«Οι διεθνείς δραστηριότητες των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να διαδραματίσουν εφεξής ελάσσονα ρόλο στη διαμόρφωση των συνολικών μεγεθών τους, περιορίζοντας, ωστόσο, παράλληλα και την έκθεσή τους στους συνεπαγόμενους
κινδύνους (γεωπολιτικό, κίνδυνο χώρας κ.λπ.)», επισημαίνεται στη μελέτη της Τράπεζας της Ελλάδος, με θέμα «Επισκόπηση του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος-Ιούλιος 2016».
Στην ανάλυση αναφέρεται ότι η παρουσία των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στις χώρες της Νοτιοανατολικής (ΝΑ) Ευρώπης και την Τουρκία μειώθηκε αισθητά, τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας αφενός της πώλησης θυγατρικών τους και αφετέρου της σταδιακής απομόχλευσης του ενεργητικού τους.
Αναλυτικότερα, οι ελληνικές τράπεζες αποχώρησαν από τις αγορές της Πολωνίας και της Τουρκίας, οι οποίες το 2010 αντιπροσώπευαν το 36% των συνολικών δανείων τους στην περιοχή της ΝΑ Ευρώπης και της Τουρκίας. Παράλληλα, μείωση κατά 21% την περίοδο 2010-2015 εμφάνισαν τα δάνεια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στις υπόλοιπες χώρες της περιοχής όπου εξακολουθούν να διατηρούν παρουσία. Οι εξελίξεις αυτές είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση της σημασίας των διεθνών δραστηριοτήτων των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στα συνολικά τους μεγέθη.
Το 2010 η δραστηριότητα των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στη ΝΑ Ευρώπη και Τουρκία παρουσίαζε κέρδη προ φόρων (692 εκατ. ευρώ), εκ των οποίων 524 εκατ. ευρώ αφορούσαν στη Finansbank, τη θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας στην Τουρκία, ενώ οι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι παρουσίαζαν ζημιές.
Το 2015 οι ζημίες των ελληνικών τραπεζικών ομίλων από τις δραστηριότητές τους στη ΝΑ Ευρώπη αποτελούσαν το 3% των συνολικών ζημιών. Τα εποπτικά ίδια κεφάλαια των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στη ΝΑ Ευρώπη και Τουρκία μειώθηκαν κατά 46% την περίοδο 2010-2015 και το σταθμισμένο ως προς τον κίνδυνο ενεργητικό κατά 62%.
Η μείωση της συμμετοχής των διεθνών δραστηριοτήτων των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στα συνολικά τους μεγέθη στο πλαίσιο των εγκεκριμένων από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδίων αναδιάρθρωσής τους, αποκτά πρόσθετη σημασία αν συνυπολογιστεί η δυναμική που εμφάνιζαν οι εν λόγω δραστηριότητες την περίοδο 2000-2009 και οι προοπτικές για την περιοχή όπως διαφαίνονταν τότε.
Επιπροσθέτως, οι ελληνικές τράπεζες έχουν δεσμευθεί για περαιτέρω διερεύνηση των στρατηγικών δυνατοτήτων τους στο πλαίσιο των προαναφερθέντων σχεδίων αναδιάρθρωσής τους. Επομένως, εκτιμάται στην ανάλυση, οι διεθνείς δραστηριότητες των ελληνικών τραπεζών αναμένεται να διαδραματίσουν εφεξής ελάσσονα ρόλο στη διαμόρφωση των συνολικών μεγεθών τους, περιορίζοντας, ωστόσο, παράλληλα και την έκθεσή τους στους συνεπαγόμενους κινδύνους (γεωπολιτικό, κίνδυνο χώρας κ.λπ.).
Η εκτίμηση αυτή συνάδει και με τις χρηματοπιστωτικές συνθήκες και προοπτικές των χωρών της ΝΑ Ευρώπης. Το 2015, ενώ οι εν λόγω οικονομίες κατέγραψαν θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι ρυθμοί πιστωτικής επέκτασης κινήθηκαν σε ιδιαίτερα χαμηλά ή και αρνητικά επίπεδα (εκτός από την ΠΓΔΜ).
