Συμβ.Πλημ.Πατρών 173/2016 Α΄Δημοσίευση Legalnews24.gr
Περίληψη: Άρση κατάσχεσης φορτηγού που μετέφερε λαθρομετανάστες. Δικαιοδοσία του Συμβουλίου Πλημ/κών για απόδοση του κατασχεθέντος οχήματος. Απόδοση του κατασχεθέντος στην ιδιοκτήτρια εταιρία, η οποία δεν είχε σχέση με την διερευνώμενη πράξη, ούτε είχε ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος του νομίμου εκπροσώπου αυτής.
(Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές, Γεώργιο Αντωνιάδη, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Χαράλαμπο Νυχτοπάτη και Δημοσθένη Ρίζο Πλημμελειοδίκες επί της υπ’ αρ. Ε 2016-132 προτάσεως της Αντεισαγγελέως Πρωτοδικών, Ειρήνης-Δάφνης Σακελλαρίου-Φιλοσώφ).[Η απόφαση δημοσιεύεται με επιμέλεια του Δικηγόρου Πατρών Βασίλη Γαλανόπουλου].
«…Σε όλες τις περιπτώσεις κατάσχεσης μεταγωγικών μέσων, στα οποία οπωσδήποτε περιλαμβάνεται το αυτοκίνητο ως το πιο διαδεδομένο από αυτά, είτε ως αντικειμένων λαθρεμπορίας είτε ως μεταγωγικών μέσων λαθρεμπορευμάτων, λαθρομεταναστών ή ναρκωτικών, είτε ως προϊόντων κλοπής, α) το υπηρεσιακό όργανο, που επέβαλε την κατάσχεση, ή η υπηρεσία στην οποία υπηρετεί αυτό, παραδίδει τα κατασχεθέντα μαζί με αντίγραφο της έκθεσης κατάσχεσης στην τελωνειακή αρχή, στης οποίας την περιφέρεια διαπράχθηκε η λαθρεμπορία ή το αδίκημα της μεταφοράς λαθρομεταναστών ή ναρκωτικών και συντάσσεται σχετική έκθεση παράδοσης και παραλαβής (§1), β) η τελωνειακή αρχή εντός δέκα ήμερων από την αναφερόμενη στην § 2 αποστολή της έκθεσης (επαλήθευσης) στον αρμόδιο εισαγγελέα, υποχρεούται να παραδώσει τα κατασχεθέντα στην πλησιέστερη υπηρεσία του ΟΔΔΥ για φύλαξη με δαπάνες και μέσα του τελευταίου, μαζί με αντίγραφα της έκθεσης κατάσχεσης, της έκθεσης παράδοσης και παραλαβής και της έκθεσης επαλήθευσης, ενώ συντάσσεται και σχετικό πρωτόκολλο παράδοσης και παραλαβής, που αποστέλλεται από την τελωνειακή αρχή στον αρμόδιο εισαγγελέα και, εφόσον είναι δυνατόν, κοινοποιείται και στον καθ’ ού η κατάσχεση (§ 3) και γ) ο ΟΔΔΥ, αμέσως μόλις παραλάβει τα κατασχεθέντα, συντάσσει με τη σύμπραξη τελωνειακού υπαλλήλου έκθεση κοστολόγησης αυτών, για την αξία που έχουν στο εσωτερικό, στην οποία έκθεση αναφέρονται με κάθε λεπτομέρεια τα στοιχεία της ταυτότητας τους και η κατάσταση στην οποία βρίσκονται, και στέλνει αντίγραφο της έκθεσης στην τελωνειακή αρχή και στον εισαγγελέα (§ 4).
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι, στην περίπτωση κατάσχεσης αυτοκινήτου ως αντικειμένου λαθρεμπορίας ή ως μεταγωγικού μέσου λαθρεμπορευμάτων, λαθρομεταναστών ή ναρκωτικών, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρ. 266 § 1 ΚΠΔ, εφόσον δεν παραδίδεται στο γραμματέα του δικαστηρίου, πράξη εξ αντικειμένου δυσχερής, και δεν διορίζεται φύλακας αυτού υπεύθυνος για την ασφαλή φύλαξη του, αλλά αυτή ανατίθεται στον ΟΔΔΥ, με συνέπεια να μην υπάρχει για τα αυτοκίνητα αυτά διακριτική ευχέρεια στα εμπλεκόμενα αρμόδια διωκτικά και δικαστικά όργανα για τον ορισμό ή την αντικατάσταση μεσεγγυούχου αυτών.
