“Ο λογαριασμός από την επιβολή των capital controls θα φανεί σε βάθος διετίας και σίγουρα μετά την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Όταν δηλαδή θα κάτσει η σκόνη και θα μετρήσουμε πόσοι και ποιοι έχουμε μείνει”, έλεγε χαρακτηριστικά στο “Κεφάλαιο” επιχειρηματίας με παραγωγική δραστηριότητα και στο εξωτερικό.
Μέχρι τώρα, σημείωνε ο ίδιος, βλέπουμε το δέντρο και όχι το δάσος. Πόσο δηλαδή έχει πέσει η κατανάλωση, πόσα είναι τα λουκέτα, το ύψος της αποεπένδυσης, την πίεση στις εξαγωγές, το brain drain και την έλλειψη ρευστότητας. “Το δάσος είναι το κρυφό “χρέος”, που είναι πολύ μεγαλύτερο”, τόνιζε ο ίδιος. Με έτερο βιομήχανο, που δραστηριοποιείται στον κλάδο των καταναλωτικών αγαθών, να σημειώνει στο “Κ” πως η ζημιά που έχει επέλθει στον παραγωγικό ιστό της χώρας και στο δυναμικό θα αποτιμηθεί σε βάθος χρόνου, “αν και πιστεύω ότι είναι ανυπολόγιστη”. “Δείτε τι έγινε με την Ηλεκτρονική Αθηνών”, συμπλήρωνε ο ίδιος. “Η εταιρεία δέχτηκε τη χαριστική βολή το περασμένο καλοκαίρι με την επιβολή των capital controls. Οι πόρτες από τους ξένους προμηθευτές έκλεισαν, ενώ δεν κατάφερε να ολοκληρώσει την αναδιάρθρωσή της, γιατί, πολύ απλά, το τραπεζικό σύστημα λόγω των capital controls δεν το έτρεξε, ενώ η εταιρεία δεν είχε πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό”, σημείωνε ο ίδιος.
Η περίπτωση της Ηλεκτρονικής Αθηνών δεν είναι η μοναδική. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΣΕΕ, κ. Βασίλη Κορκίδη, ο οποίος σε δηλώσεις του στο “Κ” παρομοιάζει τον έναν χρόνο capital controls “με θηλιά στον λαιμό”, “τα λουκέτα είναι 15.500 από την αρχή του 2016 μέχρι σήμερα και περίπου 9.500 από το β’ εξάμηνο του 2015. Το ανησυχητικό είναι η μείωση ίδρυσης νέων επιχειρήσεων σε σύγκριση με το πεντάμηνο του 2015, που μειώθηκαν κατά 3.000, σε περίπου 12.500 φέτος”.
Λουκέτα ως επακόλουθο της πτώσης του τζίρου, που ξεπερνά το 10% σε κάθε τομέα του εμπορίου, με μεγάλους χαμένους το λιανικό εμπόριο και το εμπόριο αυτοκινήτων, όπου τα ποσοστά είναι υπερδιπλάσια του μέσου όρου.
Σοβαρές επιπτώσεις στις εξαγωγές
Εκτός, βέβαια, από το κόστος που πληρώνουμε όλοι εξαιτίας των capital controls εντός έδρας, σοβαρές είναι οι επιπτώσεις και στις εξαγωγές. Με βάση εκτιμήσεις των εξαγωγέων, η επιβολή των capital controls μόνο από τα τέλη Ιουνίου έως και τον Νοέμβριο του 2015 στοίχισε δύο μονάδες του ΑΕΠ ή 3,5 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, πέρα από την καθαρή μείωση των εισπράξεων κατά 1,88 δισ. ευρώ στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου-Νοεμβρίου του 2015, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2014, υπολογίζεται ότι χάθηκαν και άλλα 1,65 δισ. ευρώ, εάν ληφθεί υπόψη ότι υπό κανονικές συνθήκες και με βάση τη δυναμική που καταγραφόταν πέρυσι τον Ιούνιο τα έσοδα θα αυξάνονταν. Έτσι, για το 2015 και το α’ τρίμηνο του 2016 παρατηρείται σημαντική μείωση των εξαγωγών υπηρεσιών (-11,3% και -23,4%, αντίστοιχα), συνοδευόμενη, όμως, κι από μείωση των εισαγωγών υπηρεσιών (-11,4% και -26,6%, αντίστοιχα). Αυτό, όμως, δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα.
