Άμεση δράση για τις ιταλικές τράπεζες ζήτησε το ΔΝΤ με ανακοίνωσή του την Τρίτη, μια μόλις ημέρα μετά την έκθεση που δημοσίευσε για την ιταλική οικονομία στην οποία υπογράμμιζε ότι δεν έχει ακόμα καταφέρει να ανακάμψει πλήρως από την
χρηματοοικονομική κρίση του 2008 κι ότι αυτό μπορεί να αργήσει έως τα μέσα του 2020.
Το Ταμείο ζήτησε να υπάρξουν γρήγορες ενέργειες αντιμετώπισης του προβλήματος των ιταλικών τραπεζών, ώστε να αντιμετωπιστούν επαρκώς οι ανησυχίες για το ενδεχόμενο του bail in.
Όπως ανέφερε, ο μεγάλος όγκος των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε συνδυασμό με τις δυσκίνητες δικαστικές διαδικασίες αποτελούν απειλή για τους προϋπολογισμούς των τραπεζών.
«Οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες για να υπάρξει σταθερότητα να στηριχθεί η ανάκαμψη» ανέφερε το Ταμείο, προσθέτοντας ότι τα NPLs φαίνεται να έχουν σταθεροποιηθεί περίπου στο 18% των συνολικών δανείων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ιταλίας, που δημοσιεύτηκαν σήμερα, τα «κόκκινα» δάνεια ανήλθαν σε 200 δισ. ευρώ τον Μάιο.
Μέχρι στιγμής, οι συζητήσεις μεταξύ Ιταλίας και Κομισιόν για την ανακεφαλαιοποίηση της Banca Monte dei Paschi di Siena SpA και άλλων τραπεζών έχουν αποβεί άκαρπες καθώς οι ευρωπαϊκοί κανονισμοί επιβάλλουν bail in σε μια τέτοια περίπτωση.
Το ΔΝΤ συνέστησε μέτρα όπως εξωδικαστική αναδιάρθρωση των δανείων, ενισχυμένη εποπτεία και συστηματική αξιολόγηση του ενεργητικού των τραπεζών που δεν υπόκεινται στα stress tests της ΕΚΤ.
Μάλιστα, σύμφωνα με την έκθεση του Ταμείου, η οικονομική ανάκαμψη της Ιταλίας «είναι παρατεταμένη και υπόκειται σε πολλά ρίσκα». Το Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη 1,1% φέτος και 1,3% το 2017, ωστόσο, η επιστροφή στα προ κρίσης επίπεδα είναι εφικτή περίπου στα μέσα του 2020.
«Υπάρχουν καθοδικά ρίσκα, όπως η μεταβλητότητα στις αγορές, η προσφυγική κρίση και οι συνέπειες από την επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου. Αυτά τα στοιχεία υποδεικνύουν ότι η επιστροφή στα επίπεδα προ κρίσης είναι εφικτά στα μέσα του 2020» αναφέρει χαρακτηριστικά η έκθεση, προειδοποιώντας ότι αν τα ρίσκα υλοποιηθούν υπάρχει ο κίνδυνος μετάδοσης.
Στο μεταξύ, το ιταλικό χρέος έχει φτάσει στο 133% του ΑΕΠ, επίπεδο που δεν περιορίζει το δημοσιονομικό περιθώριο για να αντιμετωπιστούν τα οικονομικά σοκ, όπως σημειώνει.
Έτσι, το Ταμείο παροτρύνει τις ιταλικές Αρχές να προχωρήσουν γρήγορα σε πολιτικές και μέτρα υπερ της ανάπτυξης «δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση δαπανών και τη φορολογία, διευρύνοντας δηλαδή τη φορολογική βάση και εισάγοντας νέο φόρο ακινήτων».
Έτσι, το Ταμείο παροτρύνει τις ιταλικές Αρχές να προχωρήσουν γρήγορα σε πολιτικές και μέτρα υπερ της ανάπτυξης «δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση δαπανών και τη φορολογία, διευρύνοντας δηλαδή τη φορολογική βάση και εισάγοντας νέο φόρο ακινήτων».