τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους σε μια χώρα. Αυτό αναφέρει σχετική έρευνα για τη διαφάνεια στην παγκόσμια αγορά ακινήτων, που πραγματοποιεί ανά διετία η διεθνής εταιρεία παροχής υπηρεσιών ακινήτων Jones Lang LaSalle και η οποία προκύπτει από την ανάλυση εκατοντάδων επιμέρους παραμέτρων σε βασικές κατηγορίες, όπως η ύπαρξη αξιόπιστων στοιχείων και αναλύσεων για την πορεία της εκάστοτε αγοράς ακινήτων, η ύπαρξη ενός σταθερού και φιλικού επενδυτικού, χωροταξικού και φορολογικού πλαισίου, η ύπαρξη σημαντικού αριθμού συναλλαγών (μέγεθος και βάθος αγοράς) και η ύπαρξη αρκετών εισηγμένων εταιρειών ακινήτων, οι οποίες εκ του νόμου υποχρεώνονται να δημοσιεύουν αναλύσεις και στοιχεία για την αγορά στην οποία δραστηριοποιούνται.
Στη φετινή έρευνα, η Ελλάδα έχει μεν βελτιώσει τη βαθμολογία της, αλλά έχει υποχωρήσει στη σχετική κατάταξη, ως αποτέλεσμα της ταχύτερης βελτίωσης άλλων χωρών. Ειδικότερα, με δεδομένο ότι η μονάδα (1) αποτελεί την καλύτερη δυνατή βαθμολογία και το πέντε (5) τη χειρότερη, η ελληνική αγορά επιτυγχάνει βαθμολογία 2,65, έναντι 2,71 πριν από δύο χρόνια. Παρ’ όλα αυτά κατατάσσεται στην 37η θέση, έναντι της 33ης που βρισκόταν πριν από δύο χρόνια, κυρίως λόγω της ταχύτερης προόδου που σημείωσαν άλλες χώρες, και ιδίως εκείνες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία, που κατέλαβαν την 18η, την 31η και την 35η θέση αντίστοιχα.
Στην αναφορά της για την ελληνική αγορά, η JLL τονίζει ότι η Ελλάδα ναι μεν αύξησε τη βαθμολογία της αλλά αυτό δεν στάθηκε ικανό να την ανεβάσει στη συνολική κατάταξη. Σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτό οφείλεται στις συνεχείς διαφοροποιήσεις του φορολογικού πλαισίου για τα ακίνητα, σε συνδυασμό και με την απουσία αξιόπιστων στοιχείων και δεικτών μέτρησης των επιδόσεων των ακινήτων (π.χ. τιμές, συναλλαγές κ.λπ.), συγκριτικά με άλλες χώρες. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει εν μέρει και την έλλειψη άμεσων ξένων επενδύσεων στην ελληνική αγορά ακινήτων, τονίζει η JLL. Οπως προκύπτει, οι ξένοι επενδυτές πρώτα εξετάζουν αν είναι σταθερό το φορολογικό πλαίσιο μιας χώρας και μετά τι ορίζει αυτό.
Σύμφωνα με φορείς της αγοράς ακινήτων, τα τελευταία δύο χρόνια έχουν υπάρξει κάποιες βελτιώσεις, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη δημοσίευση στοιχείων για την πορεία της αγοράς, κυρίως μέσω της προσπάθειας της Τράπεζας της Ελλάδος και των σχετικών δεικτών που επιμελείται, που πλέον έχει επεκταθεί και στα επαγγελματικά ακίνητα. Από την άλλη πλευρά, όμως, στην εγχώρια αγορά ακινήτων ο αριθμός των συναλλαγών έχει υποχωρήσει ακόμα περισσότερο τα τελευταία δύο χρόνια, με αποτέλεσμα το δείγμα που χρησιμοποιείται για τον καθορισμό της κατάταξης της χώρας να είναι λιγότερο σημαντικό στατιστικά, θέτοντας και ζήτημα αξιοπιστίας δεδομένων.
Για το 2016 η ελληνική αγορά ακινήτων έχει μεν βελτιώσει τη βαθμολογία της, αλλά έχει υποχωρήσει στη σχετική κατάταξη, λόγω της ταχύτερης βελτίωσης άλλων χωρών.
Στην 37η θέση επί συνόλου 109 χωρών παγκοσμίως κατατάσσεται σήμερα η ελληνική αγορά ακινήτων, με βάση το επίπεδο διαφάνειας που προσφέρει, που αποτελεί και την πλέον σημαντική παράμετρο που εξετάζουν οι ξένοι επενδυτές όταν πρόκειται να
Επόμενο άρθρο Αποκλιμάκωση της ανεργίας τον Απρίλιο