Ακόμα μια απόφαση, αυτή την φορά η υπ’αριθ. 96/2016 του Ειρηνοδικείου Αθηνών, αποζημιώνει δανειολήπτη και καταδικάζει την τράπεζα στην καταβολή
του ποσού των 6.000 ευρώ ως αποζημίωση για ηθική του βλάβη για την διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σε Εισπρακτική Εταιρία χωρίς προηγούμενη ενημέρωση του οφειλέτη.
Ο συγκεκριμένος οφειλέτης είχε αιτηθεί το 2008 την χορήγηση πιστωτικής κάρτας από την Τράπεζα και γνωστοποίησε στην τελευταία τα απλά προσωπικά δεδομένα του, που ήταν αναγκαία για την κατάρτιση της αντίστοιχης σύμβασης, ήτοι το όνομα, επώνυμο, πατρώνυμο, ημερομηνία γέννησης, αριθμό δελτίου ταυτότητας, διεύθυνση κατοικίας, αριθμό τηλεφώνου και επάγγελμα.
Αποδείχθηκε ότι η τράπεζα, που είχε υπογράψει με εισπρακτική εταιρεία την μεταξύ τους σύμβαση παροχής υπηρεσιών,- λόγω ανώμαλης εξέλιξης της ενοχής από την ως άνω πιστωτική κάρτα, ήτοι υπερημερίας του δανειολήπτη-,διαβίβασε, χωρίς την προηγούμενη οφειλόμενη, κατ’ άρθρο 11 Ν. 2472/1997 και της, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, εκδοθείσας υπ’ αρ. 1/1999 κανονιστικής πράξης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999),ενημέρωση του, τα ως άνω (απλά) προσωπικά δεδομένα του ως και το ύψος της ληξιπρόθεσμης οφειλής του, στην ως άνω εταιρεία, η οποία προέβη σε χρήση αυτών, καλώντας τον τηλεφωνικά, δια προστηθέντος υπαλλήλου της, στις 17.2.2015.
Σημειώνεται δε ότι πριν από κάθε γνωστοποίηση των προσωπικών δεδομένων των πελατών-οφειλετών οποιασδήποτε τράπεζας ή άλλης εταιρείας σε εισπρακτική εταιρεία για την περαιτέρω διευθέτηση οφειλής μέσω εισπρακτικής, η τράπεζα ή όποια άλλη πιστώτρια εταιρεία ΟΦΕΙΛΕΙ να ενημερώσει τον πελάτη-οφειλέτη της ότι πρόκειται να μεταβιβάσει τα στοιχεία της οφειλής του, το τηλέφωνο και την διεύθυνση του, δηλαδή τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα του.
Όπως προκύπτει από τον όρο 23 της ως άνω σύμβασης, το περιεχόμενο του οποίου έχει ως εξής: «Καθυστέρηση ολοσχερούς εξόφλησης από τον κάτοχο των ελαχίστων καταβολών ή του ποσού που αναφέρεται ως άμεσα πληρωτέο…και να αναθέσει την είσπραξη των οφειλομένων σε τρίτα, προς την Τράπεζα, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, γνωστοποιώντας για τον σκοπό αυτό όσα προσωπικά στοιχεία του κατόχου ή/και του εγγυητή κρίνει απαραίτητο», ως και των υπ’ αρ. 19 και 21.1«επικαιροποιημένων όρων χρήσης, που του απεστάλησαν μαζί με το αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού της κάρτας του», η υποχρέωση της εναγόμενης-υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως διαγράφεται από την διάταξη του άρθρου 11 Ν. 2472/1997 και την κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου αυτού εκδοθείσα υπ’ αρ. 1/1999 κανονιστική πράξη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999), για ενημέρωση του υποκειμένου-ήδη ενάγοντα, ανεξαρτήτως συγκατάθεσης του, ουδόλως τηρήθηκε, προ της διαβίβασης, στις 17.2.2015, των προσωπικών του δεδομένων στην ως άνω μη διάδικο εισπρακτική εταιρεία.
