Με γρήγορο ρυθμό, η Τουρκία έχει επαναρυθμίσει την πολιτική της έναντι της Ρωσίας και του Ισραήλ. Ορισμένοι λένε ότι η Αίγυπτος είναι η επόμενη. Η ικανότητα της
Τουρκίας να κάνει απότομες στροφές με γρήγορη ταχύτητα είναι πάντα εντυπωσιακή, και αυτή τη φορά, άφησε την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες όχι απλώς να αποδεχθούν απρόθυμα, αλλά να αναρωτιούνται για τα επόμενα βήματα.
Οι άμεσοι λόγοι για τους οποίους η Τουρκία έφτιαξε τις σχέσεις της με το Ισραήλ είναι μάλλον απλοί. Ένας υποθαλάσσιος αγωγός που φέρνει το ισραηλινό αέριο στις τουρκικές ακτές είναι αμοιβαίου ενδιαφέροντος διαφοροποιώντας τις προμήθειες της Τουρκίας και τονώνοντας την θέση της ως προμηθευτής από πολλαπλές πηγές στην Ευρώπη, προσφέροντας ταυτόχρονα στο Ισραήλ μια πολυπόθητη έξοδο. Ο τουρισμός θα μπορούσε να ανακάμψει ξανά, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρχουν τα κατάλληλα μέτρα ασφαλείας. Επιπλέον, η συνεργασία κατά της τρομοκρατίας θα μπορούσε να φέρει χρήσιμες πληροφορίες στην Τουρκία, ενώ η στρατιωτική συνεργασία (συμβόλαια και εκπαίδευση) θα μπορούσαν να ξαναρχίσουν.
Η εξομάλυνση των σχέσεων δεν θα σημαίνει απαραιτήτως μεγάλη αρμονία μεταξύ των δύο χωρών. Ο αποκλεισμός της Γάζας παραμένει μια μεγάλη ανησυχία για την τουρκική ηγεσία, και η εγγύτητα της Άγκυρας με την παλαιστινιακή ισλαμιστική οργάνωση Χαμάς, προκαλεί ακόμη πονοκεφάλους στο Ισραήλ.
ΟΙ λόγοι για τους οποίους η Τουρκία έφτιαξε τις σχέσεις με την Ρωσία, είναι παρόμοιοι. Ο τουρισμός είναι απολύτως αναγκαίος -οι αφίξεις Ρώσων υποχώρησαν κατά 92% μετά από την κατάρριψη ενός ρωσικού βομβαρδιστικού αεροσκάφους από την Τουρκία το Νοέμβριο του 2015. Στο μεταξύ, ένας αγωγός αερίου από την Ρωσία στην Τουρκία, είναι πολυπόθητος. Οι τουρκικές εξαγωγές και τα κατασκευαστικά συμβόλαια στην Ρωσία θα φέρουν επιπλέον έσοδα σε μια περίοδο υποτονικής οικονομικής δραστηριότητας. Ακόμη πιο σημαντική θα είναι η συνεργασία κατά της τρομοκρατίας μετά από την επίθεση στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης στις 29 Ιουνίου, της οποίας οι τρομοκράτες από το Νταγκεστάν και την Κεντρική Ασία αναφέρθηκαν ως οι κύριοι ύποπτοι.
Ωστόσο, η Μόσχα και η Άγκυρα ίσως να μην συμφωνήσουν σύντομα σε ό,τι αφορά τη στρατηγική προς μια συριακή διευθέτηση. Η Τουρκία θα μπορούσε να δεχθεί σιωπηρά την συριακή πολιτική πραγματικότητα, ότι ο Bashar al-Assad δεν θα φύγει γρήγορα. Αλλά μια μεγάλη απόκλιση θα παραμείνει για τον ρόλο -στρατιωτικό τώρα, πολιτικό αργότερα- που θα δοθεί στους Κούρδους της Συρίας στην λύση που θα δοθεί συνολικά για την χώρα.
Πιο γενικά, η Άγκυρα πιθανώς αισθάνθηκε ότι η διπλωματική μοναξιά, ίσως δεν ήταν πλέον τόσο πολύτιμη όσο θεωρούνταν κάποτε. Βεβαίως, η γειτονιά της Τουρκίας είναι εξαιρετικής δυσκολίας, και ήταν δύσκολο να μείνει αλώβητη από τις χαοτικές εξελίξεις, ιδιαίτερα όταν παρουσιάστηκε ένα μείγμα ύβρεων, επικίνδυνων υποθέσεων και θρησκευτικών αιτιών.
Έχουν εξαχθεί κάποια συμπεράσματα: η φιλόδοξη πολιτική του πρώην πρωθυπουργού της Τουρκίας, Ahmet Davutoglu, για μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες, αντικαταστάθηκε γρήγορα από την πιο μετριοπαθή στάση του διαδόχου του, Binali Yildirim, για “αύξηση του αριθμού των φίλων και μείωση του αριθμού των εχθρών”. Το συμπέρασμα είναι ότι τα λεφτά, η ενέργεια και η αντιμετώπιση της τρομοκρατίας κυριάρχησαν έναντι αυτού που ονόμασε ο Yildirim, “κενό και ανούσιο λόγο”.
