Μόνο στα λόγια εξακολουθεί να μένει το Μουσουλμανικό τέμενος στο Βοτανικό καθώς τρία σχεδόν χρόνια μετά τους πανηγυρισμούς ότι το έργο θα κατασκευαστεί
από την αφρόκρεμα του τεχνικού κλάδου, η υπόθεση έχει βαλτώσει.
Για την εργολαβία ύψους 946.000 ευρώ είχαν συμφωνήσει οι τέσσερις μεγάλες τεχνικές εταιρείες της χώρας (Ακτωρ, J&P Άβαξ, ΓΕΚ-Τέρνα, Ιντρακάτ). Ωστόσο η κοινοπραξία τους διαλύθηκε ενώ ούτε οι εγγυητικές του έργου που έληξαν ανανεώθηκαν. Όπως αναφέρουν στελέχη των κατασκευαστικών εταιρειών, πέρα από το γεγονός ότι το έργο δεν είχε έτοιμες μελέτες, δεν είχε και κανένα οικονομικό ενδιαφέρον καθώς πρόκειται για μία μικρή εργολαβία. Καμία όχληση –όπως σημειώνουν- δεν υπήρξε ούτε από την πλευρά του υπουργείου.
Το Φθινόπωρο του 2013 η τότε κυβέρνηση μετά από τέσσερις άγονους διαγωνισμούς, αποφασίζει να ζητήσει από τις μεγάλες εταιρείες να κατασκευάσουν το έργο, οι οποίες δέχονται και συστήνουν κοινοπραξία.
Ο τότε Γενικός Γραμματέας Δημοσίων Έργων κ. Στράτος Σιμόπουλος ανακοινώνει το αποτέλεσμα του διαγωνισμού, όμως η συμμαχία θα μείνει τελικά στα χαρτιά. Στην πορεία το έργο ξεχάστηκε και οι προτεραιότητες της πολιτικής ηγεσίας άλλαξαν. Η υπόθεση με το Τέμενος σχεδιάζεται από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 καθώς η δημιουργία του υπήρξε πάγιο αίτημα του μουσουλμανικού κόσμου που ζει στην Ελλάδα και συνδέθηκε με την προσπάθεια να ελεγχθούν οι αδήλωτοι χώροι προσευχής. Είναι ενδεικτικό ότι σήμερα στην Αττική υπολογίζεται ότι πάνω από 120 χώροι χρησιμοποιούνται παράνομα ως τζαμιά.
Οι τοπικές αντιδράσεις όμως στα θέματα χωροθέτησης προκάλεσαν μεγάλες τριβές. Η λύση επιχειρήθηκε να δοθεί το 2000 όταν προβλέφθηκε η ίδρυση ισλαμικού πολιτιστικού κέντρου σε έκταση 33 στρεμμάτων με έξοδα κατασκευής από τη Σαουδική Αραβία.
Ομως ούτε και τότε προχώρησε. Το έργο επανασχεδιάστηκε το 2006 επί θητείας Σουφλιά στο υπουργείου ΥΠΕΧΩΔΕ σε έκταση 42 στρεμμάτων ιδιοκτησίας του πολεμικού ναυτικού στο Βοτανικό και για πρώτη φορά αποφασίζεται να κατασκευαστεί με εθνικούς πόρους.
Αξιοσημείωτο είναι ότι το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει απορρίψει δύο προσφυγές κατοίκων της περιοχής εναντίον του έργου. Το δικαστήριο έκρινε ότι δεν επιβάλλεται η έγκριση περιβαλλοντικών όρων κατά την ανέγερση λατρευτικών ναών ενώ απέρριψε και μία σειρά από θέματα πολεοδομικού χαρακτήρα όπως ότι η χωροθέτηση δεν είναι συμβατή με τον πολεοδομικό σχεδιασμό και ότι η ανέγερση αντιβαίνει στο νέο Οικοδομικό Κανονισμό.