Αποδείχθηκε δε, από την ως άνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της τράπεζας, που όφειλε να γνωρίζει τον κίνδυνο επέλευσης ζημίας λόγω των παρανόμων παραλείψεων και πράξεων της, ο δανειολήπτης υπέστη αιτιωδώς συνυφασμένη ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας, δεδομένων των συνθηκών τέλεσης, της έντασης της προσβολής της έννομης τάξης, του βαθμού πταίσματος της, του κοινωνικού ρόλου, που οφείλει να επιτελεί, πέραν του οικονομικού/ κερδοσκοπικού, του οικονομικού μεγέθους της και της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του οφειλέτη, η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να οριστεί στο ποσό των 5.869, 40 ευρώ (ΑΠ 1740/2013, ΕφΑΘ 1437/2014, 3833/2003 ΤΝΠ Νόμος).
Ο ισχυρισμός της τράπεζας ότι δεν είχε δυνατότητα πρόβλεψης της βλάβης του δανειολήπτη (άρθρο 23 παρ. 1 εδ. 3 Ν. 2472/1997) και σε κάθε περίπτωση ότι η ως άνω συμπεριφορά της οφείλεται σε αμέλεια (άρθρο 23 παρ. 2 Ν. 2472/1997) απορρίφθηκε από το Δικαστήριο καθόσον μόνη η νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων από την εναγομένη τράπεζα-υπεύθυνο επεξεργασίας, κατά την κατάρτιση της ως άνω σύμβασης, δεν αίρει την υποχρέωση της προς τήρηση και των λοιπών διατάξεων του Ν. 2472/1997, ήτοι του άρθρου 11 και συνεπώς και την δυνατότητα πρόβλεψης της, εκ της παραβάσεως της, βλάβης του ενάγοντα και ουδόλως αποδείχθηκε από την ίδια, φέρουσα το σχετικό βάρος απόδειξης, ότι ανυπαίτια αγνοούσε τα ως άνω θεμελιωτικά της υπαιτιότητας της πραγματικά γεγονότα.
Ομοίως απορρίφθηκε και ο δεύτερος προβαλλόμενος από την τράπεζα ισχυρισμός ότι το δικαίωμα του ενάγοντος ασκείται καθ’ υπέρβαση των τιθέμενων από την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ περί καλής πίστης ορίων, καθόσον μόνον το γεγονός ότι ο τελευταίος (ενάγων), όπως προκύπτει από αίτηση του προς την τράπεζα, εξ’ αφορμής σχετικής πρότασης, που του έγινε από την εισπρακτική εταιρεία, ρύθμισε επωφελώς και τελικώς εξόφλησε την οφειλή του από την κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα πιστωτική κάρτα, ουδόλως καθιστά την άσκηση του δικαιώματος του καταχρηστική.
Παρακάτω αναφέρουμε κάποια πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε αναφορικά με την σχέση τραπεζών και εισπρακτικών εταιρειών:
– Δεν επιτρέπεται στον δανειστή-τράπεζα, η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής ή για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.
– Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση σας για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών σας και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ` εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης με Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης
Σε περίπτωση που κάποιες ή όλες από τις παραπάνω προϋποθέσεις δεν πληρούνται τότε τόσο η εισπρακτική εταιρεία όσο και ο δανειστής παραβιάζουν το νομικό πλαίσιο που καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας των εταιρειών ενημέρωσης οφειλών και τα προσωπικά σας δεδομένα και ενέχονται και οι δύο εις ολόκληρον απέναντι σας σε καταβολή χρηματικής αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης.