Το μείζον είναι οι όροι συναλλαγών ανάμεσα στις ελληνικές επιχειρήσεις και τους εμπορικούς εταίρους τους στο εξωτερικό, που παραμένουν επαχθείς. Όπως λέει ο Βασίλης Κορκίδης, “η θηλιά από τα capital controls μπορεί ευτυχώς να χαλαρώνει σταδιακά, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει, να ενοχλεί, να περιορίζει την εμπορική δραστηριότητα και να τρομάζει τους προμηθευτές μας στο εξωτερικό”. Άλλωστε, η απαίτηση “τοις μετρητοίς” πλήττει ακόμα και τις μεγάλες μεταποιητικές και βιομηχανικές μονάδες, η τοπική παραγωγή έχει επιβραδυνθεί από τη δυσκολία στη διακίνηση πρώτων υλών, ενώ παραμένουν μεγάλα προβλήματα στην τήρηση εμπορικών και οικονομικών όρων και παραδόσεων στο εξωτερικό.
Σοβαρό είναι και το πλήγμα στις εξαγωγές υπηρεσιών, από τη μείωση των εισπράξεων από τις θαλάσσιες μεταφορές, λόγω των συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί μετά την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών, που θα αντισταθμίσει την άνοδο των τουριστικών εσόδων για το σύνολο του έτους, όπως εκτιμάται. Το 2015 παρατηρήθηκε σημαντική πτώση των εισπράξεων των υπηρεσιών θαλάσσιων μεταφορών, της τάξεως του 30% έναντι του 2014, δηλαδή σχεδόν όση ήταν η ετήσια μείωση των εισπράξεων το 2009 ως συνέπεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Η μείωση αυτή φαίνεται να σχετίζεται άμεσα με την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων. Όπως επισημαίνει η ΤτΕ, οι μηνιαίες εισπράξεις έπεσαν θεαματικά τον Ιούλιο του 2015 και έκτοτε εμφάνισαν βραδεία ανάκαμψη μέσα στο έτος.
Την ίδια ώρα, η σημαντική ανάλωση αποθεμάτων –ενδεχομένως και ως συνέπεια της επιβολής των κεφαλαιακών περιορισµών– προκάλεσε κάμψη των συνολικών επενδύσεων της οικονομίας, μέρος των οποίων είναι και τα αποθέματα. Σοβαρές είναι και η επιπτώσεις στις επιχειρηματικές προσδοκίες. Η ραγδαία επιδείνωση των επιχειρηματικών προσδοκιών το πρώτο εξάμηνο του 2015 και η επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών οδήγησαν στην αναβολή ή ματαίωση πολλών επιχειρηματικών σχεδίων, ιδιαίτερα στη διάρκεια του γ’ τριμήνου του έτους.
Κατέβασαν ρολά 31.287 επιχειρήσεις
Περισσότερες από 85 επιχειρήσεις όλων των νομικών μορφών (ατομικές, Α.Ε., ΕΠΕ, Ο.Ε., κ.λπ.) κατέβαζαν καθημερινά ρολά τούς τελευταίους δώδεκα μήνες. Δηλαδή από τις 29 Ιουνίου 2015, οπότε και επεβλήθησαν τα capital controls, μέχρι και τις 15 Ιουνίου του 2016 (τελευταία πρόσφατα στοιχεία από το ΓΕΜΗ), συνολικά 31.287 επιχειρήσεις αναγκάστηκαν να πετάξουν λευκή πετσέτα, αδυνατώντας να αντεπεξέλθουν στη νέα τάξη πραγμάτων.
