κατανάλωσης, οι περιορισμοί στη διακίνηση κεφαλαίων δεν έφθασε στον προορισμό του, με αποτέλεσμα η ελληνική οικονομία να ετοιμάζεται για ένα νέο κύμα λουκέτων και φυγής επιχειρήσεων.
Πέραν από το θρίλερ της Μαρινόπουλος και τα τραγικά συμβάντα που συνόδευσαν την πτώχευση της Jetoil του ομίλου Μαμιδάκη, η αγορά στρέφει πλέον τη προσοχή της στις εταιρείες αυτές που έχουν πληγεί σοβαρά από την επταετή ύφεση, εμφανίζουν υψηλό τραπεζικό δανεισμό, εξαρτώνται σημαντικά από την εγχώρια αγορά και αδυνατούν να αυξήσουν ικανοποιητικά τις πωλήσεις τους από το εξωτερικό. Οι δυσοίωνες προβλέψεις που διατυπώνονται για την πορεία της οικονομίας το επόμενο διάστημα, επαναφέρει τη συζήτηση για το ποιοι είναι οι όμιλοι που θα πρέπει να επιστρατεύσουν κάθε απόθεμα αντοχής για να παραμείνουν όρθιοι.
Παράλληλα, οι τραπεζίτες βλέπουν μπροστά ένα επώδυνο εξάμηνο για τις αναδιαρθρώσεις των “κόκκινων” επιχειρηματικών δανείων. Τόσο διότι πολλές επιχειρήσεις θα κριθούν μη βιώσιμες, όσο και διότι για να σωθούν οι βιώσιμες θα πρέπει να ξεπεραστούν τάχιστα τα εμπόδια που υπάρχουν σήμερα.
Ήδη, άλλοτε μεγάλοι βιομηχανικοί όμιλοι, όπως η ΑΛΟΥΜΥΛ, έχουν βρεθεί τα τελευταία χρόνια σε δεινή θέση λόγω της κατάρρευσης της οικοδομικής δραστηριότητας στην Ελλάδα αλλά και των Βαλκανίων. Τα ανοίγματα σε νέες αγορές αποτέλεσαν διέξοδο για τη βιομηχανία προφίλ αλουμινίου, που πόνταρε πολλά σε νέες αναπτυσσόμενες αγορές προκειμένου να αντισταθμίσει τους τζίρους που έχανε στην Ελλάδα. Έτσι δημιούργησε ένα δίκτυο θυγατρικών εταιρειών, σε δεκάδες χώρες από τη Ρουµανία, Βουλγαρία, Ουγγαρία, Ουκρανία, Σερβία, Μαυροβούνιο, μέχρι την Κύπρο, Αίγυπτο, Γερµανία, Αλβανία, Κόσσοβο, Μολδαβία, Βοσνία, Σκόπια, Γαλλία, ΗΑΕ, Ρωσία, Ελβετία, Τουρκία και Αµερική.
Ωστόσο, η επέκταση των δραστηριοτήτων δεν φαίνεται να έχει αποδώσει ακόμη. Η άλλοτε ισχυρή βιομηχανία παραγωγής προφίλ αλουμινίου συνεχίζει να βαρύνεται σήμερα από σημαντικές υποχρεώσεις που ξεπερνούν τα 237 εκατ. ευρώ (στο τέλος του 2015). Την ίδια περίοδο, ο καθαρός τραπεζικός δανεισμός του ομίλου που ελέγχεται από την οικογένεια Μυλωνά (Γεώργιος Μυλωνάς 48,37% και Ευαγγελία Μυλωνά 21,56%) ανήλθε σε 158 εκατ.ευρώ. Στο σύνολο του 2015 η ΑΛΟΥΜΥΛ πραγματοποίησε πωλήσεις 191,2 εκατ.ευρώ, EBITDA 8,6 εκατ. και προ φόρων ζημίες 7,8 εκατ. (από 11,2 εκατ το 2014).
Οι αριθμοί δείχνουν επίσης επιδείνωση των δεικτών μόχλευσης. Ο δείκτης των συνολικών τραπεζικών υποχρεώσεων προς τα ίδια κεφάλαια παρουσιάζει αύξηση στο 2,85 από 2,53 το 2014 ενώ αύξηση παρουσιάζει ο δείκτης του καθαρού δανεισµού (σύνολο δανειακών υποχρεώσεων µείον τα διαθέσιµα) προς τα λειτουργικά (EBITDA) κέρδη, διαµορφούµενος στο 18,49.
Την ίδια στιγμή, προκαλεί έκπληξη, σύμφωνα με τις οικονομικές καταστάσεις του ομίλου και της εταιρείας, ότι η ΑΛΟΥΜΥΛ ΑΕ δεν έχει ελεγχθεί την τελευταία πενταετία από τις φορολογικές αρχές. Όπως αναφέρεται, η ΑΛΟΥΜΥΛ ΑΕ έχει ελεγχθεί από τις Φορολογικές Αρχές µέχρι την χρήση που έληξε στις 31 ∆εκεµβρίου 2009. Παράλληλα, σημαντικών αριθμός θυγατρικών της, σε Ελλάδα και εξωτερικό, δεν έχει ελεγχθεί ποτέ φορολογικά.
Για το λόγο αυτό, η εισηγμένη έχει προχωρήσει σε, συγκριτικά περιορισμένες, προβλέψεις. Όπως σημειώνεται στις οικονομικές καταστάσεις, “Ο όµιλος και εταιρεία έχουν προβεί στην διενέργεια σχετικής πρόβλεψης ύψους Ευρώ 397 χιλ. περίπου (31.12.2014: 338 χιλ ευρώ) και ευρώ 240 χιλ. περίπου (31.12.2014: 240 χιλ ευρώ) αντίστοιχα για πιθανές µελλοντικές φορολογικές υποχρεώσεις που θα προκύψουν σε µελλοντικό έλεγχο από τις φορολογικές αρχές για τις διαχειριστικές χρήσεις για τις οποίες η µητρική εταιρία και ορισµένες ενοποιούµενες εταιρίες παραµένουν ανέλεγκτες αν και την παρούσα χρονική στιγµή δεν ήταν δυνατόν να προσδιοριστεί µε ακρίβεια το ύψος των επιπλέον φόρων και προστίµων που πιθανόν να επιβληθούν καθώς αυτό εξαρτάται από τα ευρήµατα του φορολογικού ελέγχου”.
Εντύπωση προκαλεί επίσης το γεγονός ότι εν μέσω της εντεινόμενης κρίσης, η εταιρεία αποφάσισε πέρυσι να αυξήσει τις αμοιβές της προς τη διοίκηση και τα μέλη του δ.σ., που αποτελούνται κυρίως από μέλη της οικογένειας Μυλωνά. Ο όµιλος και η εταιρεία κατέβαλλε σε διευθυντικά στελέχη και µέλη της διοίκησης µικτές αποδοχές και αµοιβές ύψους 1,57 εκατ.ευρώ, όταν το αντίστοιχο κονδύλι το 2014 ήταν 1,4 εκατ.ευρώ.
Οι χειρότερες προβλέψεις της αγοράς για ένα μπαράζ ηχηρών λουκέτων αρχίζουν πλέον να επιβεβαιώνονται. Το σήμα κινδύνου που είχε σταλεί από τον επιχειρηματικό κόσμο για τις επιπτώσεις που θα είχε στην αγορά η νέα φορολαίλαπα, η κάθετη υποχώρηση της
Επόμενο άρθρο Η Ρωσία, η Ορθοδοξία και το Οικουμενικό Πατριαρχείο