Αποδείχθηκε ότι η τράπεζα, που είχε υπογράψει με εισπρακτική εταιρεία την μεταξύ τους σύμβαση παροχής υπηρεσιών,- λόγω ανώμαλης εξέλιξης της ενοχής από την ως άνω πιστωτική κάρτα, ήτοι υπερημερίας του δανειολήπτη-,διαβίβασε, χωρίς την προηγούμενη οφειλόμενη, κατ’ άρθρο 11 Ν. 2472/1997 και της, κατ’ εξουσιοδότηση αυτού, εκδοθείσας υπ’ αρ. 1/1999 κανονιστικής πράξης της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999),ενημέρωση του, τα ως άνω (απλά) προσωπικά δεδομένα του ως και το ύψος της ληξιπρόθεσμης οφειλής του, στην ως άνω εταιρεία, η οποία προέβη σε χρήση αυτών, καλώντας τον τηλεφωνικά, δια προστηθέντος υπαλλήλου της, στις 17.2.2015.
Σημειώνεται δε ότι πριν από κάθε γνωστοποίηση των προσωπικών δεδομένων των πελατών-οφειλετών οποιασδήποτε τράπεζας ή άλλης εταιρείας σε εισπρακτική εταιρεία για την περαιτέρω διευθέτηση οφειλής μέσω εισπρακτικής, η τράπεζα ή όποια άλλη πιστώτρια εταιρεία ΟΦΕΙΛΕΙ να ενημερώσει τον πελάτη-οφειλέτη της ότι πρόκειται να μεταβιβάσει τα στοιχεία της οφειλής του, το τηλέφωνο και την διεύθυνση του, δηλαδή τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα του.
Όπως προκύπτει από τον όρο 23 της ως άνω σύμβασης, το περιεχόμενο του οποίου έχει ως εξής: «Καθυστέρηση ολοσχερούς εξόφλησης από τον κάτοχο των ελαχίστων καταβολών ή του ποσού που αναφέρεται ως άμεσα πληρωτέο…και να αναθέσει την είσπραξη των οφειλομένων σε τρίτα, προς την Τράπεζα, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, γνωστοποιώντας για τον σκοπό αυτό όσα προσωπικά στοιχεία του κατόχου ή/και του εγγυητή κρίνει απαραίτητο», ως και των υπ’ αρ. 19 και 21.1«επικαιροποιημένων όρων χρήσης, που του απεστάλησαν μαζί με το αντίγραφο κίνησης του λογαριασμού της κάρτας του», η υποχρέωση της εναγόμενης-υπεύθυνου επεξεργασίας, όπως διαγράφεται από την διάταξη του άρθρου 11 Ν. 2472/1997 και την κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου αυτού εκδοθείσα υπ’ αρ. 1/1999 κανονιστική πράξη της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΦΕΚ 555 Β76.5.1999), για ενημέρωση του υποκειμένου-ήδη ενάγοντα, ανεξαρτήτως συγκατάθεσης του, ουδόλως τηρήθηκε, προ της διαβίβασης, στις 17.2.2015, των προσωπικών του δεδομένων στην ως άνω μη διάδικο εισπρακτική εταιρεία.
Αποδείχθηκε δε, από την ως άνω παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της τράπεζας, που όφειλε να γνωρίζει τον κίνδυνο επέλευσης ζημίας λόγω των παρανόμων παραλείψεων και πράξεων της, ο δανειολήπτης υπέστη αιτιωδώς συνυφασμένη ηθική βλάβη για την αποκατάσταση της οποίας, δεδομένων των συνθηκών τέλεσης, της έντασης της προσβολής της έννομης τάξης, του βαθμού πταίσματος της, του κοινωνικού ρόλου, που οφείλει να επιτελεί, πέραν του οικονομικού/ κερδοσκοπικού, του οικονομικού μεγέθους της και της κοινωνικής και οικονομικής θέσης του οφειλέτη, η καταβλητέα εύλογη χρηματική ικανοποίηση πρέπει να οριστεί στο ποσό των 5.869, 40 ευρώ (ΑΠ 1740/2013, ΕφΑΘ 1437/2014, 3833/2003 ΤΝΠ Νόμος).
