Πολλοί είναι οι χαμένοι από την απόφαση του Ηνωμένου Βασιλείου να εγκαταλείψει την Ευρωπαϊκή Ένωση: η χρηματοοικονομική βιομηχανία του Λονδίνου, ο Βρετανός πρωθυπουργός David Cameron, η στερλίνα, το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Αλλά από τη συνολική αναταραχή της αγοράς και την αβεβαιότητα θα αναδειχθεί
τουλάχιστον ένας μεγάλος νικητής: η Κίνα.
Βραχυπρόθεσμα, βέβαια, η δοκιμαζόμενη κινεζική οικονομία ενδέχεται να πληγεί από το χάος στην ΕΕ, το δεύτερο μεγαλύτερο εμπορικό της εταίρο. Μια μικρότερη, λιγότερο σταθερή ευρωπαϊκή αγορά σε συνδυασμό με τους πιο εγκρατείς στις δαπάνες τους καταναλωτές δεν είναι καλή είδηση για τους Κινέζους εξαγωγείς. Μακροπρόθεσμα, όμως, το Brexit εξυπηρετεί τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα της Κίνας.
Ακόμη και η πλήρως ενωμένη Ευρώπη –η οποία βαρύνεται από τα δεινά του χρέους, τα υψηλά κόστη, την καταθλιπτική γραφειοκρατία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, την αμφίβολη ανταγωνιστικότητα- δυσκολευόταν να ανταγωνιστεί και να τα βάλει με την Κίνα. Τώρα που έχει διαρραγεί, η ΕΕ θα αποτελεί κάτι λιγότερο από αντίβαρο για την άνοδο της Κίνας στην παγκόσμια σκηνή.
Θυμηθείτε γιατί χτίστηκε εξαρχής η Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι οπαδοί της αρέσκονται να υπογραμμίζουν την αποστολή της ΕΕ να προάγει την ειρήνη και τη δημοκρατία. Πιο πρακτικά, ο βασικός στόχος της ενοποίησης ήταν να ενισχύσει την επιρροή της περιοχής στο σύνολο της οικονομίας. Τα ποικίλα έθνη της Ευρώπης κατάλαβαν ότι θα ήταν πολύ ισχυρότερα εάν σφυρηλατούσαν μια ενιαία αγορά με κοινά θεσμικά όργανα ή ακόμη και ένα τοπικό νόμισμα, το ευρώ, από ό,τι αν έμεναν να αναταγωνίζονται ως ανεξάρτητες μονάδες. Η Ευρώπη ήλπιζε να εξελιχθεί από μια ομάδα πλούσιων, αλλά εριστικών κρατών σε ένα τεράστιο οικονομικό μπλοκ ανάλογου επιπέδου με τις ΗΠΑ και, πιο πρόσφατα, την Κίνα.
Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη έχει παλέψει για να εκπληρώσει αυτό το ιδανικό και έχει υποφέρει για αυτό. Ο επίμονος εθνικισμός έχει επανειλημμένως περιορίσει τη δυνατότητά της να δημιουργήσει ένα κοινό μέτωπο τόσο στο εμπόριο όσο και στα γεωπολιτικά ζητήματα.
Και πουθενά δεν έχει καταστεί πιο εμφανής αυτή η αποτυχία από τις σχέσεις της Ευρώπης με την Κίνα. Ως σύνολο, η ΕΕ θα έπρεπε θεωρητικά να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στις πιέσεις που ασκούνται στο Πεκίνο να ανοίξει τις αγορές του και να “παίξει” δίκαια στο εμπόριο. Αντ’ αυτού, τα ευρωπαϊκά έθνη σπαταλούσαν συχνά αυτό το πλεονέκτημα, με το να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για τις κινεζικές επενδύσεις και χάρες. Λίγο μετά το καλόπιασμα του Βρετανού πρωθυπουργού Cameron κατά την επίσκεψή του στον Κινέζο πρόεδρο Xi Jinping το περασμένο έτος, η Γερμανίδα Καγκελάριος Angela Merkel εμφανίστηκε στο Πεκίνο, αναζητώντας τις δικές της επιχειρηματικές συμφωνίες. Η ευκαιρία της Κίνας να πετύχει το “διαίρει και βασίλευε” -κλείνοντας τις καλύτερες δυνατές συμφωνίες και παρακάμπτοντας τις καταγγελίες για τη δική της συμπεριφορά στρέβλωσης της αγοράς- θα μεγαλώσει τώρα που η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης χάραξε το δικό της δρόμο.
Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα επωφελούνταν σίγουρα περισσότερο εάν η ΕΕ είχε “λιθοστρώσει” μια κοινή πολιτική έναντι της Κίνας. Ενώ οι κινεζικές εταιρείες επιδόθηκαν σε μεγάλο ξεφάντωμα αγορών στην Ευρώπη -αποκτώντας ακόμη και μερίδια σε δημοφιλείς ποδοσφαιρικούς συλλόγους- η Μέρκελ, έπειτα από πρόσφατη επίσκεψη στο Πεκίνο, αποχώρησε γκρινιάζοντας ότι οι ξένες επιχειρήσεις πρέπει να “απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα και προνόμια με τις εγχώριες εταιρείες” στην Κίνα. Αν η ίδια και ο Cameron και οι άλλοι ηγέτες της Ευρώπης είχαν σφίξει τα χέρια και αγωνιστεί από κοινού για τα δικαιώματα αυτά, θα είχαν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα επιτυχίας.
Τώρα αντ ‘αυτού, μια “κουτσουρεμένη” κοινή αγορά στην Ευρώπη θα μειώσει την παγκόσμια ανταγωνιστικότητα των εταιρειών της. Οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις -από τις μεγάλες τράπεζες έως τις νεοσύστατες επιχειρήσεις τεχνολογίας- θα ήταν πολύ καλύτερα τοποθετημένες να αντιμετωπίσουν τους Κινέζους πρωταθλητές, αν ήταν σε θέση να κεφαλαιοποιήσουν μια πλήρως ανεπτυγμένη αγορά σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Αλλά και σε πολιτικό επίπεδο, το Brexit μπορεί μόνο να διευρύνει το πεδίο δράσεων της Κίνας. Καθώς η Κίνα αμφισβητεί τα θεσμικά όργανα και τα ιδανικά της Δύσης, από τα δικαιώματα ναυσιπλοΐας έως τα ανθρώπινα δικαιώματα, η σημασία προάσπισης αυτών των κανόνων και αξιών ενισχύεται σταθερά. Μια ενωμένη ΕΕ θα μπορούσε να ασκεί σοβαρό έλεγχο στην αυξανόμενη αυτοπεποίθηση του Πεκίνου. Έχουμε ήδη δει την εναλλακτική λύση: Όταν οι ΗΠΑ πέρυσι εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με τα σχέδια της Κίνας να δημιουργήσει ένα αντίπαλον δέος στην Παγκόσμια Τράπεζα, οι Ευρωπαίοι έκαναν πίσω και δεν προσυπέγραψαν, υπονομεύοντας κάθε ελπίδα για την απόσπαση παραχωρήσεων από τους ηγέτες της Κίνας.
Επιλέγοντας την “έξοδο”, οι Βρετανοί ψηφοφόροι επέδειξαν έναν ατυχή κοντοφθαλμισμό για το πώς ο κόσμος αλλάζει και πόσο δύσκολο θα είναι για οποιαδήποτε χώρα με παγκόσμιες φιλοδοξίες να πορευτεί μόνη της. Με το Brexit, τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο, όσο και η Ευρώπη χάνουν πολλά περισσότερα από μια εταιρική σχέση. Χάνουν την καλύτερη ευκαιρία τους να διατηρήσουν σημαντικό ρόλο σε μια μεταβαλλόμενη παγκόσμια τάξη.