Οι πρόσφατες αποφάσεις της Τουρκίας είναι ευπρόσδεκτες στην Ουάσιγκτον και τις πρωτεύουσες της ΕΕ, αλλά οι πιο σημαντικές εξελίξεις βρίσκονται ακόμη μπροστά μας. Θα κάνει η Άγκυρα μια αποφασιστική κίνηση εναντίον του Ισλαμικού Κράτους -κλείνοντας τα σύνορα με τη Συρία στους τζιχαντιστές, στο λαθρεμπόριο όπλων και πετρελαίου- παρά τον κίνδυνο αντιποίνων; Θα δεχθεί η Άγκυρα να εξετάσει τον κρίσιμο ρόλο που διαδραματίζουν οι Κούρδοι της Συρίας στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους παρά το αφήγημα για τους ιδεολογικούς τους δεσμούς με το τουρκικό κουρδικό ΡΚΚ;
Εν ολίγοις, έχουν έλθει στο τέλος οι αυταπάτες της Τουρκίας για κυριαρχία, και θα έλθει μια πιο ρεαλιστική προσέγγιση; Αυτά είναι όλα ανοιχτά ερωτήματα.
Οι ηγέτες στη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στις 8-9 Ιουλίου στη Βαρσοβία, άκουσαν μια ισχυρή έκκληση από τον Τούρκο πρόεδρο Recep Tayyip Erdogan για στήριξη ενάντια σε όλες τις μορφές τρομοκρατίας, η οποία κατά την άποψή του περιλαμβάνει και τις Λαϊκές Μονάδες Προστασίας των Κούρδων της Συρίας (YPG). Ως αποτέλεσμα, και με την προϋπόθεση ότι θα δοθούν οι απαραίτητες εγκρίσεις, αερομεταφερόμενο σύστημα προειδοποίησης και ελέγχου του ΝΑΤΟ (AWACS) θα αναπτυχθεί πάνω από τον τουρκικό εναέριο χώρο για να βοηθήσει στην αντιμετώπιση του ισλαμικού κράτους, αλλά η τουρκική θέση για τους Κούρδους της Συρίας θα παραμείνει σημαντικά διαφορετική από αυτή του ΝΑΤΟ.
Η αντιμετώπιση των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους και των Κούρδων της Συρίας, θα έχει αναπόφευκτα εσωτερικές επιπτώσεις στην Τουρκία και θα εγείρει το ζήτημα της επανάληψης της ειρηνευτικής διαδικασίας με τους Κούρδους της χώρας, η οποία εγκαταλείφθηκε τον Ιούλιο 2015. Όποια και αν είναι η πολιτική αφήγηση της Άγκυρας για το Ισλαμικό Κράτος και το ΡΚΚ, υπάρχει ένα καταστροφικό σωρευτικό αποτέλεσμα: και οι δύο πλευρές της τρομοκρατίας φέρνουν τεράστια ανθρώπινη δυστυχία και ανατρέπουν προηγούμενες επιτυχίες της Τουρκίας στον τουρισμό και τις αεροπορικές μεταφορές.
Όταν οι τρομοκρατικές δραστηριότητες φθάνουν ένα σημείο όπου επανειλημμένως χωρίζουν μια κοινωνία στη μέση και καταστέλλουν βασικές οικονομικές δραστηριότητες, βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής μιας χώρας. Αυτό δεν είναι πλέον βιώσιμο στην Τουρκία, από ό,τι στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Επομένως, ένα αποφασιστικό άλμα προς τα εμπρός είναι απαραίτητο εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και προς την ειρήνη με τους Κούρδους της Συρίας.
Αντιθέτως, ο δρόμος ΕΕ-Τουρκίας δεν έχει πραγματική ανάγκη κάποιας θεαματικής επαναδιευθέτησης. Αντιθέτως, βαδίζουν με κόπο μαζί. Και οι δύο πλευρές πρέπει να εφαρμόσουν την προσφυγική συμφωνία του Μαρτίου 2016, η οποία υπόσχεται 3 δισ. ευρώ σε κεφάλαια της ΕΕ για την Τουρκία, εκ των οποίων τα 2 δισ ευρώ θα έχουν διατεθεί μέχρι τον Σεπτέμβριο. Ωστόσο, υπάρχει ένα φαινομενικά ανεπίλυτο αδιέξοδο για τους όρους της απελευθέρωσης της βίζας, καθώς η Τουρκία έχει δηλώσει ότι δεν θα τροποποιήσει την αντιτρομοκρατική της νομοθεσία.
Εκτός από την πρόοδο στις διαπραγματεύσεις της Τουρκίας για ένταξη στην ΕΕ, οι οποίες στην ουσία δεν κινούνται καθόλου όσο το κράτος δικαίου και η ελευθερία έκφρασης στην Τουρκία είναι εκεί που είναι, χρήσιμη πρόοδος μπορεί να επιτευχθεί με την αναθεώρηση της τελωνειακής ένωσης ΕΕ-Τουρκίας, με σημαντικά οφέλη και για τις δύο πλευρές.
Πριν ονειρευτεί κανείς μια γρήγορη κατάληξη των συνομιλιών για την επανένωση της Κύπρου και ως εκ τούτου την πλήρη πολιτική υποστήριξη της Τουρκίας και την στρατιωτική αποχώρηση από το διαιρεμένο νησί, θα ήταν χρήσιμο να εστιάσουμε στις βασικές αρχές της σχέσης ΕΕ-Τουρκίας. Στην τρομοκρατία, η Τουρκία θα πρέπει να αποδεχθεί ότι είναι στην ίδια πλευρά με τους Ευρωπαίους εταίρους της, ένα βήμα που θα πρέπει να προκαλέσει την απρόσκοπτη συνεργασία. Στην οικονομία (εκτός των ενεργειακών προμηθειών), η βάση της Τουρκίας για εμπόριο, επενδύσεις και τεχνολογία παραμένει η ΕΕ και δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Και οι δύο πλευρές θα πρέπει να οργανωθούν καλύτερα για να αξιοποιήσουν στο έπακρο τη σχέση τους.