Περαιτέρω, κατά τη διάταξη της § 5 του άρ. 177 του Τελωνειακού Κώδικα, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, εάν κατά την κρίση του συντρέχει η, αναφερόμενη στην § 4 του άρ. 160 του ίδιου Κώδικα, περίπτωση μη δήμευσης των κατασχεμένων, μπορεί, μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει, με αμετάκλητη απόφαση του, την άρση της κατάσχεσης και την απόδοση τους στον ιδιοκτήτη. Περίπτωση μη δήμευσης των κατασχεμένων, κατά την § 4 του άρ. 160 του Τελωνειακού Κώδικα, συντρέχει, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, και όταν ο ιδιοκτήτης τους δεν διώκεται ποινικά και, ενόψει του είδους, του τρόπου και των λοιπών περιστάσεων της συναλλαγής, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι ήταν μέσο ή αντικείμενο λαθρεμπορίας ή συναφούς με αυτή πράξης. Η διάταξη βέβαια αυτή αναφέρεται στον ιδιοκτήτη οχήματος που ήταν προϊόν ή μέσο λαθρεμπορίας, χωρίς να επεκταθεί μετά την εφαρμογή των διατάξεων του άρ. 177 και σε άλλες κατηγορίες οχημάτων.
Κατ’ ανάλογη εφαρμογή της δικονομικής διάταξης της § 5 του άρ. 177, όμως, θα πρέπει να γίνει δεκτό ότι, για την απόδοση του οχήματος που κατασχέθηκε ως μεταγωγικό μέσο μεταφοράς λαθρομεταναστών, με αμετάκλητο βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών, θα πρέπει να μην συντρέχει περίπτωση δήμευσης αυτού, κατά την ανάλογη ουσιαστική ποινική διάταξη του νόμου περί της εισόδου, διαμονής και κοινωνικής ένταξης υπηκόων τρίτων χωρών στην Ελληνική επικράτεια. Η διάταξη αυτή είναι η § 10 του άρ. 88 Ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε από το άρ. 30 Ν. 4231/2014 ( «Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης και λοιπές διατάξεις».) και τροπ. με το άρθρο 57 Ν·4356/2015 (ΦΕΚ A 181/24.12.2105) «10. Περιουσία που αποτελεί προϊόν της εγκληματικής δραστηριότητας του παρόντος άρθρου, καθώς και των παραγράφων 5, 6 και 8 του άρθρου 29 ή που αποκτήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο από προϊον τέτοιας εγκληματικής δραστηριότητας ή περιουσία που χρησιμοποιήθηκε, εν όλω ή εν μέρει, ή προορίζονταν να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση της παραπάνω εγκληματικής δραστηριότητας κατάσχεται και μπορεί να δημευθεί με την καταδικαστική απόφαση αν ανήκει στον αυτουργό ή σε οποιονδήποτε από τους συμμέτοχους. Αν το δικαστήριο, αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτημα διαδίκου ή τρίτου, κρίνει ότι η δήμευση που θα επιβληθεί στον καταδικασθέντα θα αποστερήσει τον ίδιο ή τρίτους, ιδίως την οικογένειά του, από πράγμα που εξυπηρετεί τον αναγκαίο βιοπορισμό τους και ότι υπάρχει κίνδυνος να προκληθεί σε αυτούς υπέρμετρη και ανεπανόρθωτη βλάβη, δεν επιβάλλει αυτήν. Η απόδοση περιουσίας στον ιδιοκτήτη της γίνεται σύμφωνα με τα άρθρα 310 παράγραφος 2 και 373 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Σε περίπτωση που η περιουσία ή το προϊόν κατά το πρώτο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4.000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του ίδιου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος».
Για να μπορεί να αποδοθεί, επομένως, αυτοκίνητο, που κατασχέθηκε ως μέσο μεταφοράς λαθρομεταναστών, θα πρέπει κατ’ αρχήν να μην έχει ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον του ιδιοκτήτη, δηλαδή να μην έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο, ή, τώρα που το έγκλημα της μεταφοράς λαθρομεταναστών διώκεται μόνο σε βαθμό κακουργήματος, να μην έχει κληθεί από τον ανακριτή ως κατηγορούμενος. Η δικαιοδοσία, όμως, του συμβουλίου για απόδοση του κατασχεθέντος οχήματος υπάρχει μόνον εάν η μεν υπόθεση δεν έχει ακόμη εισαχθεί στο ακροατήριο του αρμόδιου πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, το δε αντικείμενο ή μεταγωγικό μέσο δεν εκποιήθηκε ούτε διατέθηκε από τον ΟΔΔΥ, κατά τις διατάξεις της § 7 του άρ. 177 του Τελωνειακού Κώδικα.