Άλλωστε, η οριστική διακοπή της ρευστότητας που επήλθε εξαιτίας των capital controls “χτύπησε” την κατανάλωση και, κατ’ επέκταση, τις επιχειρήσεις, για τις οποίες η τραπεζική αργία, σε συνδυασμό με τη φοροκαταιγίδα και την αδυναμία του Δημοσίου να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του, αποτέλεσε την αιτία για το οριστικό κλείσιμό τους.
Το σοκαριστικό, πάντως, στοιχείο από τους 12 μήνες capital controls είναι ότι για πρώτη φορά στα χρόνια της κρίσης, και δη από το 2012, οπότε υπάρχουν ετήσια στατιστικά στοιχεία στο ΓΕΜΗ, το ισοζύγιο μεταξύ συστάσεων επιχειρήσεων – διαγραφών είναι αρνητικό.
Δηλαδή οι συστάσεις εταιρειών είναι πολύ λιγότερες από τις διαγραφές-πτωχεύσεις. Με βάση τα στοιχεία του ΓΕΜΗ, το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα ιδρύθηκαν μόλις 26.855 επιχειρήσεις, όταν το αντίστοιχο διάστημα 12 μήνες πριν, δηλαδή 29/6/2014 έως 15/6/2015, είχαν ιδρυθεί 34.072 νέες εταιρείες.
Βαρύ πλήγμα στο Χρηματιστήριο από τα capital controls
Μαζί με το τραπεζικό σύστημα, η χρηματιστηριακή αγορά δέχτηκε τα ισχυρότερα πλήγματα από την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων.
Το Χρηματιστήριο της Αθήνας παρέμεινε κλειστό για έναν μήνα, το μεγαλύτερο διάστημα της τελευταίας 40ετίας, από τις 26 Ιουνίου και για ολόκληρο τον Ιούλιο του 2015, για να ανοίξει ξανά στις 3 Αυγούστου του 2015, εν μέσω καταιγιστικών πωλήσεων. Σε λιγότερο από 15 συνεδριάσεις, τον περυσινό Αύγουστο η αγορά υποχώρησε κατά 100 μονάδες (στις 568 μονάδες), με τους Έλληνες επενδυτές στην πράξη εγκλωβισμένους.
Και αυτό, διότι, υπό τον φόβο μαζικών πωλήσεων, η αγορά άνοιξε με πρωτοφανείς διαχωρισμούς μεταξύ Ελλήνων και ξένων επενδυτών, μεταξύ “παλαιού” και “νέου χρήματος”, όπως επίσης και απαγόρευσης δυνατότητας πώλησης μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων.
Ουσιαστικά, είχε δημιουργηθεί μια αγορά δύο ταχυτήτων, καθώς είχε επιβληθεί μια σειρά σημαντικών περιορισμών για τους ημεδαπούς επενδυτές που εμπόδιζαν τις επενδύσεις σε ξένες κεφαλαιαγορές μέσω των Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων, των ασφαλιστικών ταμείων κ.ά.
Το κυριότερο, όμως ήταν πως η εικόνα της ελληνικής κεφαλαιαγοράς στο εξωτερικό επλήγη σχεδόν ανεπανόρθωτα, καθώς δεν υπήρχε προηγούμενο Χρηματιστηρίου χώρας-μέλους της Ε.Ε. να παραμένει εκτός λειτουργίας για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Για τους ξένους διαχειριστές κεφαλαίων που παρέμεναν εγκλωβισμένοι επί έναν μήνα δεν υπήρχε αντίστοιχο προηγούμενο.
