Οι κινεζικές κρατικές εταιρείες δραστηριοποιούνται όλο και περισσότερο στην υποσαχάρια Αφρική και κυριαρχούν στη βιομηχανία υδροηλεκτρικών φραγμάτων.
Η Κίνα, αφού έδωσε πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια σε μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους
εντός των συνόρων της μέσα σε μόλις δύο δεκαετίες, αναδύεται τώρα ως ένας από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές έργων ενέργειας στην υποσαχάρια Αφρική, όπου περίπου 635 εκατομμύρια άνθρωποι παραμένουν χωρίς ηλεκτρισμό.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων πέντε ετών, οι κινεζικές εταιρείες εγκατέστησαν 7 γιγαβάτ στην αφρικανική ήπειρο, αντιπροσωπεύοντας το 30% των νέων εγκαταστάσεων, σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας. Μία στις πέντε νέες μονάδες παραγωγής ενέργειας προμηθεύει απευθείας κάποια τοπική βιομηχανία, όπως παραγωγή τσιμέντου ή βιομάζας.
Τα υδροηλεκτρικά φράγματα αντιπροσωπεύουν το 50% της εγκατεστημένης ισχύος που κατασκευάστηκε ή σχεδιάστηκε από κινεζικές επιχειρήσεις αυτή τη δεκαετία. Τα έργα αυτά πολλές φορές συνοδεύονται από αμφιλεγόμενες ενέργειες, όπως η αναγκαστική μετεγκατάσταση 1.216 ανθρώπων στη βόρεια Γκάνα, προκειμένου να προστεθούν στο δίκτυο 400 μεγαβάτ μέσω νέου έργου στην περιοχή.
Μια άλλη κοινή καταγγελία στα έργα αυτά, είναι η συστηματική χρησιμοποίηση Κινέζων εργατών, η οποία στερεί ευκαιρίες εργασίας στους ντόπιους, ο πληθυσμός των οποίων κατά κανόνα υποφέρει από υψηλά ποσοστά ανεργίας. Το αντεπιχείρημα των κινεζικών εταιρειών είναι ότι η έλλειψη δεξιοτήτων που απαιτούνται για τη λειτουργία και τη συντήρηση τέτοιων έργων μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα των σταθμών παραγωγής ενέργειας.
Η έκθεση προτείνει μια σειρά από πρωτοβουλίες κατάρτισης του τοπικού πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένου, ωστόσο, ενός κέντρου μεταφοράς τεχνολογίας στο Ναϊρόμπι που θα χρηματοδοτηθεί από Κινέζους και Κενυάτες επενδυτές.