Οι αναλυτές στη μελέτη βιωσιμότητας αναμένεται να ζητήσουν και πάλι ποσοτικοποιημένα μέτρα
Του Θάνου Τσίρου
Η δημοσίευση της μελέτης βιωσιμότητας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου θα αποτελέσει το επόμενο στάδιο των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στην ελληνική κυβέρνηση και στους θεσμούς όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού
Μετά τις επίσημες δηλώσεις περί αναγκαιότητας διευθέτησης του ελληνικού χρέους μέχρι το τέλος του χρόνου -την άποψη υιοθέτησε τόσο ο Γάλλος επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί όσο και ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου- το ενδιαφέρον επιστρέφει στην προώθηση των «προαπαιτούμενων» για το οριστικό κλείσιμο της 1ης αξιολόγησης (με την εκταμίευση και των υπόλοιπων 2,8 δισ. ευρώ), αλλά και της 2ης.
Η δημοσίευση της μελέτης του ΔΝΤ θα λαμβάνει υπόψη τα νέα δεδομένα που δημιουργήθηκαν μετά τη συμφωνία της 24ης Μαΐου στο Eurogroup, αλλά και τις υποσχέσεις των Ευρωπαίων για λήψη βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων μέτρων (σ.σ.: στην τελευταία κατηγορία ανήκει ο λεγόμενος «κόφτης» χρέους, που δεν επιτρέπει στις ετήσιες δαπάνες για την εξυπηρέτηση των δανειακών υποχρεώσεων, συμπεριλαμβανομένων και των καταβολών για τα έντοκα γραμμάτια, να ξεπερνούν το 15%).
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η έκθεση αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα μετά τον Οκτώβριο, προς το τέλος της β’ αξιολόγησης.
Άλλωστε, με βάση τον μέχρι τώρα προγραμματισμό, η συζήτηση για το ελληνικό χρέος θα ανοίξει αφού ανάψει το «πράσινο φως» από το Eurogroup για την εκταμίευση της επόμενης δόσης, το ύψος της οποίας εκτιμάται στα 6 δισ. ευρώ (σ.σ.: ανεπισήμως, διότι -σύμφωνα με τον κ. Μοσκοβισί- η συζήτηση επί του θέματος δεν έχει ανοίξει ακόμη).
Τα συμπεράσματα
Παρά το γεγονός ότι βρισκόμαστε τουλάχιστον τρεις μήνες πριν από τη δημοσίευση της έκθεσης, δεν αναμένονται μεγάλες εκπλήξεις όσον αφορά το περιεχόμενο της ανάλυσης.
Τα συμπεράσματα αναμένεται να είναι παρόμοια με αυτά στα οποία κατέληξε και η προηγούμενη μελέτη βιωσιμότητας, η οποία και δημοσιεύτηκε στις 23 Μαΐου, μία ημέρα πριν από το κρίσιμο Eurogroup, όπου επιτεύχθηκε η συμφωνία για την ολοκλήρωση της α’ αξιολόγησης.
Η συμφωνία της 24ης Μαΐου δεν περιλαμβάνει «μετρήσιμα» μέτρα για τη διευθέτηση του χρέους, ενώ το πλαφόν του 15% που συμπεριελήφθη στην απόφαση του Eurogroup δεν αλλάζει δραματικά τα δεδομένα, τουλάχιστον για την περίοδο μέχρι το 2020.
Έτσι, συντάσσοντας το «βασικό σενάριο», οι αναλυτές του ΔΝΤ αναμένεται να ζητήσουν και πάλι ποσοτικοποιημένα μέτρα για το χρέος, αλλά και παρεμβάσεις στους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων για την περίοδο μετά το 2018.
Αδύνατη η διατήρηση
Υπενθυμίζεται ότι το ΔΝΤ έχει χαρακτηρίσει αδύνατη τη διατήρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος στο όριο του 3,5% για μακρά χρονική περίοδο, ενώ αμφισβητεί και τη δυνατότητα της Ελλάδας να φτάσει στο 3,5% μέχρι το 2018. Μάλιστα, έχει κατεβάσει τον πήχη στο 1,5% του ΑΕΠ τη στιγμή που και η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται με κεντρικό αίτημά της μείωση του πλεονάσματος στο επίπεδο του 2% για την περίοδο μετά το 2018.
Η κορύφωση της αναλογίας του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ αναμένεται φέτος, καθώς εκτιμάται ότι η χρονιά θα κλείσει με τον σχετικό δείκτη στο 182%-183%. Από το επόμενο έτος αναμένεται ότι θα αρχίσει η αποκλιμάκωση, υπό την προϋπόθεση ότι θα επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για ανάπτυξη 2,7% (και μικρή ύφεση 0,3% το 2016), αλλά και για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 1,75% το 2017 (από 0,5% το 2016).