν έναν κατ’ αποκοπήν ετήσιο φόρο και μία επιπλέον μικρή συγκριτικά επιβάρυνση για τα κεφάλαια που εισήγαγαν από τις διεθνείς δραστηριότητές τους για προσωπική χρήση. Τώρα αυτό σταματά, ή όχι;
«Το κατά πόσον θα εφαρμοσθούν οι πρόνοιες αυτές που ψήφισε πέρυσι το βρετανικό Κοινοβούλιο ή θα αντικατασταθούν με άλλες στην αντίθετη κατεύθυνση, για να μην αδειάσει το Λονδίνο όχι μόνον από εφοπλιστές αλλά και από χιλιάδες άλλους ξένους επιχειρηματίες, μένει να φανεί», αναφέρουν στελέχη μεγάλων ξένων συμβουλευτικών οίκων. Το σίγουρο είναι πως οι βρετανικές αρχές, όχι απαραίτητα οι πολιτικοί, έχουν αποδειχθεί πολλοί πιο γρήγορες και προνοητικές στις αντιδράσεις τους απ’ ό,τι οι ελληνικές αρχές, σχολιάζουν οι γνώστες των θεμάτων της ναυτιλίας.
Ηδη πολλοί εκ των εν Λονδίνω ναυτιλιακών παραγόντων ομιλούν για τα σημαντικά κέρδη που φέρνει για τους εκεί ομίλους του κλάδου η υποτίμηση της στερλίνας, αφού η ναυτιλία χρησιμοποιεί ως νόμισμα στις παγκόσμιες συναλλαγές της το δολάριο.
διελκυστίνδα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού, η οποία αξιώνει αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας της ποντοπόρου στην Ελλάδα, δημιουργώντας συνθήκες αυξημένης αβεβαιότητας και εδώ. Αυτά επισημαίνουν στην «Κ» κορυφαίοι ναυτιλιακοί παράγοντες αλλά και κύκλοι θεσμικών οργάνων της ελληνόκτητης ποντοπόρου, οι οποίοι κλήθηκαν να σχολιάσουν τις επιπτώσεις του βρετανικού δημοψηφίσματος στον κλάδο.
Είναι δε πιθανόν, προσθέτουν οι εν λόγω πηγές, μεσοπρόθεσμα οι αγγλικές αρχές, αντιλαμβανόμενες άριστα τον κίνδυνο εξόδου επιχειρήσεων από το ναυτιλιακό cluster του Λονδίνου, να εισαγάγουν σειρά επιθετικών κινήτρων για την παραμονή και την προσέλκυση ναυτιλιακών και «έτσι να είναι η Ελλάδα που θα χάσει εταιρείες». Οσοι βρέθηκαν στις παρουσιάσεις που έκαναν στο περιθώριο των Ποσειδωνίων στην Αθήνα πριν από λίγες εβδομάδες ο Lord Mayor του City of London, λόρδος Μάουντεβανς, και ο υπουργός Μεταφορών της Βρετανίας Ρόμπερτ Γκούντγουιλ στη βρετανική πρεσβεία έχουν λίγες αμφιβολίες επ’ αυτού.
Η χαμένη ευκαιρία για την Ελλάδα δεν πηγάζει μόνον από την αντιμετωπιζόμενη πλέον ως σίγουρη προοπτική του Brexit και τη συνεπακόλουθη αβεβαιότητα αλλά και από τις δρομολογημένες για την ώρα τουλάχιστον αλλαγές στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η βρετανική κυβέρνηση πριν από ακριβώς έναν χρόνο, τον Ιούλιο του 2015, αποφάσισε να καταργήσει από τον Απρίλιο του 2017 το καθεστώς φορολόγησης των ξένων που διαμένουν εκεί, τους λεγόμενους «non doms», και να φορολογεί πλέον όσους ζουν εκεί επί 15 από τα 20 τελευταία χρόνια με τους συντελεστές που φορολογούνται όλοι οι Βρετανοί υπήκοοι. Οπως σημειώνουν πηγές με βαθιά γνώση του θέματος, «η Αγγλία υιοθέτησε το καθεστώς των non doms από τον μεσοπόλεμο και μετά, επιδιώκοντας να προσελκύσει εταιρείες που φέρνουν ξένο συνάλλαγμα, ώστε να αποπληρώσει τις μεγάλες υποχρεώσεις που της δημιούργησαν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι». Το πλαίσιο αυτό οδήγησε στο Λονδίνο όχι μόνον Ελληνες εφοπλιστές αλλά και πολλούς άλλους, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες έγινε ευρεία χρήση του από ευκατάστατους Ρώσους και όχι μόνον. Ουσιαστικά όλοι πλήρωναν έναν κατ’ αποκοπήν ετήσιο φόρο και μία επιπλέον μικρή συγκριτικά επιβάρυνση για τα κεφάλαια που εισήγαγαν από τις διεθνείς δραστηριότητές τους για προσωπική χρήση. Τώρα αυτό σταματά, ή όχι;
«Το κατά πόσον θα εφαρμοσθούν οι πρόνοιες αυτές που ψήφισε πέρυσι το βρετανικό Κοινοβούλιο ή θα αντικατασταθούν με άλλες στην αντίθετη κατεύθυνση, για να μην αδειάσει το Λονδίνο όχι μόνον από εφοπλιστές αλλά και από χιλιάδες άλλους ξένους επιχειρηματίες, μένει να φανεί», αναφέρουν στελέχη μεγάλων ξένων συμβουλευτικών οίκων. Το σίγουρο είναι πως οι βρετανικές αρχές, όχι απαραίτητα οι πολιτικοί, έχουν αποδειχθεί πολλοί πιο γρήγορες και προνοητικές στις αντιδράσεις τους απ’ ό,τι οι ελληνικές αρχές, σχολιάζουν οι γνώστες των θεμάτων της ναυτιλίας.
Ηδη πολλοί εκ των εν Λονδίνω ναυτιλιακών παραγόντων ομιλούν για τα σημαντικά κέρδη που φέρνει για τους εκεί ομίλους του κλάδου η υποτίμηση της στερλίνας, αφού η ναυτιλία χρησιμοποιεί ως νόμισμα στις παγκόσμιες συναλλαγές της το δολάριο.