Εντυπωσιακή αύξηση των πληρωμών με «πλαστικό» χρήμα, μετά τα capital controls, καταγράφει η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος η οποία δείχνει ότι άλλαγε η καταναλωτική συμπεριφορά των Ελλήνων. Προς την κατεύθυνση της παροχής κινήτρων για τις ηλεκρονικές συναλλαγές ο Τρ. Αλεξιάδης τόνισε ότι Ιούλιο ή Αύγουστο θα έρθουν νομοθετικές ρυθμίσεις που θα συνδέουν το αφορολόγητο με τη
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ:
– 5,1 δισ. ευρώ με κάρτες μέσα σε ένα εξάμηνο. Ο αριθμός των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών αυξήθηκε στα 88,2 εκατ. ευρώ το δεύτερο εξάμηνο του 2015, καταγράφοντας εκρηκτική άνοδο 128% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους. Η αξία των συναλλαγών με αύξηση 110% διαμορφώθηκε σε 5,1 δισ. ευρώ.
Το ποσό ανά συναλλαγή με κάρτα όμως υποχώρησε περαιτέρω στα 58 ευρώ έναντι 63 ευρώ το πρώτο εξάμηνο του 2015. Η τάση συρρίκνωσης των ποσών ανά συναλλαγή με κάρτα παρατηρείται διαρκώς από το 2010 και μετά και είναι προφανές ότι συνδέεται με τις γενικότερες εξελίξεις στην ελληνική οικονομία. Μνημόνια, ύφεση, φόροι πάνω στους φόρους, περικοπές αποδοχών… Επιπρόσθετα, βέβαια, η επέκταση της χρήσης πλαστικού χρήματος -εξαιτίας των capital controls- μεταφράστηκε σε διεύρυνση της χρήσης καρτών και σε συναλλαγές μικρότερης αξίας, πιέζοντας περαιτέρω τη μέση αξία ανά συναλλαγή.
– Το ρίξαμε στις χρεωστικές -τέσσερις φορές επάνω. Η αύξηση του όγκου των συναλλαγών με κάρτες το δεύτερο εξάμηνο του 2015, σύμφωνα με την ΤτΕ προέρχεται κυρίως από χρεωστικές, καθώς αποτελούν στενό υποκατάστατο των μετρητών. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο αριθμός των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες από περίπου 15 εκατομμύρια το πρώτο εξάμηνο του 2015 εκτοξεύτηκαν σε περίπου 60 εκατομμύρια το δεύτερο εξάμηνο. Το δεύτερο εξάμηνο του 2010, με την έλευση του Μνημονίου, οι συναλλαγές με χρεωστικές κάρτες έφταναν δεν έφταναν τα 5 εκατομμύρια.
– Πιστωτικές με το σταγονόμετρο. Αντίθετα, η χρήση πιστωτικών καρτών ήταν και παραμένει μετρημένη. Το δεύτερο εξάμηνο του 2010 οι συναλλαγές με πιστωτικές κάρτες κυμαίνονταν κοντά στα 28 εκατομμύρια. Στη συνέχεια καταγράφεται φθίνουσα πορεία και μόνο από την άνοιξη του 2015 καταγράφεται ανοδική πορεία, με άνοδο της τάξεως του 25%, φτάνοντας όμως στα επίπεδα από όπου ξεκινά η παρατήρηση των στοιχείων, κοντά στα 28 εκατομμύρια το δεύτερο εξάμηνο του 2015. «Γενικότερα, στη διάρκεια της κρίσης από το 2009 και μετά, η χρήση των πιστωτικών καρτών συνοδεύτηκε από συνεχή υποχώρηση του υπολοίπου των δανείων μέσω πιστωτικών καρτών, τα οποία υπόκεινται σε τόκους.
Αντίθετα, σταδιακά αυξανόταν η σημασία του υπολοίπου, που αντανακλά την αναβολή της πληρωμής για μικρό χρονικό διάστημα με μηδενικό επιτόκιο, η οποία μεσολαβεί μεταξύ της πραγματοποίησης της συναλλαγής και της ημερομηνίας που η κάρτα πρέπει να εξοφληθεί. Ταυτόχρονα, ο αριθμός των πιστωτικών καρτών σε κυκλοφορία έβαινε γενικά μειούμενος, λόγω της αυστηροποίησης των πιστοδοτικών κριτηρίων των τραπεζών και της γενικότερης τάσης για απομόχλευση στην οικονομία, σημειώνοντας μικρή μόνο αύξηση το δεύτερο εξάμηνο του 2014, καθώς και μετά την επιβολή των περιορισμών στο τραπεζικό σύστημα τον Ιούνιο του 2015.
Διαπιστώνεται λοιπόν μεταβολή στον τρόπο χρήσης των πιστωτικών καρτών σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν, καθώς χρησιμοποιούνται περισσότερο ως μέσα πληρωμών, δεδομένης και της άτοκης, πολύ βραχυπρόθεσμης διευκόλυνσης που παρέχουν και λιγότερο ως μέσου δανεισμού των νοικοκυριών».
– Εφτά φορές πάνω οι συναλλαγές μέσω τηλεφώνων. Κατακόρυφη αύξηση καταγράφεται στην τραπεζική μέσω τηλεφώνου. Παίρνοντας ως βάση υπολογισμού το 100 το πρώτο τρίμηνο του 2013, ο σχετικός δείκτης ανεβαίνει κοντά στο 750 το δεύτερο εξάμηνο του 2015, ενώ ο δείκτης τραπεζικής μέσω διαδικτύου έφτασε τις 300 μονάδες.
Η επιβολή των περιορισμών στο τραπεζικό σύστημα τον Ιούνιο του 2015, καταλήγει η Τράπεζα της Ελλάδος, αποτέλεσε το έναυσμα για σημαντική επιτάχυνση της μεταβολής των συνηθειών πληρωμών, όσον αφορά στα ηλεκτρονικά μέσα και συνέβαλε σε μερική εξομάλυνση της καταναλωτικής δαπάνης παρά τον περιορισμό των διαθέσιμων μετρητών για πολλά νοικοκυριά. Εφόσον η πρόσφατη αύξηση της διάδοσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών αποδειχθεί διατηρήσιμη μεσοπρόθεσμα, αναμένεται να αποφέρει σημαντικά οφέλη, όπως η μείωση του κόστους των συναλλαγών, η αποτελεσματικότερη κατανομή των παραγωγικών πόρων στην οικονομία και το τραπεζικό σύστημα και η ενίσχυση των φορολογικών εσόδων.