Τις αδυναμίες των ευρωπαϊκών τραπεζών και την ανάγκη συντονισμένης και αποφασιστικής δράσης από πλευράς εποπτικών αρχών, θα αναδείξει έντονα η έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε., φέρνοντας άμεσα πολύ πιο έντονα στο προσκήνιο τα “κόκκινα” δάνεια.
Η απόφαση των Βρετανών για Brexit, έδωσε χθες ισχυρό “χαστούκι” στις μετοχές των ευρωπαϊκών τραπεζών, οι οποίες σημείωσαν ημερήσιες απώλειες από 15% έως 22%, με τις μετοχές των τεσσάρων ελληνικών συστημικών τραπεζών να κλείνουν στο limit down (-30%).
Ο λόγος των τεράστιων πιέσεων στις ευρωπαϊκές τράπεζες δεν είναι άλλος από το μεγάλο τους μέγεθος και τη βαρύτητα που έχουν για την Οικονομία της Ευρώπης, σε συνάρτηση με την κακή ποιότητα των δανειακών τους χαρτοφυλακίων.
Τη στιγμή που οι τράπεζες στις ΗΠΑ έχουν ενεργητικό ίσο με μία φορά το ΑΕΠ της χώρας, στην Ευρώπη το μέγεθος των τραπεζών ως ενεργητικό αντιστοιχεί με 2,5 – 3 φορές το ΑΕΠ της. Το γεγονός αυτό δηλώνει το μεγάλο συστημικό ρόλο τους στην ευρωπαϊκή Οικονομία και αντίστοιχα τους κινδύνους αποσταθεροποίησής της που ελλοχεύουν από “ατυχήματα” στον τραπεζικό τομέα.
Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες στην ευρωζώνη, με προεξάρχουσες τις ελληνικές και τις ιταλικές, κάθονται πάνω σε μία “ωρολογιακή βόμβα” που δεν είναι άλλη από την κακή ποιότητα των στοιχείων του ενεργητικού τους. Τα “κόκκινα” δάνεια της Ε.Ε. προσεγγίζουν το 1 τρις. ευρώ και από αυτά το 1/10 αντιστοιχεί σε ελληνικά “κόκκινα” δάνεια.
Ο κώδωνας του κινδύνου έχει σημάνει αρκετές φορές και από αρκετές πλευρές γι΄ αυτή την κατάσταση, αλλά η ίδια η Ευρώπη δεν έχει δείξει τα απαιτούμενα αντανακλαστικά για την αντιμετώπισή της. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες είναι έρμαια των γεγονότων και της αυξημένης μεταβλητότητας στις διεθνείς αγορές, όσες διαβεβαιώσεις να δίνει η ΕΚΤ για την επάρκεια των κεφαλαίων και της ρευστότητάς τους.
Σημειώνεται ότι στην προ διμήνου έκθεσή του, το ΔΝΤ ανέφερε χαρακτηριστικά ότι πλημμυρίδα “κόκκινων” δανείων απειλεί όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αναγορεύονται στο σημαντικότερο πρόβλημα για ολόκληρη την ευρωζώνη. Το ΔΝΤ εκτιμούσε το μέγεθός τους στα 900 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 10%, περίπου 100 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύουν τα “κόκκινα” δάνεια των ελληνικών τραπεζών. Μάλιστα, το ΔΝΤ διαπίστωνε ότι τα τραπεζικά συστήματα με τα υψηλότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη πτώση των τιμών των μετοχών, ιδίως στην Ελλάδα και την Ιταλία.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια που αποτελούν διαρθρωτική αδυναμία και από την άποψη της συμπεριφοράς των μετοχών των ευρωπαϊκών τραπεζών, αναμένεται να αποτελέσουν προτεραιότητα για την ΕΚΤ στη στρατηγική που αναμένεται να εφαρμόσει μετά την έξοδο της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε. Έτσι, το προσεχές διάστημα αναμένεται να γίνει πολύ πιο απαιτητική στην ενεργητική διαχείριση των “κόκκινων” δανείων και στις επιδόσεις των τραπεζών αναφορικά με τη μείωση του δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σημειώνεται ότι σε αντίθεση με τα διστακτικά βήματα των ευρωπαϊκών τραπεζών στη διαχείριση των “κόκκινων” δανείων, η Μ. Βρετανία (και η Ιρλανδία) έχουν προχωρήσει κατά την τελευταία πενταετία σε πωλήσεις προβληματικών δανείων που αντιστοιχούν στο ήμισυ όλων των πωλήσεων δανείων στην Ευρώπη.
Πρόκειται για ένα δείγμα της προηγμένης τραπεζικής που έχει να επιδείξει η Μ. Βρετανία και που η απουσία της θα στοιχίσει σε όλο το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.
Όπως έγραφε χθες το Capital.gr, προειδοποιώντας ότι οι αγορές είχαν υπερεκτιμήσει τις προοπτικές ενός “Ναι” στο βρετανικό δημοψήφισμα, αγνοώντας δύο βασικούς παράγοντες που θα μπορούσαν να γείρουν την πλάστιγγα υπέρ του “Όχι” (συναισθηματική ψήφο και οργισμένη αντίδραση στις έξωθεν παραινέσεις περί των κινδύνων του Brexit), οι Έλληνες τραπεζίτες θεωρούσαν την απώλεια της χρηματοπιστωτικής βρετανικής τεχνογνωσίας, μείζον πλήγμα για την Ευρώπη. Ο άλλος κίνδυνος του Brexit ήταν ανάλογα αποσχιστικά δημοψηφίσματα και σε άλλες χώρες.
Όπως σημείωναν, η δημιουργία ενός νέου χρηματοοικονομικού κέντρου, στο Παρίσι ή το πιθανότερο στη Φρανκφούρτη, θα υπολείπεται παρασάγγας του κύρους και της βαθιάς γνώσης της λειτουργίας των αγορών, όπως και του πλαισίου προστασίας των καταναλωτών – επενδυτών που έχει το Λονδίνο. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι όλα τα θέματα, από τραπεζικά έως ναυτιλιακά επιλύονται με βάση το βρετανικό δίκαιο που κρίνεται το πιο ενδελεχές και αξιόπιστο.
Μετά τα χθεσινά αποτελέσματα, οι τραπεζίτες τονίζουν ότι ενδεχομένως το Brexit μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αλλαγή της αρχιτεκτονικής και της νοοτροπίας στην Ευρώπη. Στο πλαίσιο αυτό περιλαμβάνουν τη νομισματική πολιτική (να τεθεί τέρμα στην προσκόλληση στον στόχο του πληθωρισμού και στην πολιτική της αυστηρής λιτότητας), καθώς και την πολιτική και φορολογική ενοποίηση ώστε οι Ευρωπαίοι πολιτικοί να μην δουλεύουν για λογαριασμό της χώρας του ο καθένας, υποτασσόμενοι μάλιστα σε ιδεοληψίες.