Υποστηρίζεται βέβαια η άποψη ότι, σε περίπτωση κατάσχεσης πράγματος και συγκεκριμένα οχήματος ως μεταφορικού μέσου ναρκωτικών ουσιών ή λαθρομεταναστών, όταν η τελούμενη πράξη προβλέπεται στις διατάξεις των άρ. 20 έως και 24 Ν. 3459/2006 «Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά» ή του άρ. 88 § 1 Ν. 3386/2005, όπως αντικαταστάθηκε με το άρ. 30 § 1 Ν. 4251/2014 αντίστοιχα, πρόκειται δηλαδή περί κακουργήματος, το δικαστικό συμβούλιο δεν έχει την ευχέρεια να άρει την κατάσχεση αυτή, καθόσον, ενόψει των διατάξεων των άρ. 37 § 1 του «Κώδικα Νόμων για τα Ναρκωτικά» και αρ. 88 § 10 Ν. 3386/2005 και ήδη αρ. 30 § 10 Ν. 4251/2014 το δικαστήριο, που θα δικάσει την υπόθεση έχει τη δυνατότητα να επιβάλει την παρεπόμενη ποινή της δήμευσης, δυνατότητα την οποία θα στερηθεί ανεπίτρεπτα αν η κατάσχεση αρθεί και το κατασχεθέν αποδοθεί στον ιδιοκτήτη του κατά την προδικασία, ώστε το δικαστικό συμβούλιο δεν είναι αρμόδιο να αποφασίσει για την άρση της κατάσχεσης, διότι έτσι θα προκαταλάβει την κρίση του αρμόδιου δικαστηρίου (βλ. σχετ. ΣυμβΠλημθεσ 850/2008 Αρμ. 2008, 1743, ΣυμβΠλημθεσπρ 22/2008 Αρμ. 2009, 421 με αντίθετη, όμως, εισαγγελική πρόταση, ΣυμβΠλημΧίου 44/2008 ΠοινΔνη 2009, ΣυμβΠλημΑΘ 1554/2007 ΠοινΧρ 2008, 163, ΣυμβΠλημθεσπρ 58/2003 Α δημοσίευση Νομος, ΣυμβΠλημΓρεβ 25/2001 ΠοινΧρ 2001, 1103).
Σύμφωνα με την άποψη αυτή, όμως, θεωρείται ότι οι συνδυασμένες διατάξεις των §§ 11 και 5 του άρ. 177 του ισχύοντος Τελωνειακού Κώδικα δεν μπορούν να τύχουν εφαρμογής τόσο όταν κατάσχεται όχημα ως μεταφορικό μέσο ναρκωτικών, όσο και λαθρομεταναστών και λαθρεμπορευμάτων. Αρνείται, δηλαδή, η εν λόγω άποψη την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρητής νόμιμης πρόβλεψης, η οποία είναι ειδικότερη του άρ. 76 ΠΚ, αφού η εφαρμογή της προβλέπεται μόνο για συγκεκριμένα εγκλήματα και όχι για όλα, χωρίς να επικαλείται κάποιο νόμιμο λόγο μη εφαρμογής της, π.χ. αντισυνταγματικότητα. Το εντελώς παράδοξο είναι ότι το άρ. 177 του Τελωνειακού Κώδικα προβλέπει την αρμοδιότητα του συμβουλίου, και μάλιστα μόνον αυτού των πλημμελειοδικών, εξαιρετικά μόνο για τρία εγκλήματα, ήτοι της λαθρεμπορίας, της μεταφοράς λαθρομεταναστών και της μεταφοράς ναρκωτικών, για τα οποία οι ποινικές διατάξεις προβλέπουν την παρεπόμενη ποινή της δήμευσης, ότι μόνο το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει περί της τύχης του κατασχεθέντος μεταφορικού μέσου. Στην πραγματικότητα βέβαια το δικαστήριο είναι το μόνο που μπορεί να επιβάλει την ποινή της δήμευσης, χωρίς να ανατίθεται σε άλλο όργανο η επιβολή της ποινής αυτής.
