Απόφαση του ΔΕΕ στην υπόθεση C-486/14 Piotr Kossowski. Είναι δυνατή σε ένα κράτος Σένγκεν η εκ νέου δίωξη υπόπτου σε περίπτωση που πριν περατωθούν οι προηγούμενες διώξεις σε βάρος του σε άλλο κράτος Σένγκεν δεν είχε διενεργηθεί λεπτομερής ανάκριση. Η έλλειψη ακροάσεως του παθόντος και ενός πιθανού μάρτυρα συνιστά ένδειξη για τη μη διενέργεια τέτοιας ανακρίσεως. Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η αρχή ne bis in idem αποσκοπεί να διασφαλίσει σε όσους έχουν
καταδικαστεί και εκτίσει την ποινή τους ή, ενδεχομένως, έχουν απαλλαγεί της κατηγορίας αμετάκλητα εντός κράτους Σένγκεν ότι θα μπορούν να διακινούνται εντός του χώρου Σένγκεν χωρίς να φοβούνται ότι θα υποστούν δίωξη για τα ίδια πραγματικά περιστατικά εντός άλλου κράτους Σένγκεν.
Εντούτοις, η αρχή αυτή δεν αποσκοπεί στην προστασία του υπόπτου από το ενδεχόμενο διεξαγωγής διαδοχικών ερευνών ή εξετάσεων σε βάρος του, για τα ίδια πραγματικά περιστατικά, εντός περισσοτέρων κρατών Σένγκεν. Η εφαρμογή της αρχής ne bis in idem σε διάταξη περί περατώσεως της διαδικασίας που εξέδωσαν οι δικαστικές αρχές κράτους Σένγκεν χωρίς καμία εμπεριστατωμένη αξιολόγηση της παράνομης συμπεριφοράς που καταλογίζεται στον κατηγορούμενο θα προσέκρουε προδήλως στον ίδιο τον σκοπό του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, που συνίσταται στην καταπολέμηση της εγκληματικότητας και θα μπορούσε να κλονίσει την αμοιβαία εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών μελών.
Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο κρίνει ότι απρόσβλητη διάταξη της εισαγγελικής αρχής περί παύσης της ποινικής δίωξης και περάτωσης (χωρίς την επιβολή κυρώσεων) της σε βάρος ενός προσώπου ανακριτικής διαδικασίας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αμετάκλητη απόφαση προς τον σκοπό εφαρμογής της αρχής ne bis in idem, όταν από την αιτιολογία της προκύπτει ότι η διαδικασία περατώθηκε χωρίς να διεξαχθεί λεπτομερής ανάκριση. Η μη ακρόαση του παθόντος και ενός πιθανού μάρτυρα αποτελεί ένδειξη για τη μη διεξαγωγή λεπτομερούς ανακρίσεως.
Ιστορικό υπόθεσης: Η εισαγγελία του Αμβούργου (Γερμανία) κατηγορεί τον Piotr Kossowski ότι τέλεσε, στο Αμβούργο, διακεκριμένη ληστρική εκβίαση. Εντούτοις, το Landgericht Hamburg (περιφερειακό δικαστήριο του Αμβούργου) αρνήθηκε την παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, με την αιτιολογία ότι η παραπομπή του αντιβαίνει στην αρχή ne bis in idem, όπως εφαρμόζεται στον χώρο Σένγκεν .
Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κανείς δεν διώκεται ούτε τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη. Εν προκειμένω, η εισαγγελία του Kołobrzeg στην Πολωνία, όπου ο P. Kossowski είχε συλληφθεί για άλλο ποινικό αδίκημα, είχε ήδη κινήσει ανακριτική διαδικασία σε βάρος του για τις ίδιες πράξεις και είχε, με διάταξη που κατέστη απρόσβλητη, περατώσει τη διαδικασία αυτή, ελλείψει επαρκών ενδείξεων ενοχής.
Η αιτιολογία της εν λόγω διατάξεως της εισαγγελίας του Kołobrzeg περί περατώσεως της ανακριτικής διαδικασίας στηριζόταν ειδικότερα στο γεγονός ότι ο P. Kossowki είχε αρνηθεί να απολογηθεί και ότι ο παθών και ένας μη αυτόπτης μάρτυς κατοικούσαν στη Γερμανία οπότε δεν κατέστη εφικτό να εξεταστούν στο πλαίσιο της ανακριτικής διαδικασίας ούτε, συνεπώς, να εξακριβωθεί η ορθότητα των ισχυρισμών του παθόντος. Λεπτομερέστερη ανάκριση δεν διενεργήθηκε στην Πολωνία.
Το Hanseatisches Oberlandesgericht Hamburg (ανώτερο περιφερειακό δικαστήριο του Αμβούργου), ενώπιον του οποίου προσέφυγε η εισαγγελία του Αμβούργου, ζητεί από το Δικαστήριο να διευκρινίσει το περιεχόμενο της αρχής ne bis in idem. Ερωτά, μεταξύ άλλων, κατά πόσον, λαμβανομένης υπόψη της διατάξεως της πολωνικής εισαγγελίας που εκδόθηκε χωρίς λεπτομερή ανάκριση , ο P. Kossowski πρέπει να θεωρηθεί ότι «[δικάστηκε] αμετάκλητα» ή «έχει […] αθωωθεί με οριστική απόφαση» , με αποτέλεσμα η αρχή ne bis in idem να εμποδίζει την εκ νέου δίωξή του για τις ίδιες πράξεις στη Γερμανία. (curia.europa.eu). Δείτε το πλήρες κείμενο της απόφασης εδώ