Δεύτερη σημαντικότερη εξέλιξη ως προς τις διεθνείς δραστηριότητες των ελληνικών τραπεζών, αναφέρεται στην μελέτη, αποτέλεσε η επιδείνωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου τους εξαιτίας:
– της επιδείνωσης των μακροοικονομικών συνθηκών στις εν λόγω χώρες, οι περισσότερες εκ των οποίων εμφάνισαν ύφεση μετά το ξέσπασμα της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης,
– της χειροτέρευσης της οικονομικής θέσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών,
– της ανατίμησης του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ και των τοπικών νομισμάτων, που επηρέασε δυσμενώς τη δανειακή επιβάρυνση των δανειοληπτών με δάνεια που συνδέονται με αυτό,
– των δυσμενών εξελίξεων στην Κύπρο.
– της χειροτέρευσης της οικονομικής θέσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών,
– της ανατίμησης του ελβετικού φράγκου έναντι του ευρώ και των τοπικών νομισμάτων, που επηρέασε δυσμενώς τη δανειακή επιβάρυνση των δανειοληπτών με δάνεια που συνδέονται με αυτό,
– των δυσμενών εξελίξεων στην Κύπρο.
Ειδικότερα, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στις διεθνείς δραστηριότητες των ελληνικών τραπεζικών ομίλων, σε συγκρίσιμη βάση (δηλαδή χωρίς την Πολωνία και την Τουρκία), αυξήθηκαν κατά 105% (2010: 4,15 δισεκ. ευρώ, 2015: 8,5 δισεκ. ευρώ), μολονότι το συνολικό υπόλοιπο των δανείων μειώθηκε κατά 21%. Ο μέσος ρυθμός αύξησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων για τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης και την Τουρκία για την περίοδο 2010-2015 ανήλθε σε 12%.
Τα έτη 2011- 2012 παρατηρείται ρυθμός αύξησης 21%- 31% ο οποίος μειώνεται σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Αξίζει, ωστόσο, να επισημανθεί ότι η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις δυσμενείς εξελίξεις στην Κύπρο – αν δεν συνυπολογιστεί η Κύπρος, σε συγκρίσιμη βάση, η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων περιορίζεται στο 58% την εν λόγω περίοδο. Το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, σε συγκρίσιμη βάση, ανήλθε σε 30% το 2015 από 11% το 2010.
Μεγαλύτερη αύξηση παρουσιάστηκε στο λόγο των επιχειρηματικών δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των επιχειρηματικών δανείων, ο οποίος αυξήθηκε από 12% το 2010 σε 34% το 2015. Ωστόσο, όπως αναφέρεται στην ανάλυση, αυξήθηκαν σημαντικά οι συσσωρευμένες προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο των ελληνικών τραπεζικών ομίλων για τις δραστηριότητες εξωτερικού, με αποτέλεσμα το ποσοστό κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων δανείων από συσσωρευμένες προβλέψεις για το 2015 να διαμορφωθεί στο 67%. Το αντίστοιχο ποσοστό κάλυψης στην Ελλάδα ανέρχεται σε 53% το 2015.
Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες είχαν να αντιμετωπίσουν και πιέσεις στη ρευστότητά τους. Σε συγκρίσιμη βάση, οι καταθέσεις των ελληνικών τραπεζικών ομίλων μειώθηκαν κατά 31% (2010: 35,8 δισεκ. ευρώ, 2015: 24,7 δισεκ. ευρώ) στις χώρες της ΝΑ Ευρώπης. Η μείωση αυτή εν μέρει οφείλεται στην αβεβαιότητα για τις εξελίξεις στην Ελλάδα και στα προβλήματα που αντιμετώπισε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Ωστόσο, το χρηματοδοτικό κενό των ελληνικών τραπεζικών ομίλων στις εν λόγω χώρες ανήλθε σε 6,3 δισεκ. ευρώ το 2015 παρουσιάζοντας μείωση κατά 62% από το 2010, γεγονός που αντανακλά την πολιτική των μητρικών τραπεζών να υποστηρίζουν με ρευστότητα τις θυγατρικές και τα υποκαταστήματά τους στο εξωτερικό.