Παράλληλα, η ίδια άποψη εφαρμόζει, από ολόκληρο το άρ. 177, μόνο τη, δυσμενέστατη για το μη διωκόμενο ποινικά ιδιοκτήτη κατασχεθέντος οχήματος, διάταξη της § 14, με την οποία απαγορεύεται ο ορισμός άλλου μεσεγγυούχου πλην του ΟΔΔΥ. Η κύρια δικαιολογητική βάση της άποψης ότι το συμβούλιο δεν έχει αρμοδιότητα να αποφασίσει την άρση της κατάσχεσης είναι ο κίνδυνος το αρμόδιο δικαστήριο να κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση δήμευσης του μεταφορικού μέσου και αυτό να έχει αποδοθεί στον ιδιοκτήτη του, με συνακόλουθο επιβλαβές αποτέλεσμα να μην είναι δυνατή η επιβολή και η εκτέλεση της παρεπόμενης ποινής της δήμευσης. Στο πρόβλημα, όμως, αυτό δίνει λύση η § 6 του άρ. 177 του Τελωνειακού Κώδικα, σύμφωνα με την οποία «Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών μπορεί επίσης, μετά από αίτηση του ιδιοκτήτη, να διατάξει, με αμετάκλητη απόφαση του, την άρση της κατάσχεσης και την απόδοση των κατασχεμένων στον ιδιοκτήτη, εφόσον αυτά δεν έχουν εκποιηθεί ή διατεθεί και υπό τον όρο της κατάθεσης χρηματικής εγγύησης ισόποσης με την αξία, που έχουν στο εσωτερικό, προκειμένου η εγγύηση αυτή να επέχει θέση αξίας του κατασχεμένου και υπόκειται στη δήμευση, που προβλέπεται από το άρθρο 160 του παρόντα Κώδικα».
Σε συμφωνία προς τις ειδικότερες διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα και προς άρση πάσης αμφισβήτησης, έλαβε χώρα και η πρόσφατη τροποποίηση της ειδικής διάταξης του άρθρου 10 του Ν. 4251/2014, περί κατασχεθέντων περιουσιακών στοιχείων που χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο τέλεσης των αξιόποινων πράξεων του άρθρου 30 § 1 του ιδίου νόμου «Σε περίπτωση που η περιουσία ή το προϊόν κατά το πρώτο εδάφιο υπερβαίνει τις τέσσερις χιλιάδες (4000) ευρώ και δεν είναι δυνατόν να κατασχεθεί, κατάσχονται και δημεύονται υπό τους όρους του ίδιου εδαφίου περιουσιακά στοιχεία ίσης αξίας προς εκείνη της προαναφερθείσας περιουσίας ή του προϊόντος». (Με την τροποποίηση που εισάγεται με το άρθρο 57 του σχεδίου νόμου προσαρμόζεται η ειδική διάταξη του ν. 4251/2014 για την παρεπόμενη ποινή της δήμευσης στη γενική διάταξη του άρθρου 76 παράγραφος 1 του Π.Κ., ώστε αυτή να μπορεί να επιβληθεί μόνο εις βάρος του αυτουργού ή των συμμετόχων του εγκλήματος. Έτσι, διαφυλάσσεται η αρχή nullumcrimennullapoenasinelege (άρθρο 7 § 1 του Συντάγματος) και η αρχή της ενοχής (άρθρο 2 § 1 του Συντάγματος), αφού για την επιβολή της δήμευσης δεν αρκεί όπως πριν η απλή γνώση της σχετικής εγκληματικής δραστηριότητας εκ μέρους τρίτου που, άλλωστε, δεν περιγράφεται ως αυτοτελής αξιόποινη συμπεριφορά σε ποινικό νόμο.