Εντέλει, τον Δεκέμβριο του 2015 αποφασίστηκε η άρση των περιορισμών στο Χ.Α., χωρίς να είναι πλήρης. Οι απαγορεύσεις ως προς την “εξαγωγή” επενδυτικών κεφαλαίων μέσω των ελληνικών τραπεζών και χρηματιστηριακών εταιρειών σε επενδυτικά προϊόντα του εξωτερικού παραμένουν, ενώ θεσπίστηκαν αυστηροί περιορισμοί και μηχανισμοί παρακολούθησης ειδικά για τα αμοιβαία κεφάλαια που επενδύουν στο εξωτερικό.
Μετά τη μερική άρση των capital controls, οι Έλληνες επενδυτές μπορούν να προχωρούν σε πώληση και εξαγορά ελληνικών και ξένων αμοιβαίων κεφαλαίων, όμως η πίστωση του προϊόντος μπορεί να γίνει μόνο σε λογαριασμό ελληνικής τράπεζας. Επίσης, επιτρέπονται συναλλαγές στη ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, με χρηματικά υπόλοιπα διαθέσιμα στον συνδεδεμένο με το χαρτοφυλάκιο λογαριασμό που τηρεί ο επενδυτής σε τραπεζικό ίδρυμα.
Τέλος, υπάρχει η δυνατότητα επένδυσης σε χρηματοπιστωτικά μέσα του εξωτερικού (μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κ.λπ.), με ποσά όμως που πιστώθηκαν σε τραπεζικό λογαριασμό μετά τις 28/6/2015 και προέρχονται από έμβασμα εξωτερικού, μεταφορά πίστωσης από το εξωτερικό λόγω πώλησης, εξαγοράς ή εξόφλησης χρηματοπιστωτικών προϊόντων του εξωτερικού ή μεταφορά πίστωσης από το εξωτερικό λόγω είσπραξης μερίσματος ή επιστροφής κεφαλαίου από μετοχές του εξωτερικού.
Σαρωτικό πλήγμα στην καρδιά της σεζόν
Η επιβολή capital controls δεν άφησε ανεπηρέαστο ούτε τον κλάδο του τουρισμού, πολύ δε περισσότερο τη λειτουργία των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Αν και από την αρχή της ύπαρξης κεφαλαιακών ελέγχων είχαν εξαιρεθεί οι ξένοι επισκέπτες, που μπορούσαν κανονικά να προχωρούν σε συναλλαγές χωρίς περιορισμούς, το πλήγμα για την εικόνα της χώρας ήταν σαρωτικό, γεγονός που φάνηκε από τη μεγάλη υστέρηση στη ζήτηση που παρατηρήθηκε τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Ιουλίου, με την πτώση να φτάνει ακόμα και το 20% στις νέες κρατήσεις.
Μάλιστα, παρά την περσινή καλή πορεία του τουρισμού, σε επίπεδο αφίξεων και –λιγότερο– στο κομμάτι των εσόδων, φορείς της αγοράς αναφέρουν πως η χρονιά θα ήταν κατά πολύ καλύτερη αν η οικονομία της χώρας δεν περνούσε όλη αυτή τη διαδικασία, φτάνοντας επικίνδυνα κοντά στο ενδεχόμενο της χρεοκοπίας.
Ακόμα χειρότερη ήταν η περσινή πραγματικότητα για τις ξενοδοχειακές μονάδες, που είχαν να αντιμετωπίσουν μεγάλα προβλήματα στην τροφοδοσία τους, καθώς οι προμηθευτές ζητούσαν από τους ξενοδόχους να πληρώνουν τοις μετρητοίς για τα τρόφιμα και τα είδη που απαιτούνται για την ομαλή λειτουργία των καταλυμάτων. Τεράστια αναστάτωση προκλήθηκε και στις μεταφορές των τουριστών, ενώ όσον αφορά τον εγχώριο τουρισμό η επιβολή των capital controls έδωσε τη χαριστική βολή για τους Έλληνες επισκέπτες που είχαν προγραμματίσει τις διακοπές τους εκείνη την περίοδο και στη συντριπτική τους πλειονότητα τις ακύρωσαν.