Μετά τις επιθέσεις που δέχθηκαν, οι αστυνομικοί απάντησαν, προσπαθώντας να συλλάβουν τους δράστες της επίθεσης στο Ντάλας.
Οι φόνοι μαύρων στα χέρια Αμερικανών αστυνομικών είναι υπόθεση ρουτίνας, αλλά οι φετινές δολοφονίες υπ’ αριθμόν 122 και υπ’ αριθμόν 123, που συνέβησαν την Τρίτη και την Τετάρτη, δεν είναι απλώς κρίκοι σε μια ατελείωτη αλυσίδα. Είναι και μπαρούτι για μια νέα
έκρηξη μαζικών διαμαρτυριών κατά της αστυνομικής βίας, καθώς και αφορμή για την εκδήλωση των δολοφονικών τάσεων ενός 25χρονου εφέδρου του αμερικανικού στρατού, ο οποίος την Πέμπτη πυροβόλησε και σκότωσε 5 λευκούς αστυνομικούς στο Ντάλας του Τέξας.
Αυτό που διαφοροποιεί την περίπτωση του 37χρονου Αλτον Στέρλινγκ, πατέρα 5 παιδιών, που έπεσε νεκρός στη Λουιζιάνα και του 32χρονου Φιλάντο Καστίλε, που έπεσε νεκρός στη Μινεσότα, είναι ότι τα περιστατικά καταγράφηκαν σε βίντεο. Στην περίπτωση μάλιστα του Καστίλε, η φίλη του, που ήταν και συνοδηγός, μετέδωσε ζωντανά στο facebook τις στιγμές που ακολούθησαν τη δολοφονία και μοιράστηκε με τον κόσμο λυγμούς και φρικτούς διαλόγους όπως «κύριε, μόλις τον σκοτώσατε», «κι όλ’ αυτά τα είδε το παιδί», «Θεέ μου, πες μου ότι δεν είναι αλήθεια, ότι δεν έφυγε έτσι από τη μια στιγμή στην άλλη».
Στην περίπτωση του Στέρλινγκ, το βίντεο που τράβηξε περαστικός καταγράφει την ίδια τη στιγμή της δολοφονίας, η οποία, αν οι δύο αστυνομικοί δεν φορούσαν στολές, θα έμοιαζε περισσότερο με δολοφονική επίθεση παρά με ενέργεια των οργάνων της τάξης. Είχε προηγηθεί τηλεφώνημα στο κέντρο επιχειρήσεων που ανέφερε ότι κάποιος μικροπωλητής οπλοφορούσε.
Ενώ η δικαιολογία αυτή μπορεί να στεκόταν αν δεν υπήρχε το βίντεο, οι εικόνες έδειξαν ότι οι αστυνομικοί έριξαν τον Στέρλινγκ στο έδαφος με τη βοήθεια ηλεκτρικού όπλου τέιζερ, τον χτύπησαν και ενώ ήταν σαφές ότι δεν συνιστούσε απειλή για κανέναν, άδειασαν πάνω του τα όπλα τους. Ο Στέρλινγκ πουλούσε CD κάθε μέρα στο ίδιο σημείο, ενώ οι συγγενείς του είπαν ότι οπλοφορούσε (όπως η μισή Αμερική) γιατί πληρωνόταν σε μετρητά και φοβόταν μην τον ληστέψουν. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι είχε κάνει κάτι πέρα από το να φέρει το όπλο του, όταν δέχθηκε την αστυνομική επίθεση.
Τα βίντεο με τα δύο περιστατικά κυριάρχησαν στα δελτία ειδήσεων μόλις μία εβδομάδα μετά τη μετατροπή των Βραβείων Μαύρης Ψυχαγωγικής Τηλεόρασης σε βήμα για την καταγγελία του θεσμοθετημένου ρατσισμού από τον ηθοποιό και ακτιβιστή Τζέσι Γουίλιαμς, η παθιασμένη ομιλία του οποίου θύμισε στους παρατηρητές τον Μάλκολμ Χ.
