Σχεδόν 1,5 μήνα μετά την έναρξη της αντιπυρικής περιόδου, η ετοιμότητα της χώρας σε σχέση με τη δασοπροστασία χαρακτηρίζεται από «υποχρηματοδότηση, έλλειψη έγκαιρου προγραμματισμού, πολιτικές αποφάσεις που παρέχουν κίνητρο για δασικές πυρκαγιές και
έλλειψη οργάνωσης σε βασικούς τομείς», καταγγέλλει η WWF, «με την επίκληση για ήπιες καιρικές συνθήκες να φαντάζει απαραίτητη», όπως υπογραμμίζει χαρακτηριστικά. Ταυτόχρονα, καλεί τους πολίτες να αποτελέσουν την πρώτη γραμμή άμυνας για τα δάση μας, «δείχνοντας» ως οδηγό το παράδειγμα της Άνδρου.
«Η έλλειψη πολιτικής βούλησης και σωστής προετοιμασίας του κρατικού μηχανισμού είναι ένα θλιβερό σίριαλ που βλέπουμε επί χρόνια σε επανάληψη», δηλώνει ο Δημήτρης Καραβέλλας, διευθυντής του WWF Ελλάς. «Ως WWF θα συνεχίσουμε χωρίς δισταγμό να εναντιωνόμαστε σε κάθε νομοσχέδιο που απογυμνώνει τα δάση μας, ενώ ταυτόχρονα θα είμαστε στο πλευρό κάθε θετικής πρωτοβουλίας, καταθέτοντας προτάσεις», τονίζει, εξαίροντας παράλληλα «το ρόλο των εθελοντών που αποδεικνύουν έμπρακτα και με θυσίες ότι τα δάση είναι υπόθεση όλων μας».
Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η WWF, η πυροπροστασία κινείται σε ρυθμούς υποχρηματοδότησης (-13%) και νομικού αλαλούμ, καθώς 1,9 εκατ. ευρώ περίπου των χρημάτων που είναι απαραίτητα για έργα πρόληψης λαμβάνουν οι ήδη υποστελεχωμένες δασικές υπηρεσίες.
Παράλληλα, όπως αναφέρει, η λιγοστή χρηματοδότηση για εργασίες πρόληψης διατίθεται με μεγάλη καθυστέρηση. Περί το 1,5 εκατ. ευρώ λιγότερα θα εισπράξουν φέτος οι δήμοι για την κάλυψη δράσεων πυροπροστασίας. Η διάθεση μάλιστα των 16,9 εκατ. ευρώ συνολικά θα γίνει για ακόμη μια χρονιά χωρίς καμία ουσιαστική αξιολόγηση.
Όπως εξηγεί η Εύη Κορακάκη, υπεύθυνη δασικών προγραμμάτων του WWF «οι χρηματοδοτήσεις δεν συνδυάζονται με τις πιθανές προβλέψεις των σχεδίων πυροπροστασίας που οφείλουν να έχουν οι δήμοι, ούτε γίνονται βάσει αιτημάτων για συγκεκριμένες, μετρήσιμες και ελεγχόμενες παρεμβάσεις. Την ώρα μάλιστα που δεν έχουν ανακληθεί ακόμα οι νομικές ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στους ψηφισμένους δασοκτόνους νόμους (ν. 4280/2014 και ν. 4315/2014), οι οποίοι αυξάνουν την ένταση και τον αριθμό των χρήσεων που επιτρέπονται στα ελληνικά δάση, με την κυβέρνηση να επιχειρεί συνεχώς να τακτοποιήσει αυθαίρετα μέσα σε δασική γη».
Επιπλέον, η κ. Κορακάκη επισημαίνει ότι «ακόμα και σε ευνοϊκούς για την ενίσχυση της δασοπροστασίας νόμους, όπως ο ν. 4249/2014, υπάρχουν, δύο χρόνια μετά την ψήφισή του, εκκρεμότητες. Η θεσμοθέτηση της συνεργασίας της Δασικής Υπηρεσίας με το Πυροσβεστικό Σώμα (άρθρο 100 ν. 4249/2014) για τον καλύτερο μεταξύ τους συντονισμό εκκρεμεί, όπως και πολλές από τις προβλέψεις για την οργάνωση και πλήρη επιχειρησιακή αξιοποίηση των εθελοντικών ομάδων παραμένουν ακόμα στα χαρτιά».
«Είναι επιτακτικό να υπάρξουν σύντομα πρωτοβουλίες για την πρακτική υλοποίηση των προβλέψεων (του άρθρου 118 του ν. 4249/2014) όπως για παράδειγμα αποφάσεις και ΚΥΑ για μια σειρά ζητημάτων που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, όπως η Εθνική Σχολή Πολιτικής Προστασίας. Σε επίπεδο καταστολής, στον ήδη γερασμένο στόλο του Πυροσβεστικού Σώματος έρχονται να προστεθούν τεράστιες ελλείψεις σε υλικό εξοπλισμό (π.χ. λάστιχα πυροσβεστικών οχημάτων, ανταλλακτικά) και ατομικά μέσα προστασίας», καταλήγει η υπεύθυνη δασικών προγραμμάτων της WWF.
Τι μπορούμε να κάνουμε ως πολίτες; Σύμφωνα πάντα με τη WWF, τουλάχιστον το 40% των πυρκαγιών κάθε χρόνο προκαλούνται από αμέλεια ημών των ιδίων, των πολιτών, ενώ υπολογίζεται ότι στην πράξη αυτό το ποσοστό ξεπερνά το 70%, αφού γνωρίζουμε τα αίτια μόνο για τις μισές από τις πυρκαγιές που εκδηλώνονται ετησίως.
Ειδικότερα η οργάνωση προτείνει ως καλή πρακτική το φετινό παράδειγμα της Άνδρου, όπου τα τελευταία 30 χρόνια το 40% του νησιού έχει καεί, με το 20% να έχει καεί επανειλημμένα και το νησί να κινδυνεύει με μη αναστρέψιμη βλάβη. Φέτος το καλοκαίρι με μια νέα εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, με στόχο την αποτελεσματική πρόληψη, η WWF καλεί τους Ανδριώτες να πάρουν το μέλλον του νησιού στα χέρια τους. «Μια συμμαχία για την ευαισθητοποίηση και τη δράση μιας τοπικής κοινωνίας, αποδεικνύει ότι ως πολίτες μπορούμε σίγουρα να κάνουμε τη διαφορά», όπως υπογραμμίζει η οργάνωση.