Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Ρώμης του 1960 σηματοδότησαν την ανάκαμψη της ιταλικής πρωτεύουσας, ύστερα από χρόνια πολέμου και ανασυγκρότησης. Ήρθαν ως επιβεβαίωση της αναγέννησης της χώρας με την ανάδειξη της πόλης ως συμβόλου της
ξεγνοιασιάς και της dolce vita. Όμως, η Ρώμη σήμερα ακόμα πληρώνει αυτό τον λογαριασμό, και η νέα δήμαρχος, Βιρτζίνια Ράτζι, είναι αγανακτισμένη.
Το χρέος της Ρώμης αγγίζει σήμερα τα 13,6 δισ. ευρώ. Το σύνολο των πιστωτών ξεπερνά τους 12.000, αλλά η σύνθεσή του είναι τόσο πολύπλοκη που κανείς δεν ξέρει πραγματικά ποιος χρωστά σε ποιον. Η Ρώμη έχει αφήσει απλήρωτους λογαριασμούς από την 60ετή λειτουργία του μετρό της, τη συγκομιδή των σκουπιδιών αλλά και τη λειτουργία ενός ασύμφορου δικτύου φαρμακείων που ανταγωνίζονται τα ιδιωτικά καταστήματα. Τα δικαστήρια βομβαρδίζονται με εκατοντάδες μηνύσεις για εκδίκαση, που χρονολογούνται έως και 5 δεκαετίες πριν. Οι υποθέσεις αυτές αφορούν απλήρωτα χρέη από απαλλοτριώσεις που έγιναν με σκοπό την ανέγερση νοσοκομείων, την κατασκευή δρόμων και άλλων έργων, ενώ αρκετές από αυτές συνδέονται με τους Ολυμπιακούς του 1960, όπως έχει αποκαλύψει ο πρώην δήμαρχος Ιγνάσιο Μαρίνο. Το μέσο επιτόκιο του εν λόγω χρέους είναι 5%, σε μια εποχή που το ιταλικό κράτος εκδίδει 10-ετή ομόλογα με ετήσιο επιτόκιο 1,5%. “Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να πληρώνουμε τόσο υψηλό τόκο μόνο και μόνο επειδή κανείς δεν μπήκε στον κόπο να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος”, δήλωσε στην τηλεόραση του RAI η Ράτζι, που εξελέγη στις 19 Ιουνίου.
Επίθεση… Πέντε Αστέρων
Η 37χρονη δικηγόρος και πρώτη γυναίκα δήμαρχος της Ρώμης με όχημα το κύμα αγανάκτησης των πολιτών απέναντι στην παλιά φρουρά της Ιταλίας –ειδικά στα θέματα οικονομικής διαχείρισης–, κατάφερε να ανέλθει σε μία από τις πιο ισχυρές πολιτικές θέσεις της χώρας. Η εκλογή της αντανακλά την αυξανόμενη δύναμη του κόμματός της, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, που ιδρύθηκε το 2009 από τον Μπέπε Γκρίλο, έναν ατημέλητο, γενειοφόρο κωμικό που ξεκίνησε την καριέρα του από παραστάσεις βαριετέ στη δεκαετία του 1970, αλλά αργότερα αποκλείστηκε από τη δημόσια τηλεόραση λόγω της καυστικής πολιτικής του σάτιρας. Τα 5 Αστέρια (το κάθε αστέρι συμβολίζει το νερό, το περιβάλλον, τις μεταφορές, την ανάπτυξη και την ενέργεια, αν και το κόμμα επικεντρώνεται κυρίως στην καταπολέμηση της διαφθοράς και τη συρρίκνωση των ρυθμιστικών πλαισίων) έχει εξελιχθεί σε έναν αξιόλογο αντίπαλο του Δημοκρατικού Κόμματος του πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι. Τα μεγαλύτερά του ονόματα –ο Γκρίλο, η Ράτζι, και η Κιάρα Απεντίνο, μία 32χρονη επιχειρηματίας που μόλις εξελέγη δήμαρχος του Τορίνο– αντλούν στήριξη από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα παρουσιάζοντας το πολιτικό σύστημα ως ένα σύνολο από άπληστους γελωτοποιούς που είναι εντελώς ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της χώρας. “Η άνετη ζωή που ζει ο Ρέντσι με δημόσιο χρήμα”, γράφει ο Γκρίλο στο μπλογκ του, “αποτελεί προσβολή για όσους παλεύουν για να τα βγάλουν πέρα”.
Οι ηγέτες των 5 Αστέρων έχουν χρησιμοποιήσει το χρέος ως ένα ζήτημα που διαχωρίζει τη θέση τους από την πλευρά του Ρέντσι. Το κίνημα λέει ότι οι τράπεζες και οι ομάδες ειδικών συμφερόντων ενθάρρυναν τις κυβερνήσεις σε εθνικό και δημοτικό επίπεδο να δανειστούν πάνω από τις δυνατότητές τους. Σε ένα σημείο η Ράτζι άφησε να εννοηθεί ακόμα ότι μέρους του χρέους δεν θα έπρεπε να πληρωθεί –ουσιαστικά αντηχώντας την άποψη του Γκρίλο ότι όλα αυτό το χρέος είναι “ανήθικο”– αλλά γρήγορα υπαναχώρησε όταν οι αντίπαλοί της την κατηγόρησαν ότι τρομάζει και διώχνει τους επενδυτές.
Ο επόμενος “πονοκέφαλος” της Ε.Ε.;
Ο Ρέντσι λέει ότι δεν πιστεύει στα μέτρα λιτότητας που μπορούν να καταπνίξουν την ανάπτυξη, αλλά ότι έχει δεσμευθεί να μειώσει το δημόσιο χρέος ψαλιδίζοντας τους φουσκωμένους προϋπολογισμούς. Και ενώ ο ίδιος δεν έχει πει ότι θα προσπαθήσει να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος, έχει λάβει από την Ευρωπαϊκή Ένωση μερική άρση των περιορισμών σχετικά με τις δαπάνες του ελλείμματος για να απελευθερώσει χρήματα για την ασφάλεια, τις επενδύσεις στις υποδομές και την υποστήριξη των ανέργων. Παρ’ όλα αυτά, οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση του χρέους εξουδετερώνονται από την άτονη ανάπτυξη. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αναμένεται να αυξηθεί 1,1% φέτος, έναντι 1,6% για την Ευρωζώνη, προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Λίγοι θα μπορούσαν να υποστηρίζουν ότι η Ιταλία δεν χρειάζεται απεγνωσμένα μια λύση για τα δεινά του χρέους της. Η χώρα χρωστά στους πιστωτές της 2,2 τρισ. ευρώ ή πάνω από το 130% του ΑΕΠ, ποσοστό υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. εκτός από την Ελλάδα. Οι υψηλοί φόροι που έχουν στόχο την αποπληρωμή του χρέους καταπνίγουν την ανάπτυξη, περιορίζοντας έτσι την ικανότητα του κράτους να χρηματοδοτήσει νέα προγράμματα.
Την ίδια στιγμή, οι τράπεζες της Ιταλίας κατέχουν το μεγαλύτερο μέρος από το δημόσιο χρέος της χώρας από ό,τι οι τράπεζες σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της ζώνης του ευρώ, και είναι επιβαρυμένες με 360 δισ. ευρώ από επισφαλή δάνεια, δηλαδή περισσότερο από το ένα τέταρτο του συνόλου που διαθέτουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της ζώνης του ευρώ. Οι προσπάθειες της κυβέρνησης να φορτώσει το χαρτοφυλάκιο αυτό σε μια “κακή τράπεζα” ναυάγησαν εξαιτίας των ευρωπαϊκών κανονισμών κατά της κρατικής ενίσχυσης προς τις τράπεζες. Ως αποτέλεσμα, ορισμένα ιδρύματα αντιμετωπίζουν πιθανότητα χρεοκοπίας. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια μπορούν να καταστρέψουν τους ισολογισμούς των τραπεζών, και η μεγάλη έκθεση στο δημόσιο χρέος θα μπορούσε να προκαλέσει βαριές απώλειες.
Πριν από τη Ράτζι, τη Ρώμη διοικούσε για εννέα μήνες ένας επίτροπος διορισμένος από την κυβέρνηση. Ο Μαρίνο, από το Δημοκρατικό Κόμμα του Ρέντσι, αναγκάστηκε να αποχωρήσει λόγω ενός σκανδάλου. Η πτώση του αλλά και η αδυναμία του Ρέντσι να αντικρούσει τη Ράτζι με ένα πειστικό αντίπαλο προμηνύει αυξανόμενα προβλήματα για το κυβερνών κόμμα. Μια δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο από την εταιρεία ερευνών Demos δείχνει ότι το Κίνημα των 5 Αστέρων θα κέρδιζε την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, αν γίνονταν σήμερα εκλογές. Η δημοτικότητα του Ρέντσι θα δοκιμαστεί τον Οκτώβριο, με ένα δημοψήφισμα που πρότεινε για τη μείωση των εξουσιών της Γερουσίας και τον εξορθολογισμό της νομοθετικής διαδικασίας. Αν αυτό αποτύχει, είπε ότι θα παραιτηθεί, οδηγώντας σε “μήνες πολιτικής αστάθειας”, λέει ο Giovanni Orsina, καθηγητής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Luiss-Guido Carli στη Ρώμη. “Κάτι τέτοιο θα καθιστούσε την Ιταλία ένα πρόβλημα για την Ευρώπη και πάλι”.