Το κίνημα Black Lives Matter (οι ζωές των μαύρων έχουν αξία) που ανδρώθηκε μετά τη δολοφονία του έφηβου Μάικλ Μπράουν στο Φέργκιουσον του Μιζούρι τον Αύγουστο του 2014, απάντησε άμεσα στις δύο δολοφονίες, συγκεντρώνοντας 375.000 δολάρια ως υποτροφία για τα πέντε παιδιά του Στέρλινγκ και διοργανώνοντας διαδηλώσεις σε δεκάδες αμερικανικές πόλεις την Πέμπτη. Οι διαδηλώσεις, με κεντρικό σύνθημα
«Μη μας σκοτώνετε», κύλησαν ειρηνικά, χωρίς τα επεισόδια και την αστυνομική καταστολή που είχαν χαρακτηρίσει προηγούμενες διαμαρτυρίες.
Με μια τρομακτική εξαίρεση: οι περίπου 800 διαδηλωτές στο Ντάλας του Τέξας έφθαναν στο τέλος της διαδρομής, όταν βρέθηκαν αντιμέτωποι με καταιγισμό πυρών. Λίγα οικοδομικά τετράγωνα από το σημείο όπου το 1963 δολοφονήθηκε ο πρόεδρος Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, ελεύθερος σκοπευτής έσπειρε τον τρόμο στη διαδήλωση, οδηγώντας νέους, γέρους, ακόμη και μωρά με καρότσια, να τρέχουν πανικόβλητοι. Πέντε αστυνομικοί έπεσαν νεκροί, άλλοι επτά τραυματίσθηκαν, ενώ στους τραυματίες συγκαταλέγονται και δύο διαδηλωτές.
Οπλοστάσιο
Eνα πραγματικό οπλοστάσιο αποτελούμενο από πρώτες ύλες για την κατασκευή βομβών, πυρομαχικά αλλά και ένα «ημερολόγιο μάχης» εντοπίστηκαν στο σπίτι του φερόμενου ως δράστη Μίκα Τζόνσον για τις δολοφονίες αστυνομικών στο Ντάλας. Την ίδια στιγμή, ο δήμαρχος της πόλης Μάικ Ρόουλινγκς τόνισε ότι ο ύποπτος για την πολύνεκρη επίθεση ήταν «μοναχικός λύκος» και δεν φαίνεται να σχετίζεται με άλλες οργανώσεις. Mάλιστα, όπως έγινε γνωστό, ο δράστης των επιθέσεων είχε επιστρέψει στο σπίτι του από το Αφγανιστάν επειδή είχε κατηγορηθεί ότι παρενοχλούσε μία γυναίκα. Οταν οι αστυνομικοί τον κύκλωσαν, ο Τζόνσον δήλωσε οργισμένος για τους θανάτους μαύρων στα χέρια αστυνομικών. Αυτό που ακολούθησε εγκαινιάζει μια νέα εποχή αστυνόμευσης: την εποχή της ρομποτικής δολοφονίας. Ο Τζόνσον έπεσε νεκρός από την έκρηξη βόμβας που μετέφερε κοντά του αστυνομικό ρομπότ. Ως τώρα, η τεχνολογία αυτή είχε χρησιμοποιηθεί από τις αμερικανικές δυνάμεις μόνο σε μάχες εναντίον ανταρτών στο Ιράκ και αλλού.
Ετσι, μια διαδήλωση του κινήματος που καταγγέλλει, μεταξύ άλλων, τη στρατιωτικοποίηση της αστυνομίας, έγινε αφορμή για ένα νέο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή. Βλέποντας την κατάσταση απέξω, γίνεται προφανές πόσο μεγάλη ανασφάλεια προξενεί σε μια κοινωνία η οπλοφορία αλλά και πόσο φονικός είναι ο συνδυασμός οπλοφορίας και θεσμικού ρατσισμού.