Περαιτέρω, η προστασία του αμέτοχου τρίτου έναντι της αποστέρησης της περιουσίας του επιβάλλεται και σύμφωνα με τα άρθρα 7 παράγραφοι 3 και 17 του Συντάγματος. Εξάλλου, κατ εκτίμηση της αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 § ιδ του Συντάγματος) εισάγεται η πρόβλεψη ότι, όταν η δήμευση που επίκειται να επιβληθεί κρίνεται από το δικαστήριο ότι μπορεί να επιφέρει αποστέρηση της χρήσης πράγματος που συνδέεται με τον αναγκαίο βιοπορισμό του ίδιου του δράστη ή τρίτων, ιδίως της οικογένειάς του ή ενδεχομένως ακόμη και συνεργάτη του στη χρήση του εν λόγω πράγματος, τότε το δικαστήριο μπορεί εκτιμώντας την ανεπανόρθωτη βλάβη που θα τους επιφέρει αυτή, μπορεί να μην την επιβάλλει – αιτιολογική έκθεση Ν. 4356/2015). Επομένως, στην περίπτωση που το συμβούλιο άρει την κατάσχεση του μεταφορικού μέσου και αποδώσει αυτό στο μη διωκόμενο ιδιοκτήτη του, και κατόπιν το αρμόδιο για την εκδίκαση της κύριας κατηγορίας δικαστήριο κρίνει ότι αυτό θα πρέπει να επιβάλει και την παρεπόμενη ποινή της δήμευσης, πλην, όμως, αυτή θα είναι άνευ αντικειμένου, δύναται αντί για τη δήμευση να επιβάλει τη δήμευση ισάξιων περιουσιακών στοιχείων, προς την αξία του κατασχεθέντος και αποδοθέντος μεταφορικού μέσου, κατά το συνδυασμό των προαναφερόμενών διατάξεων. (λαμβάνοντας υπόψιν ΣυμβΠλημΚαβ 35/2011, δημ. ΤΝΠ Νόμος)…
Στην προκειμένη περίπτωση, κατόπιν αυτεπάγγελτης αστυνομικής προανάκρισης από τους προανακριτικούς υπάλληλους του κεντρικού λιμεναρχείου Πατρών, με την υπ αριθμ. ΘΦ16/43 παραγγελία μας διεξήχθη κυρία ανάκριση από τον Ανακριτή του Α’ τμήματος του Πρωτοδικείου Πατρών για την αξιόποινη πράξη της αποδοχής για μεταφορά αλλοδαπών υπηκόων τρίτης χώρα, στερούμενων των νόμιμων ταξιδιωτικών εγγράφων με σκοπό τη παράνομη έξοδο τους από τη χώρα (κατά τις διατάξεις των άρθρων 1,12,14,16,18,26 § 1α 27 § 1, 51, 52, 57, 79 ΠΚ και αρ. 30 § 1 του Ν. 4251/2014) κατά του …, εργαζόμενου ως οδηγού στην αιτούσα εταιρεία. Ο κατηγορούμενος φέρεται ότι την 19/4/2016 και περί ώρα 17 30 μ.μ, κατελήφθη από τους αρμόδιους λιμενικούς υπαλλήλους, στη πύλη εισόδου οχημάτων του νοτίου λιμένα Πατρών, έχει προβεί στη μεταφορά έξι προσώπων, τα οποία δεν ήταν εφοδιασμένα με τα απαραίτητα ταξιδιωτικά έγγραφα, διά της απόκρυψης τους εντός κατασκευασθείσας κρύπτης στα οχήματα, ιδιοκτησίας της αιτούσας και ειδικότερα εντός τράκτορα με επικαθήμενο semitrailer με μουσαμά, τα οποία μετέφεραν τα εμπορεύματα της αιτούσας (φελιζόλ).
Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα έγγραφα που επισυνάπτονται στην υπό κρίση αίτηση, όντως το φορτίο του οχήματος περιλάμβανε πλείστα κιλά με αναγραφόμενο περιεχόμενο από «αγαθά – χημικές ύλες – Polystyren», τα οποία αντιστοιχούν στα μεταφερόμενα εμπορεύματα της αιτούσας εταιρείας, κατά τρόπο που καταδεικνύει ότι η μεταφορά του προϊόντος (φελιζόλ) ήταν πράγματι το αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής και παράδοσης της αιτούσας εταιρείας προς παραλήπτες στην Ιταλία με ορισθείσα ημέρα εκφόρτωσης την 2.4.2016 και ότι το περιεχόμενο του φορτίου (φελιζόλ) δεν χρησιμοποιήθηκε ως τρόπος απόκρυψης των μεταφερόμενων προσώπων. Από τα ως άνω δεδομένα, προκύπτει ότι η ιδιοκτήτρια εταιρεία και ήδη αιτούσα, δεν έχει ουδεμία σχέση με την παραπάνω διερευνώμενη πράξη, ούτε έχει ασκηθεί ποινική δίωξη εις βάρος του νομίμου εκπροσώπου αυτής.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΠΡΟΤΕΙΝΩ: Να γίνει δεκτή η από 15.52016 αίτηση της εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την … εδρεύουσας στο Πέτριτς Βουλγαρίας, νομίμως εκπροσωπούμενης, με την οποία ζητείται η άρση κατασχέσεως των οχημάτων…»
Συνεπώς, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει δεκτή και κατ’ ουσίαν και να διαταχθεί η άρση της κατάσχεσης των οχημάτων της αιτούσας και η απόδοσή τους σε αυτή.