Ο μεγαλύτερος “εχθρός” των επενδύσεων και της ανάπτυξης στην Ελλάδα είναι το ελληνικό Δημόσιο και η πολύ χαμηλή αποτελεσματικότητά του. Σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ, του συμβουλευτικού οργάνου του υπουργείου Οικονομίας που συντάσσει και το
νέο Σχέδιο Ανάπτυξης της Ελλάδας, η Ελλάδα κατατάσσεται δύο θέσεις κάτω από τη Βουλγαρία σε αποτελεσματικότητα του Δημοσίου.
Το ελληνικό Δημόσιο έχει την 4η χαμηλότερη επίδοση μεταξύ των κρατών – μελών της Ε.Ε., με βάση μία σειρά από κριτήρια αποτελεσματικότητας.
Καταγράφονται εξαιρετικά κακές επιδόσεις σε διαφθορά και σε οικονομική σταθερότητα (4η και 2η θέση από το τέλος, αντίστοιχα), ενώ σχετικά καλύτερες είναι οι επιδόσεις (12η από το τέλος) στον δείκτη υποδομών.
Αντιθέτως η Ελλάδα καταγράφει πρωτιά στον δείκτη εκπαίδευσης, αλλά δυστυχώς το δυναμικό της… φεύγει λόγω της ανεργίας και της κρίσης.
Στην πρώτη τετράδα των κρατών με το πιο αποδοτικό Δημόσιο βρίσκονται η Ολλανδία, η Σουηδία, η Βρετανία και η Γερμανία, ενώ στις τελευταίες θέσεις μετά από την Ελλάδα, ακολουθούν η Ρουμανία, η Κροατία και η Σλοβακία.
Η εργασία “Πολλαπλασιαστές δημόσιων επενδύσεων στις χώρες της Ε.Ε.: Έχει σημασία η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα;” του ερευνητή του ΚΕΠΕ, Σωτήρη Παπαϊωάννου, εξετάζει εάν οι αποκλίσεις στην αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα επηρεάζουν την επίπτωση των δημοσίων επενδύσεων στην οικονομική μεγέθυνση.
Υπολογίζονται δείκτες της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα. Το κύριο αποτέλεσμα της οικονομετρικής ανάλυσης είναι ότι η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, όντως, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο, με αποτέλεσμα οι χώρες που έχουν πιο αποδοτικούς δημόσιους τομείς να έχουν συγκριτικά υψηλότερη επίδραση των δημοσίων επενδύσεων στην οικονομική τους μεγέθυνση.
Παρέχονται δύο συνολικοί δείκτες αποτελεσματικότητας. Με τον βασικό δείκτη η Ελλάδα είναι στην 4η θέση από το τέλος (απόδοση ίσου βάρους στον κάθε τομέα πολιτικής), και με βάση τον εναλλακτικό δείκτη κατατάσσεται στην 6η θέση από το τέλος, δίνοντας μεγαλύτερη στάθμιση στο δείκτη αποδοτικότητας των δημόσιων υποδομών.
Όσον αφορά στους υποδείκτες, η διαχείριση του δημοσίου τομέα (4η θέση από το τέλος) υπολογίζεται με βάση τις επιδόσεις στο πεδίο της διαφθοράς, της προστασίας των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας, και της δικαστικής ανεξαρτησίας, ενώ ο δείκτης σταθερότητας (2η θέση από το τέλος) ενσωματώνει την ανεργία, τον πληθωρισμό, τις δημόσιες δαπάνες κλπ.
Στον τομέα της εκπαίδευσης (1η θέση πανευρωπαϊκά, αλλά με αστερίσκους για το αν τα στοιχεία “καθρεφτίζουν” την πραγματικότητα ή αν αυτή π.χ. καλύπτεται μέσω ιδιωτικών δαπανών παιδείας) προσμετράται η δαπάνη παιδείας, η συμμετοχή σε ΑΕΙ κλπ και στον τομέα των υποδομών (12η θέση από το τέλος) προσμετρώνται ο όγκος των μεταφορών, η χρήση τηλεφωνίας, διαδικτύου κλπ.
Πηγή: ΚΕΠΕ