Ο ισχυρισμός της τράπεζας ότι δεν είχε δυνατότητα πρόβλεψης της βλάβης του δανειολήπτη (άρθρο 23 παρ. 1 εδ. 3 Ν. 2472/1997) και σε κάθε περίπτωση ότι η ως άνω συμπεριφορά της οφείλεται σε αμέλεια (άρθρο 23 παρ. 2 Ν. 2472/1997) απορρίφθηκε από το Δικαστήριο καθόσον μόνη η νόμιμη συλλογή των προσωπικών δεδομένων από την εναγομένη τράπεζα-υπεύθυνο επεξεργασίας, κατά την κατάρτιση της ως άνω σύμβασης, δεν αίρει την υποχρέωση της προς τήρηση και των λοιπών διατάξεων του Ν. 2472/1997, ήτοι του άρθρου 11 και συνεπώς και την δυνατότητα πρόβλεψης της, εκ της παραβάσεως της, βλάβης του ενάγοντα και ουδόλως αποδείχθηκε από την ίδια, φέρουσα το σχετικό βάρος απόδειξης, ότι ανυπαίτια αγνοούσε τα ως άνω θεμελιωτικά της υπαιτιότητας της πραγματικά γεγονότα.
Ομοίως απορρίφθηκε και ο δεύτερος προβαλλόμενος από την τράπεζα ισχυρισμός ότι το δικαίωμα του ενάγοντος ασκείται καθ’ υπέρβαση των τιθέμενων από την διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ περί καλής πίστης ορίων, καθόσον μόνον το γεγονός ότι ο τελευταίος (ενάγων), όπως προκύπτει από αίτηση του προς την τράπεζα, εξ’ αφορμής σχετικής πρότασης, που του έγινε από την εισπρακτική εταιρεία, ρύθμισε επωφελώς και τελικώς εξόφλησε την οφειλή του από την κατά τα ανωτέρω χορηγηθείσα πιστωτική κάρτα, ουδόλως καθιστά την άσκηση του δικαιώματος του καταχρηστική.
Παρακάτω αναφέρουμε κάποια πράγματα που πρέπει να γνωρίζουμε αναφορικά με την σχέση τραπεζών και εισπρακτικών εταιρειών:
– Δεν επιτρέπεται στον δανειστή-τράπεζα, η ανάθεση εντολής για Ενημέρωση οφειλετών για ληξιπρόθεσμες οφειλές που έχουν υποβληθεί σε ρύθμιση ή διακανονισμό που τηρείται ή έχει παρέλθει ο χρόνος της παραγραφής ή για ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις, οι οποίες απορρέουν από καταχρηστικούς γενικούς όρους συναλλαγών που έχουν κριθεί καταχρηστικοί με αμετάκλητες δικαστικές αποφάσεις.
– Η παρέμβαση των Εταιρειών αφορά αποκλειστικά και μόνο στην ενημέρωση σας για την ύπαρξη ληξιπρόθεσμων οφειλών σας και τη διαπραγμάτευση του χρόνου, του τρόπου και των λοιπών όρων αποπληρωμής αυτών, κατ` εντολή και για λογαριασμό των δανειστών. Απαγορεύεται στους δανειστές η σύναψη σύμβασης με Εταιρείες που δεν περιλαμβάνονται στο Μητρώο Εταιρειών Ενημέρωσης Οφειλετών. Δεν επιτρέπεται η ανάθεση εντολής ενημέρωσης για την ίδια ληξιπρόθεσμη οφειλή σε περισσότερες πλην μίας Εταιρείες Ενημέρωσης
Σε περίπτωση που κάποιες ή όλες από τις παραπάνω προϋποθέσεις δεν πληρούνται τότε τόσο η εισπρακτική εταιρεία όσο και ο δανειστής παραβιάζουν το νομικό πλαίσιο που καθορίζει τον τρόπο λειτουργίας των εταιρειών ενημέρωσης οφειλών και τα προσωπικά σας δεδομένα και ενέχονται και οι δύο εις ολόκληρον απέναντι σας σε καταβολή χρηματικής αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης.