«Η καλύτερη προστασία για το Παυλοπέτρι είναι η ίδια η τοπική κοινωνία και αυτή πρέπει να βοηθηθεί», λέει στην «Κ» ο δρ Νικ Φλέμινγκ. Ο Βρετανός ωκεανολόγος από το Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον ήταν εκείνος που ανακάλυψε τα πρώτα υποβρύχια ευρήματα το 1967 στη θαλάσσια περιοχή της νοτιοανατολικής Λακωνίας. Αύριο και την Κυριακή 24/7 θα επιστρέψει ακόμη μία φορά στον τόπο όπου καταδύθηκε πριν από περίπου 50 χρόνια για να παρακολουθήσει τη διαδικασία οριοθέτησης του υποβρύχιου αρχαιολογικού χώρου και την ένταξή του στη λίστα με τους 50 περισσότερο απειλούμενους χώρους πολιτιστικής κληρονομιάς του Διεθνούς Οργανισμού Μνημείων για τη διετία 2016-18 προκειμένου να ευαισθητοποιηθεί το διεθνές κοινό για την προστασία του μνημείου. «Η περιοχή αντιμετωπίζει τριών ειδών απειλές, τη μόλυνση από τα εμπορικά πλοία, τη μετατόπιση στοιχείων και υλικών του βυθού από τη διέλευση και αγκυροβόληση μικρών σκαφών και ταχύπλοων και τα φαινόμενα “κλοπής” των μικρών σε μέγεθος ευρημάτων από το βυθό», τονίζει η Mπάρμπαρα Οϊζερ, πρόεδρος του ελληνικού παραρτήματος του διεθνούς οργανισμού ARCH (Alliance for the Restoration of Cultural Heritage) που προώθησε την υποψηφιότητα του Παυλοπετρίου στον Διεθνή Οργανισμό Μνημείων.
Για την οριοθέτηση του χώρου θα τοποθετηθούν 11 σημαδούρες το πρωί του Σαββάτου και έπειτα όσοι έχουν εξοπλιστεί με μάσκες, αναπνευστήρα και βατραχοπέδιλα μπορούν να ακολουθήσουν στη θαλάσσια ξενάγηση που θα γίνει από τον δρα Νικ Φλέμινγκ και την αρχαιολόγο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Δέσποινα Κουτσούμπα. «Αφού γίνει μια ενημέρωση στη στεριά θα μπούμε στη θάλασσα και θα οδηγήσουμε τους επισκέπτες σε ορισμένα σημεία ενδιαφέροντος. Ορισμένοι τοίχοι φαίνονται από βάθος μισού μέτρου», τονίζει η κ. Κουτσούμπα. Μας περιγράφει επίσης το σχέδιο της Εφορείας, σε συνεργασία με τον Δήμο Ελαφονησίου και την Περιφέρεια Πελοποννήσου, ώστε να γίνει περισσότερο επισκέψιμο το Παυλοπέτρι με την τοποθέτηση υποβρύχιων πινακίδων, τη διανομή πληροφοριακού υλικού στη στεριά και πλαστικοποιημένου χάρτη της υποβρύχιας πόλης και τον σχεδιασμό ειδικών διαδρομών για τους επισκέπτες.
Η δημιουργία ενός «θαλάσσιου πάρκου» είναι δυνατή αλλά είναι απαραίτητη η προσεκτική διαχείριση, όπως επισημαίνει ο δρ Φλέμινγκ, για την προστασία της παλαιότερης υποβρύχιας πόλης του κόσμου που χρονολογείται στην εποχή του Χαλκού. Οι πρώτες έρευνες στο Παυλοπέτρι έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ είχε προχωρήσει τότε σε μια πρώτη χαρτογράφηση της αρχαίας πόλης. Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την πρώτη κατάδυση στο Παυλοπέτρι το ενδιαφέρον για την υποβρύχια πόλη αναθερμάνθηκε και έγιναν συστηματικές έρευνες από το Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ σε συνεργασία με την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων.
Εχοντας μελετήσει περίπου 400 υποβρύχιους αρχαιολογικούς χώρους ο δρ Φλέμινγκ εκτιμά πως το Παυλοπέτρι κρύβει ακόμη πολλά ανεξερεύνητα μυστικά. Η βύθισή του πριν από χιλιάδες χρόνια οφείλεται, όπως εκτιμά ο ερευνητής, στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας που προκλήθηκε από σεισμούς και το τέλος της εποχής των παγετώνων. Ωστόσο επισημαίνει πως η αρχαία πόλη είναι ένα δείγμα για τη μετατροπή ενός «ψαράδικου χωριού» σε οργανωμένο λιμάνι και κέντρο εμπορίου, προστατευμένο από το φυσικό του περιβάλλον. «Οι ναυτικοί δεν κάνουν ποτέ λάθος όταν επιλέγουν λιμάνι. Ακόμη και πέντε χιλιάδες χρόνια πριν», καταλήγει.
Για την οριοθέτηση του χώρου θα τοποθετηθούν 11 σημαδούρες το πρωί του Σαββάτου και έπειτα όσοι έχουν εξοπλιστεί με μάσκες, αναπνευστήρα και βατραχοπέδιλα μπορούν να ακολουθήσουν στη θαλάσσια ξενάγηση που θα γίνει από τον δρα Νικ Φλέμινγκ και την αρχαιολόγο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων Δέσποινα Κουτσούμπα. «Αφού γίνει μια ενημέρωση στη στεριά θα μπούμε στη θάλασσα και θα οδηγήσουμε τους επισκέπτες σε ορισμένα σημεία ενδιαφέροντος. Ορισμένοι τοίχοι φαίνονται από βάθος μισού μέτρου», τονίζει η κ. Κουτσούμπα. Μας περιγράφει επίσης το σχέδιο της Εφορείας, σε συνεργασία με τον Δήμο Ελαφονησίου και την Περιφέρεια Πελοποννήσου, ώστε να γίνει περισσότερο επισκέψιμο το Παυλοπέτρι με την τοποθέτηση υποβρύχιων πινακίδων, τη διανομή πληροφοριακού υλικού στη στεριά και πλαστικοποιημένου χάρτη της υποβρύχιας πόλης και τον σχεδιασμό ειδικών διαδρομών για τους επισκέπτες.
Η δημιουργία ενός «θαλάσσιου πάρκου» είναι δυνατή αλλά είναι απαραίτητη η προσεκτική διαχείριση, όπως επισημαίνει ο δρ Φλέμινγκ, για την προστασία της παλαιότερης υποβρύχιας πόλης του κόσμου που χρονολογείται στην εποχή του Χαλκού. Οι πρώτες έρευνες στο Παυλοπέτρι έγιναν στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ είχε προχωρήσει τότε σε μια πρώτη χαρτογράφηση της αρχαίας πόλης. Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά την πρώτη κατάδυση στο Παυλοπέτρι το ενδιαφέρον για την υποβρύχια πόλη αναθερμάνθηκε και έγιναν συστηματικές έρευνες από το Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ σε συνεργασία με την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων.
Εχοντας μελετήσει περίπου 400 υποβρύχιους αρχαιολογικούς χώρους ο δρ Φλέμινγκ εκτιμά πως το Παυλοπέτρι κρύβει ακόμη πολλά ανεξερεύνητα μυστικά. Η βύθισή του πριν από χιλιάδες χρόνια οφείλεται, όπως εκτιμά ο ερευνητής, στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας που προκλήθηκε από σεισμούς και το τέλος της εποχής των παγετώνων. Ωστόσο επισημαίνει πως η αρχαία πόλη είναι ένα δείγμα για τη μετατροπή ενός «ψαράδικου χωριού» σε οργανωμένο λιμάνι και κέντρο εμπορίου, προστατευμένο από το φυσικό του περιβάλλον. «Οι ναυτικοί δεν κάνουν ποτέ λάθος όταν επιλέγουν λιμάνι. Ακόμη και πέντε χιλιάδες χρόνια πριν», καταλήγει.